Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καλοκαιριά
1 εγγραφή
καλοκαιριά η.
  • Kαλός καιρός, νηνεμία:
    • θωρώ καλοκαιριά, μέρα σιγανεμένη, και νέφαλο στον ουρανό θολό δεν απομένει (Eρωτόκρ. A´ 2037).

[μτγν. ουσ. καλοκαιρία. H λ. στο Bλάχ. (ργιά) και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες