Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αβγοειδής, -ής, -ές [avγoi∂ís]
- egg-shaped, oviform, oval:
- ένας κάμπος ~στο σχήμα (Kondylakis) |
- μου 'φερε ένα δίσκο αβγοειδή (Kontoglou)
[for -ειδής cf L ὠοειδής]
- egg-shaped, oviform, oval:



