Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κόττος
1 εγγραφή
κόττος ο.
  • Ζάρι· τυχερό παιχνίδι με ζάρια·
    • (εδώ) τύχη:
      • (Γλυκά, Στ. 371
    • φρ. κατεβαίνω το (του) «κόττου βόλου» = «τα παίζω όλα για όλα», «τα παίζω όλα σε μια ζαριά»:
      • (Προδρ. IV 491 χφφ PK κριτ. υπ).

[άγν. ετυμ. Η λ. τον 6. αι. και σήμ. ιδιωμ. (Κουκ., ΒΒΠ´ Ά (I) 204 σημ. 8]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες