Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
25 εγγραφές [1 - 10] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αυτού [aftú] adv (& ευτού & ατού)
- ① in or at that place, there (syn αυτούθε, αυτού-μεριά, εκεί, εκείθε):
- τι κάνεις ~; what are you doing there? |
- στάσου ~ που είσαι |
- naut~! steady! (direction to the helmsman to keep the ship on the present course) |
- σήκωσε το τηλέφωνο και ρώτησε 'ποιος είναι ~;' |
- φαίνεται ωσάν μία τρελή ~ καταγής (Solom) |
- τι μουρμουρίζετε σεις ~; (Melas) |
- γυρίσαμε στην πρώτη θέση, ~ που είχε πέσει το σκουφί του A. (KPolitis) |
- εκεί του είπανε πως δεν ήτανε ~ το σπίτι του K. (Petsalis)
- ⓐ to that place, there, thither (syn εκεί, εκείθε):
- folks. ~ που πας, μαύρο πουλί, μαύρο μου χελιδόνι, | χαιρέτα μας την κλεφτουριά κι αυτόν τον Kατσαντώνη
- ⓑ ατού used as an expression of insistence or tenaciousness (syn εκεί):
- εγώ του μιλώ κι εκείνος ατού! |
- δεν είχε σε κανένα μπιστοσύνη· ατού! το χέρι στο τιμόνι· τα μάτια στα ουρανοθέμελα (Karkavitsas)
- ② on that point, in that matter, in that respect, there (syn εδώ, εκεί):
- ~ ο κόμπος! there's the crux of the matter, this is where the difficulty lies |
- ~ διαφωνώ there I disagree |
- ~ ακριβώς έγκειται το μυστήριο της μουσικής συγκίνησης |
- η μουσική μιλεί βαθιά στις ψυχές, ενώ συγκεκριμένα δεν τους λέγει τίποτα (Papanoutsos) |
- ένα παίξιμο συγκρατημένο, όλο μέτρο, όλο επίγνωση· κι ~ ακριβώς ήταν η υπεροχή της (Athanasiadis-N)
- ③ at that point in time, then (syn τότε):
- folks. κι ~ προς το ξημέρωμα Aυγερινός εφάνη, | φέρνει τον ύπνο ζωντανό στα νιόγαμπρα πεσκέσι
- ⓒ w. relative που at the time when, (just) as, (even) as (syn εκεί που, ενώ):
- ~ που φώναζε, του 'ρθε αποπληξία |
- ~ που μιλούσαμε γι' αυτήν, να σου και εμφανίζεται
[fr postmed, MG αυτού ← PatrG, K (also pap), AG like adv such as ποῦ, ¬που, Attic οy, Ion. Att. αὐτοῦ, ὁμοῦ, οὐδαμοῦ; cf Schwyzer, Griech. Gramm. 1.6214-5]
- ① in or at that place, there (syn αυτούθε, αυτού-μεριά, εκεί, εκείθε):
- αυτού-απάνω [aftú apáno] adv phr (& αυτού-πάνω)
- up there:
- αυτού-πάνω γονάτιζαν να προσευχηθούν στον Προφήτη (Myriv)
[fr αυτού & απάνω]
- up there:
- αυτού-αποκάτω [aftú apokáto] adv phr
- underneath that place, under there:
- δεν καταλαβαίνεις; είναι αμαρτία· είναι ο παπούς ~ (Myriv)
[fr αυτού & αποκάτω]
- underneath that place, under there:
- αυτουγιά [aftuyá] adv
- right there (syn αυτουδά, εκειδά)
[cpd w. για]
- αυτουδά [aftu∂á] adv = αυτουγιά
- :
- στάσου ~ που βρίσκεσαι |
- ήτον ~ για την καλή της τύχη κι η πονόψυχη η κερά Γιώργαινα και τηνέ βοηθούσε στο περέχυμα (Christomanos)
[cpd w. δα]
- αυτουδά-κάτω [aftu∂á káto] adv phr
- right down there (syn αυτουδά-χάμω, εκειδά-χάμω, near-syn αυτού-κάτω)
[fr αυτουδά & κάτω]
- αυτουδά-πέρα [aftu∂á péra] adv phr
- right over there (near-syn αυτού πέρα)
[fr αυτουδά & πέρα]
- αυτουδά-χάμω [aftu∂á xámo] adv phr
- right down there (syn αυτουδά-κάτω)
[fr αυτουδά & χάμω]
- αυτού-έξω [aftú ékso] adv phr
- out there (syn εκεί έξω):
- κάνει κρύο ~;
[fr αυτού & έξω]
- out there (syn εκεί έξω):
- αυτούθε [aftúθe] adv
- ① fr that place, fr there, thence (syn απαυτού, αποκεί 1, εκείθε):
- poem μην ένας ξένος λογισμός ~ σας αρπάξει, | πριν στ' ακρογιάλι του νησιού το ξύλο πάει και αράξει (Markoras) |
- μοιάζεις κρυμμένος όλος μες στον ήλιο | του πάθους σου, κι ~ να τοξεύεις (Sikel)
- ② in that place, there (syn αυτού 1):
- poem .. και λέει κανείς πως βρίσκει | να τριγυρνούν ~ τώρα οι δόξες σας (Skipis)
[fr postmed αυτούθεν ← postmed, MG ← K (also pap), AG αὐτόθεν, blended w. adv αὐτοῦ]
- ① fr that place, fr there, thence (syn απαυτού, αποκεί 1, εκείθε):