Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανταμώνω
1 εγγραφή
ανταμώνω [andamóno] &, are ενταμώνω, mediop ανταμώνομαι, aor ανταμώθηκα, ppp ανταμωμένος
  • ① trans meet, encounter (syn συναντώ, less common σμίγω, near-syn βρίσκω, βλέπω):
    • τους ~ πότε πότε |
    • πού μπορώ να σας ανταμώσω; |
    • πάω ν' ανταμώσω τους δικούς μου |
    • τον αντάμωσα προχτές στο καφενείο, στην εκκλησία |
    • ο λαός θα τον ενταμώσει σύψυχος (Petsalis) |
    • μια στιγμή ανταμώνει στο δρόμο του μια βρύση (Myriv) |
    • όλη η ζωή μας αποζητάει ν' ανταμώσει νοήματα σε παράστημα λόγου (Theodorakop) |
    • η ιστορική γνώση ανταμώνει τη βεβαιότητα του ευδιάθετου λόγου (Evelpidis) |
    • poem η τύχη μας αντάμωσε τους δυο (Palam) |
    • μια θερμή τους αντάμωσε αγάπη, | που κανένας ποτέ δε θα σβήσει (Markoras) |
    • δεν άκουσες τους Φράγκους τους αλλόφωνους, | δεν αντάμωσες τα τούρκικα φουσάτα (Zevgoli-G)
  • ⓐ intr ανταμώνω & mediop ανταμώνομαι (syn συναντιέμαι, less common σμίγω):
    • ανταμώσανε οι δυο τους, οι τρεις τους |
    • αντάμωσα μ' έναν παλιό φίλο |
    • έχουμε ν' ανταμώσουμε τόσον καιρό! |
    • prov αντάμωσε ο κακός καιρός | με τον ασβολωμένο about adverse circumstances (Dimitrakos) |
    • βαθιά στη γη βρίσκουνται φλέβες με νερό που ανταμώνουνε με τη θάλασα (Venezis) |
    • οι άκρες του ιματίου ανταμώνουν μπροστά με διπλές σχηματικές πτυχές (Karouzou)
  • ⓑ trans mediop:
    • ανταμώνομαι με κάποιον |
    • meet s.o. (syn συναντιέμαι, σμίγω) |
    • σου γράφω και ανταμωνόμαστε (Makryg) |
    • ανταμώθηκαν στην Aθήνα |
    • θ' ανταμωθούμε εδώ πάλι αύριο |
    • αυτοί κ' εγώ ενταμωθήκαμε (Petsalis) |
    • phr με το καλό ν' ανταμωθούμε! |
    • καλώς ανταμωθήκαμε! |
    • folks. τ' αδέλφια σκίζουν τα βουνά, ώσπου ν' ανταμωθούνε (DPetrop)
  • ② intr or mediop meet, be united, unite (syn ενώνομαι, σμίγω):
    • τα δυο σύννεφα τραβάνε ν' ανταμώσουν (Venezis) |
    • οι ματιές μας ανταμωθήκανε (Tsirkas) |
    • οι αιώνες κ' οι περιπέτειες της ιστορίας μας ανταμώνονται σε τούτο το μεγαλονήσι (τη Nάξο) (Varelas, adapted) |
    • οι κρίσεις του W. H. Schuchhardt ανταμώνονται συχνά με τις εδώ (Karouzos) |
    • μέσα σ' αυτό το σύντομο τραγούδι το κακογνωρισμένο ανταμώνονται η φαντασία και η καρδιά πολύ αρμονικά (Palam) |
    • folks. κι αν το είπε κόρη ανύπαντρη, άντρα μην ανταμώσει! (NPolitis) [fr LMG (Somavera), MG ανταμώνω, this fr *ενταμώνω (this being archaic dial Pontic

[mi ενταμούμαι], Dodec, Chian), der of εντάμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες