Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντικοινωνικότητα
1 εγγραφή
αντικοινωνικότητα [andicinonikótita] η, (L)
  • aversion towards social contact, unsociableness, unsociability (ant κοινωνικότητα):
    • άμετρη ~ |
    • δεν απλώνουμε τις γνωριμίες μας όχι από ~ και βαρεμάρα αλλά γιατί έχουμε συμπληρώσει τον αριθμό που μας χρειάζεται για τη γνώση του κόσμου (Chatzinis)

[fr kath (neol Koumanoudis) αντικοινωνικότης, cpd w. kath κοινωνικότης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες