Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αρχικομμουνιστής [arçikomunistís] ο, (L) polit
- leader of the communist party (near-syn αρχικουκουές):
- από την αρχή της Kατοχής σύγχυση βασιλεύει στα κεφάλια των αρχικομμουνιστών (ChZalokostas)
[fr kath (neol) αρχικομμουνιστής, cpd w. κομμουνιστής]
- leader of the communist party (near-syn αρχικουκουές):



