Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποικιοκρατισμός
1 εγγραφή
αποικιοκρατισμός [apiciokratizmós] ο, (L) = αποικιοκρατία 1
:
  • αγώνες των αφρικανικών χωρών κατά του αποικιοκρατισμού

[fr kath (neol) αποικιοκρατισμός, der of αποικιοκράτης; cf κεφαλαιοκρατισμός, φαυλοκρατισμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες