Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- απανωγραφή [apanoγrafí] η, (& επανωγραφή)
- inscription, title (syn απανώγραμμα 2, επιγραφή, τίτλος):
- διάβασα την ~ του βιβλίου
[fr postmed, MG απανωγραφή]
- inscription, title (syn απανώγραμμα 2, επιγραφή, τίτλος):



