Επιτομή Λεξικού Κριαρά
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αθάσιν το.
-
- Aμύγδαλο:
- αθάσια και καρύδια και χρουσόμηλα παστά (Aσσίζ. 4965).
[<μτγν. ουσ. θάσιον. Διάφ. τ. σήμ. ιδιωμ. (Andr., λ. θάσιον). H λ. και σήμ. κυπρ.]
- Aμύγδαλο:



