Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αροτριώντα
1 εγγραφή
αροτριώντα ζώα [arotriόnda zόa] τα, (L) agric
  • plow animals:
    • ζευγάρι αροτριώντων ζώων |
    • οι αγρότες να εφοδιασθούν με τα απαραίτητα γεωργικά εργαλεία, με ~ (Angelop)

[fr kath αροτριών (ζώον), prp of αροτριώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες