Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποστεριανός
1 εγγραφή
αποστεριανός, -ή, -ό [aposterjαnós] naut phr αποστεριανό αγεράκι
  • land breeze (syn απόγειος αύρα)

[cpd w. στεριανός; cf phr από στεριάς ← από στερεάς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες