Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ελλάδα :: Ευθυμογράφημα

( ski - σαμε ! :: 04-01-2003) 

Ski - σαμε !

ΕΛΕΝΑ ΑΚΡΙΤΑ

-Τελικά, Πρωτοχρονιά πήγατε για σκι; - Τι του λείπει του ψωριάρη, φούντα με μαργαριτάρι! - Περάσατε καλά;

- Περάσανε.

- Όχι, λέω, περάσατε;

- Κι εγώ λέω "περάσανε". Όλοι εκτός από μένα. - Γιατί;

- Γιατί κάνανε σκι όλοι εκτός από μένα. Τσουλοπηδάγανε αυτοί σε λόγγους και ραχούλες κι εγώ τους κούναγα το μαντίλι στο μουράγιο.

- Εσύ πώς και δεν γαλουχήθηκες στο σκι;

- Στα δεκαοχτώ μας, την εποχή που οι άλλοι ξεκινούσανε στις πίστες, εγώ έκανα σόπινγκ στις αριστερές οργανώσεις, μέχρι να βρω μια στο νούμερό μου.

- Δε βαριέσαι. Απ' αλλού ξεκινήσατε, στα ίδια καταλήξατε.

- Στα χειρότερα. Πότε άφησα την προκήρυξη κι έπιασα τα κρασιά του Ρήνου, χαμπάρι δεν το πήρα.

- Πάντως, στο παιδί κάνει καλό το σκι.

- Μην το συζητείς. Απαραίτητο εφόδιο για ένα παιδί. Βιβλίο μπορεί να μην έχει ανοίξει, από ορθογραφία αλλού ο παπάς αλλού τα ράσα του, αλλά στο σκι σκίζει.

- Ναι, τα παιδιά υστερούν ελαφρώς στον τομέα "γνώση".

- Βαρέως υστερούν. Μπαίνουμε στο ξενοδοχείο, μου λέει η κόρη μου "ωραία είναι εδώ, έχει πολλά τζακούζια". Το "τραπέζι", το απλό, το στρέιτ, το ουσιαστικό το ουδέτερο δεν ξέρει να το κλίνει. Το τζακούζι ανετότατα. Το τζακούζι, του τζακουζιού, το τζακούζι, ω τζακούζι. Τα τζακούζια, των τζακουζιών, τα τζακούτζια, ω τζακούζια! Τώρα ολοκληρώνει το μεταπτυχιακό της. Κλίνει "το Νιντέντο, του Νιντέντου". Στις πίστες όμως τις χιονοδρομικές θα μεγαλουργήσει. Έχει κλίση το παιδί. Μπορεί να την κάνουμε και δασκάλα του σκι. Ξέρεις πόσα βγάζει ένας δάσκαλος του σκι την ώρα; Όσα ένας πανεπιστημιακός τον μήνα. - Πάντως θα ήταν μαγεία εκεί πάνω στα χιόνια.

- Και λίγα λες. Φτάσαμε οι ορεσίβιοι με τα 4Χ4 και πάρκινγκ ούτε με σφαίρες. Στους πρόποδες παρκάραμε. Στα ριζά ένα πράγμα. Ζαλωθήκαμε όλο τον εξοπλισμό, σκι, δέστρες, μπατόν - πώς διάολο τα λένε - κι αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε. Οι ηρωικές γυναίκες της Πίνδου εμείς τώρα. Μέχρι να ρημαδοφτάσουμε μας έπεσε η γλώσσα στα γόνατα. Μετά τα γυναικόπαιδα αμολήθηκαν στις πίστες κι εγώ κάθισα σε ένα γραφικότατο καφέ.

- Ωραίο;

- Για πέντε λεπτά, ναι. Για δέκα λεπτά, ναι. Για έξι ώρες όμως αρχίζεις και τον παθαίνεις τον ντουβρουτζά. Παράγγειλα έναν εσπρέσο. Παράγγειλα δυο εσπρέσο. Παράγγειλα τρεις εσπρέσο. "Εσπρέσους" που θα 'λεγε κι η κόρη μου. Από τους εσπρέσους και τους καπουτσίνους γίνανε τα νεύρα μου εμπριμέ. Ήρθε μια κυρία ευγενεστάτη, "τη χρειάζεστε την καρέκλα" μου λέει, μόνο που δεν την άρπαξα από το λαιμό να την στραγγαλίσω τη γυναικούλα. Από την πολλή καφεΐνη, έτρεμα ολόκληρη. Ζελέ φράουλα. Έφτασα στο χιονοδρομικό νορμάλ και κατέληξα ο ορισμός του Πάρκινσον.

- Δεν περνούσε η ώρα;

- Η ώρα θα περνούσε, δεν μπορεί να μην περνούσε. Εγώ δεν είχα αίσθηση. Κοιτούσα το ρολόι - 11.25. Περνούσανε δυο τρία χρόνια. Ξανακοιτούσα το ρολόι, 11.28. Δυο μέρες αυτό τώρα. Σάββατο και Κυριακή. Ο Ύψιστος να ευλογεί τα ένθετα. - Δηλαδή;

- Σάββατο έπιασα όλα τα ένθετα των "ΝΕΩΝ", Κυριακή χτύπησα "ΒΗΜΑ". Φύλλο και φτερό τα έκανα. Ρώτα με ό,τι θες. Ρώτα με ποια φαρμακεία διανυκτέρευαν σαββατόβραδο στα νότια προάστια. Μεταξύ ενθέτων και όγδοου καφέ ήρθε και η μικρή κλαίγοντας. "Μαμά, θέλω να ανέβω στη μαύρη πίστα!"

- Στην ποια;

- Έλα ντε. Εγώ μαύρη πίστα δεν ήξερα. Μαύρη χήρα, αυτό το σαν αράχνη ήξερα. Ποια είναι, καμάρι μου, η μαύρη πίστα; Η ψηλότερη. Η χειρότερη. Η πιο επικίνδυνη. Να ωρύεται και να χτυπιέται. Μαύρη πίστα, μαύρη πίστα, μαύρη πίστα! "Μπορεί να ανέβει στη μαύρη πίστα;" ρωτάω τον δάσκαλο τον ακριβοπληρωμένο, τον Κροίσο, τον Λάτση. "Μπορεί, κύριε Λάτση μου, το συγκεκριμένο σκασμένο να σκαρφαλώσει τη συγκεκριμένη πίστα;". Βεβαίως, μου λέει. Άνετα, άμα δεν το θέλετε το παιδάκι σας καλά και σώνει αρτιμελές. Εγώ πάλι αυτήν την υστερία την έχω. Με δυο χέρια, δυο πόδια την παρέδωσα, δυο χέρια, δυο πόδια θα την παραλάβω. Μπήγει η μικρή τα ουρλιαχτά, την ακούνε και τα γύρω τριγύρω νευρωτικά προνήπια, αρχίζουν να ουρλιάζουν όλα μαζί.

- Γιατί;

- Άνευ αντικειμένου. Εκδήλωση συμπαράστασης. Πανικός. Χάος στο χιονοδρομικό. Όλα μαζί ξεφωνίζανε, οι γονείς σε υστερία από τους καφέδες τους ούρλιαζαν να σταματήσουν, αυτά ούρλιαζαν πιο δυνατά, ένας κοπάναγε το βλαστάρι του με το κινητό στο κεφάλι. Κι ύστερα σου λέει το χιόνι - αυτό το λευκό, το πάλλευκο - σου προκαλεί μια γαλήνη, μια αγαλλίαση.

- Πάντως, προοδεύσαμε ως λαός. Ό,τι και να πεις, έναν εξευρωπαϊσμό τον πάθαμε.

- Βέβαια. Από τον ελληνικό καφέ στον καπουτσίνο. Κι από τον καφενέ στην πίστα. Να σου πω όμως κάτι;

- Τι;

- Και η πίστα στην Ελλάδα ένας τεράστιος καφενές είναι. Μόνο που δεν το ξέρει!