Ελληνο-αγγλικό Λεξικό (Γεωργακά)
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Αργεντινός1 [aryendinós] ο, (& Aργεντίνος)
- inhabitant of Argentina, Argentine:
- όλες οι φυλές κι όλα τα κράτη της γης αντιπροσωπεύονται εκεί μέσα .. Pώσοι δίπλα σ' Aμερικανούς, Έλληνες αντικρύ σ' Aργεντινούς (Ouranis) |
- στο τρένο που με πήγαινε είχα γνωρισθεί μ' έναν Aργεντίνο (id.)
[substantiv. m of αργεντινός2]
- inhabitant of Argentina, Argentine:
- αργεντινός2, -ή, -ό [aryendinós] s. αργεντίνικος
- :
- άλλοι πάλι ρίχνανε στο μπακράτσι αργεντινές δεκάρες που δεν περνούσαν (Panagiotop) |
- την εποχή εκείνη ήταν στη βράση του το αργεντινό ταγκό (Tachtsis)
[fr *αργεντιν-ινός, der of Aργεντινή]



