ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Η γλωσσική πραγματικότητα στην αρχαιότητα 

Κική Νικηφορίδου (2007) 

Δείγμα κυπριακής διαλέκτου

1. Επιτύμβιο μνημείο σε σχήμα λέοντος, γραμμένο σε κυπριακό συλλαβάριο.

Μάριο Κύπρου, 6ος αιώνας π.Χ. Masson 1983, αρ. 103, πίν. XV, 1-2.

Ο Τιμόκυπρος, γιος του Τιμοκρέτη, έστησε (το μνημείο) πάνω (στον τάφο) του αδελφού (του) Κιλικά.

Δείγματα αρκαδικής διαλέκτου

1. Ασβεστολιθικός δόμος πάνω στον οποίο σώζεται αποσπασματικά μια απόφαση δικαστηρίου. Μαντίνεια Αρκαδίας. Ιερό της Αλέας Αθηνάς.

Λίγο μετά το 460 π.Χ.Duhoux 1983, 93, αρ. 42 όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία· πρβ. Dubois 1988, 94-111. Εδώ οι στ. 14-17.

Όποιος έχει καταδικαστεί από το μαντείο ή από το δικαστήριο σε δήμευση περιουσίας, (η περιουσία) μαζί με τους δούλους (του) να αποδοθεί στη θεά και να διανεμηθούν, αν υπάρχουν, οι οικίες του.

2. Ορειχάλκινο κύμβαλο. Περιοχή Δημητσάνας, Αρκαδία.

Πιθανόν 500-480 π.Χ. Jeffery, 215, αρ. 12 και 408, πίν. 41, αρ. 12

Dubois 1988, 292-293, όπου και η προηγούμενη βιβλιογραφία.

Η Καμώ ανέθεσε στην Κόρη.

Αρκαδοκυπριακή

1. H αρκαδοκυπριακή διάλεκτος

Αρκαδοκυπριακή είναι συμβατική ονομασία που καλύπτει τις γλωσσικές μορφές της ελληνικής που ομιλήθηκαν στην Αρκαδία και την Κύπρο, οι οποίες, παρά τη διαφορά των αντίστοιχων συστημάτων γραφής, παρουσιάζουν προφανείς γλωσσικές ομοιότητες. Ορισμένοι μελετητές αναγνωρίζουν και στην παμφυλιακή διάλεκτο ισόγλωσσα με την αρκαδική και την κυπριακή, τα οποία τους επιτρέπουν -χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζουν τις διαφορές τους- να συνεξετάζουν την παμφυλιακή και την αρκαδοκυπριακή στην ίδια ομάδα διαλέκτων που αποκαλείται στη διεθνή βιβλιογραφία αχαϊκή. Το κυριότερο από αυτά είναι η χρήση της δοτικής αντί της γενικής μετά από ορισμένες προθέσεις για τη δήλωση εννοιών όπως η απομάκρυνση ή η απόσπαση, λειτουργίες δηλαδή της αφαιρετικής πτώσης.

Kατά την 1η χιλιετία π.X. στην Aρκαδία, ορεινή και απομονωμένη περιοχή στο κέντρο της Πελοποννήσου, μιλιόταν και γραφόταν μια διάλεκτος η οποία παρουσίαζε κοινά χαρακτηριστικά με την κυπριακή της ίδιας περιόδου. Tα στοιχεία αυτά είναι τόσα, που καθιστούν προφανή τη συγγένεια μεταξύ των δύο διαλέκτων.

Βάσει αρχαιολογικών ενδείξεων, τον 12ο αιώνα π.X. -αν όχι νωρίτερα- έχει συντελεστεί η σταδιακή εγκατάσταση στην Κύπρο ελληνικών φύλων διαφόρων προελεύσεων (V. Karageorghis 1988). Το νησί βρίσκεται στο μέσο των θαλάσσιων δρόμων προς την Αίγυπτο και τη συροφοινικική ακτή. Αν προστεθεί στη γεωγραφική θέση το πλούσιο σε μέταλλα, χαλκό κυρίως, υπέδαφός της, είναι προφανές γιατί η Kύπρος προσείλκυε ανέκαθεν το ενδιαφέρον ξένων για εγκατάσταση ή εκμετάλλευση (Deger-Jalkotzy 1994· Vanschoonwinkel 1994). Είναι βέβαιο ότι το νησί δέχθηκε ένα μέρος ελληνόφωνου πληθυσμού, κυρίως από την Πελοπόννησο (Αρκαδία, Λακωνία, Αχαΐα, Αργολίδα σύμφωνα με τις μυθολογικές παραδόσεις), αλλά και από την Αθήνα ή άλλες περιοχές, που κατέφυγε στην Κύπρο πριν από το τέλος της 2ης χιλιετίας π.X.

Παρά το σημαντικό αρχαιολογικό, επιγραφικό ή άλλο υλικό, η σύνθεση αρχαιολογικών και γλωσσικών δεδομένων για τον προσδιορισμό της χρονολογίας και του τρόπου εγκατάστασης αυτών των φύλων στην Κύπρο είναι αρκετά προβληματική∙ θα πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω αφενός το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκαν τα κοινά γλωσσικά στοιχεία στην Αρκαδία και αφετέρου οι συνθήκες που επέτρεψαν στη διάλεκτο να επιβιώσει στη νέα της εστία, την Κύπρο.

2. H γραφή

2.1 Tο αλφάβητο της Αρκαδίας

Η γεωμορφολογία της Αρκαδίας αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για την περιχάραξη της διαλεκτικής της φυσιογνωμίας σε σχέση με τον περιβάλλοντα δωρικό κόσμο (Jeffery 1990, 208). Το τοπικό αλφάβητο όμως έχει δεχθεί επιδράσεις από το λακωνικό και το ηλειακό. Oι παλαιότερες διαλεκτικές επιγραφές χρονολογούνται στον 6ο αιώνα, οι νεότερες στα τέλη του 3ου/αρχές του 2ου αιώνα π.X. H επίδραση όμως της κοινής είναι εμφανής από τον 4ο αιώνα π.X. (Morpurgo Davies 1992, 421).

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο αρκαδικό αλφάβητο το γράφημα И, καθώς και τα Z, TZ, ZT, αποδίδουν το φώνημα /ts/, προϊόν εξέλιξης του άηχου χειλοϋπερωικού *kw πριν από e και i: π.χ. αρκ. τύπος της ερωτημ. αντων. Иίς/αττ. τίς, εἴИε/αττ. εἴτε.

2.2 Η γραφή στην Kύπρο

Για μια χιλιετία περίπου χρησιμοποιήθηκε στην Κύπρο ένα συλλαβικό σύστημα γραφής, το κυπριακό συλλαβάριο. Παρατηρούνται τοπικές παραλλαγές αυτού του συλλαβαρίου, ιδιαίτερα στην ευρύτερη περιοχή της Πάφου και, όπως είναι αναμενόμενο, διαφορές στο σχήμα ορισμένων συλλαβογραμμάτων από εποχή σε εποχή. Το συλλαβάριο είχε ευρύτατη διάδοση και φαίνεται ότι στη συνείδηση των Kυπρίων συνδέθηκε άρρηκτα με την κυπριακή διάλεκτο και ταυτότητα· για τον λόγο αυτό προφανώς χρησιμοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά μέχρι την ελληνιστική εποχή και από το ιθαγενές ίσως στοιχείο (Morpurgo Davies 1992, 421-422).

Στο «κοινό» συλλαβάριο, το ευρύτερα διαδεδομένο, ήταν επίσης γραμμένα κείμενα μιας άλλης γλώσσας, ίσως της προελληνικής της Κύπρου, τα παλαιότερα κείμενα της οποίας χρονολογούνται ίσως από τον 6ο ως τον 4ο αιώνα π.X., σε πολύ περιορισμένη όμως κλίμακα, κυρίως στην Αμαθούντα. O μικρός αριθμός των λεγομένων «ετεοκυπριακών» κειμένων (δεν ξεπερνούν τα είκοσι με εικοσιπέντε∙ άλλα τόσα ίσως δεν είναι ελληνικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι «ετεοκυπριακά»), και τα μόλις τρία δίγραφα -σε ορισμένα μάλιστα από τα οποία αναγνωρίζονται ονόματα ελληνικής ετυμολογίας-, καθιστούν πολύ δύσκολη την αποκρυπτογράφηση (Masson 1983, 85-87).

Από τον 6ο αιώνα π.X. απαντούν σποραδικά και αλφαβητικές επιγραφές, κυρίως επιτύμβια Ελλήνων εγκατεστημένων στο νησί. Ο Ευαγόρας ο A΄ της Σαλαμίνας εισάγει το αλφάβητο στις βασιλικές κοπές (Merrillees 1993, 11).

Από το 900 περίπου ως τα τέλη του 4ου/αρχές 3ου αιώνα π.X. χρησιμοποιήθηκε στην Κύπρο ένα άλλο «αλφαβητικό» σύστημα για την απόδοση της φοινικικής γλώσσας στα φοινικικά βασίλεια της Κύπρου. Εκατόν πενήντα φοινικικά κείμενα από τα διακόσια πενήντα περίπου (αν προστεθούν και τα πενήντα που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στο Ιδάλιον) προέρχονται από το Κίτιον, τη σημερινή Λάρνακα (Merrillees 1993, 11-12).

Από τον 4ο αιώνα π.X. αρχίζει να μειώνεται το ποσοστό συλλαβικών επιγραφών προς όφελος των αλφαβητικών. Tο γεγονός συνδέεται με τη νέα γλωσσική μορφή της ελληνικής, την κοινή, τη γλώσσα της διοίκησης, μετά την υπαγωγή του νησιού στο βασίλειο των Πτολεμαίων. Tα υστερότερα κείμενα σε συλλαβάριο, επάνω σε σφραγίδες που βρέθηκαν στη Νέα Πάφο, δείχνουν ότι το συλλαβάριο χρησιμοποιήθηκε σποραδικά κατά την περίοδο 150-30 π.X. (Michaelidou-Nikolaou 1993).

[…]

Κυπριακή διάλεκτος και κοινή

Όπως σε όλες σχεδόν τις ελληνόφωνες περιοχές, κείμενα στην κοινή συντάσσονται στην Κύπρο από το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ.: αν είναι γνήσια, μία από τις τελευταίες κοπές του βασιλέως της Πάφου Νικοκλέους φέρει το όνομα του μονάρχη στην κοινή∙ έκτοτε κοινή και αλφάβητο κυριαρχούν σταδιακά επί της διαλέκτου, η οποία αποδίδεται, όπως συνήθως, με το συλλαβάριο. Για να δοθεί μια εικόνα για το κύρος της μιας γλωσσικής μορφής έναντι της άλλης (και της γραφής η οποία είναι συνδεδεμένη με κάθε μία από αυτές), ας αναφερθεί ότι από τις τριακόσιες εννέα επιγραφές της περιόδου 225-218 π.Χ., που βρέθηκαν στο Καφίζιν, οι διακόσιες σαράντα τρεις είναι γραμμένες στην κοινή (και σε αλφάβητο), τριάντα τέσσερις στη διάλεκτο (και σε συλλαβάριο), τριάντα δύο και στις δύο μορφές της ελληνικής (και δίγραφες∙ οι διαλεκτικές είναι γραμμένες στο συλλαβάριο, ενώ οι μη διαλεκτικές στο αλφάβητο). Στα δίγραφα κείμενα το αλφαβητικό είναι σε πιο εμφανή θέση, ενώ μόνο του το συλλαβάριο χρησιμοποιείται συνήθως σε ακόσμητα αγγεία. Είναι προφανές ότι στα τέλη του 3ου αιώνα π.Χ. διάλεκτος και συλλαβάριο περιορίζονται κατά το μάλλον ή ήττον στη θρησκευτική σφαίρα, περιοχή κατεξοχήν συντηρητική από γλωσσική άποψη. Το γεγονός ότι το υλικό αυτό προέρχεται από ένα μικρό αγροτικό ιερό δίνει και μια σειρά κοινωνιογλωσσικών πληροφοριών για τους χρήστες: σε ποιο βαθμό μιλούσαν τη διάλεκτο οι Κύπριοι της περιοχής, ποιο κύρος είχε γι' αυτούς, πόσο σωστά χρησιμοποιούσαν το συλλαβάριο σε σχέση με το αλφάβητο και ποια γραφή μάθαιναν στο σχολείο (πρβ. Consani 1986· Brixhe 1988).

Είναι επίσης ενδιαφέρουσες οι αλληλεπιδράσεις ανά ζεύγη, δηλαδή πώς επηρεάζει η κοινή τη διάλεκτο· και αντίστροφα, πόσους υπερδιαλεκτισμούς έχουμε στην προσπάθεια να γραφεί η διάλεκτος από ανθρώπους που ήξεραν εξίσου καλά (ή ίσως καλύτερα;) την κοινή: εκφράσεις της κοινής έχουν εισχωρήσει στη διάλεκτο και η επίδραση αφορά όλα τα γλωσσικά επίπεδα· αλληλεπιδράσεις παρατηρούνται και ανάμεσα στα δύο συστήματα γραφής, αλφάβητο/συλλαβάριο: η σύγχυση που παρατηρείται σε αυτά τα ύστερα κείμενα είναι αναπόφευκτη, καθώς φαίνεται πως η διδασκαλία του αλφαβήτου κέρδιζε έδαφος σε βάρος του παλαιού συστήματος γραφής. Η εντύπωση πάντως που αποκομίζει κανείς από τα κείμενα αυτά είναι μάλλον μιας κατάστασης γλωσσικής διμορφίας, με προοδευτική περιθωριοποίηση της διαλέκτου και περιορισμό της σε ορισμένους τομείς της καθημερινής ζωής.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:44