Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΑΚΤΑΙΩΝ

    (ελάφι)

     

    Για τον Ακταίωνα παραδίδεται η ιστορία της μεταμόρφωσής του σε ελάφι και του θανάτου που τον προκάλεσαν είτε ο Δίας είτε η Άρτεμη. Ο Απολλόδωρος παραδίδει την ιστορία και στις δύο εκδοχές:

     

    Από την Αυτονόη [κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας] και τον Αρισταίο γεννήθηκε ένας γιος, ο Ακταίωνας, ο οποίος ανατράφηκε από τον Χείρωνα που του δίδαξε την τέχνη του κυνηγιού (Εικ. 170) [οι Νύμφες τον αποκαλούσαν «Αγραίο» (του αγρού) και «Νόμιο» (=βοσκό) και του δίδαξαν την καλλιέργεια της ελιάς, την παρασκευή του τυριού και τη μελισσοκομική τέχνη]· αργότερα όμως κατασπαράχθηκε στον Κιθαιρώνα από τα ίδια του τα σκυλιά. Και αυτός πέθανε με αυτόν τον τρόπο, όπως τουλάχιστον παραδίδει ο Ακουσίλαος, επειδή προκάλεσε την οργή του Δία, καθώς επιδίωξε την αγάπη της Σεμέλης, οι περισσότεροι όμως λένε ότι πέθανε επειδή είδε την Άρτεμη να παίρνει το λουτρό της. Και λένε ότι η θεά άλλαξε αμέσως τη μορφή του σε ελαφιού και τα πενήντα σκυλιά του που τον ακολουθούσαν στο κυνήγι τα έκανε να λυσσάξουν. Και αυτά τον κατασπάραξαν χωρίς να τον αναγνωρίσουν. (Εικ. 171, 172, 173, 174, 175, 176, 177, 178, 179, 180, 181, 182, 183, 184, 185, 186, 187, 188, 189, 190, 191, 192, 193, 194, 195, 196, 197, 198, 199, 200, 201, 202) Όταν πέθανε ο Ακταίωνας, τα σκυλιά άρχισαν ν' αναζητούν τον κύριό τους και να ουρλιάζουν, και ψάχνοντάς τον έφτασαν στη σπηλιά του Χείρωνα που έφτιαξε ένα ομοίωμα του Ακταίωνα και μ' αυτό καταπράυνε τη λύπη τους. [Τα ονόματα των σκυλιών του Ακταίωνα από τα … έτσι

    στάθηκαν λοιπόν γύρω από τ' όμορφο κορμί του, σαν να 'ταν αγρίμι,

    το κατασπάραξαν οι σκύλοι οι ρωμαλέοι. Πρώτη πρώτη εκεί κοντά η Άρκενα

    … ύστερα απ' αυτήν τα θεριωμένα της παιδιά

    ο Λυκγέας και ο Βαλίος, ξακουστός στα πόδια, και ο [η] Αμάρυνθος

    Αυτοί που έναν έναν με το όνομά τους όλο τους εφώναζε·

    και πέθανε ο Ακταίωνας, γιατί το θέλησε ο Δίας.

    Πρώτοι ήπιαν το μαύρο αίμα του αφέντη τους

    Ο Σπαρτός και ο Ώμαγρος και ο γοργοπόδαρος Βορής.

    Και πρώτοι έφαγαν κομμάτια από τη σάρκα του Ακταίωνα και έγλειψαν το

    αίμα του.

    Αχόρταγοι κατόπιν χύμηξαν οι άλλοι πίσω τους.

    Ανακούφιση στους αφόρητους πόνους των ανθρώπων.][2]

    (Απολλόδωρος 3.30-32)

     

    Παραδίδεται ακόμη ότι ένα από τα πενήντα σκυλιά του Ακταίωνα ονομαζόταν Αύρα.

     

    Η ιστορία του Ακταίωνα παρουσιάζει δομικές αναλογίες με ιστορίες άλλων. Καταρχάς μοιράζεται την ίδια μοίρα με τον ξάδελφό του Πενθέα: και οι δύο διαμελίζονται, ο πρώτος από τα σκυλιά του, ο δεύτερος από τις «σκύλες» μαινάδες· και τα δυο επεισόδια διαδραματίζονται σε περιβάλλοντα εκτός της πόλεως, στη φύση, όπου συνήθως συντελούνται ανατροπές των συνηθισμένων κοινωνικών συμπεριφορών, κυρίως από γυναίκες (Μαινάδες) αλλά και από άνδρες (Λυκούργος, Πενθέας κ.ά). Ακταίων και Τειρεσίας τιμωρούνται σε υγρά περιβάλλοντα για τον ίδιο λόγο -είδαν άθελά τους θεές να παίρνουν το λουτρό τους-, ενώ και ο Νάρκισσος εγκλωβίζεται στο υγρό περιβάλλον του χειμάρρου Δονακώνα, όπου αυτοθαμάζεται. Ο Παυσανίας μαρτυρεί ότι στη Βοιωτία, στον δρόμο για τα Μέγαρα, έδειχναν μια πηγή στην οποία ο Ακταίων είδε την Άρτεμη να λούζεται (Παυσ., 9.2.3).

    Τον μύθο του Ακταίωνα αναφέρει και ο Παλαίφατος στο έργο του De Incredibilibus (4ος αι. π.Χ.) υποστηρίζοντας ότι ο Ακταίωνας δεν καταβροχθίστηκε καθόλου από τα σκυλιά του, αλλά καταστράφηκε από χρέη που είχαν ανακύψει από τα πολυτελή του κυνήγια. O Giordano Bruno, στον ψευδοπλατωνικό διάλογο Περί ηρωικού ενθουσιασμού (1585) ερμήνευσε τον μύθο της Άρτεμης και του Ακταίωνα αλληγορικά, αποδίδοντας μεγαλύτερη αξιοπρέπεια στην ύλη και υποστηρίζοντας ότι ο ηρωικός εραστής θα πρέπει πρόθυμα να δέχεται τη μοίρα του Ακταίωνα, να υφίσταται δηλαδή τον θάνατο που στην ουσία είναι αρχή ζωής, αφού αποτελεί την προϋπόθεση για την ταύτισή του με την Άρτεμη. Ο Bruno αντιδιαστέλλει τον κιρκικό, και επικρατούντα, τύπο γυναίκας προς τη γυναίκα τύπου Άρτεμης, που συσχετίζεται με την ανώτερη πλευρά της κοσμικής ψυχής. H διαφορά βέβαια ανάμεσα στον Παλαίφατο και τον Bruno είναι σαφής: για τον Παλαίφατο ο μύθος του Ακταίωνα λειτουργεί ως μια ηθική, όχι φυσική, αλληγορία.

    Στην αναγεννησιακή τέχνη ο μύθος αξιοποιήθηκε από τους καλλιτέχνες σαν αφορμή και πρόσχημα για να δημιουργήσουν πίνακες υπαινικτικούς για σχέσεις ομοφυλοφιλικές, ηδονοβλεπτικούς αλλά και ηθικούς-διδακτικούς για τους κινδύνους που προκύπτουν από την ηδονοβλεψία, για το τι μπορεί να πάθει ένας γενναίος άνδρας βλέποντας μια γυμνή γυναίκα, καθώς αφήνεται να παρασυρθεί από ταπεινά πάθη.

     

    2 Το κείμενο που βρίσκεται σε αγκύλες και έχει χάσματα είναι παρέμβλητο. Προφανώς είναι στίχοι από αρχαιότερο ποίημα με θέμα τον θάνατο του Ακταίωνα.