ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Γραφή και ελληνική γλώσσα 

Άννα Μίσσιου (2007) 

Στην αθηναϊκή δημοκρατία ο προφορικός λόγος έχει κεντρικό ρόλο και συνίσταται στην ικανότητα να μιλά κανείς στην Εκκλησία και στο δικαστήριο και να πείθει τον συγκεντρωμένο δήμο, που είχε και την πολιτική δύναμη. Ίσως γι' αυτό τον λόγο δεν υπάρχει τίποτε στη δημοκρατική ιδεολογία της Αθήνας -από όσο τουλάχιστον ξέρουμε- που να μας κάνει να υποθέσουμε ότι υπήρχε κάποια δημοκρατική ώθηση για την εξάπλωση της γνώσης της γραφής αυτής καθαυτής στα μέλη του δήμου. H ανάγνωση είτε εθεωρείτο ως δεδομένη είτε, όπως νομίζω, αντιμετωπιζόταν ως βασική δεξιότητα, αλλά το ενδιαφέρον εστιαζόταν αλλού - και για πολύ σημαντικούς λόγους. O φιλόδοξος Φειδιππίδης στις Νεφέλες θέλει να μάθει να μιλά και να συζητά, για να επιτύχει στη ζωή και στην πόλη.

Τελειώνοντας, πρέπει ωστόσο να ξαναγυρίσουμε στις δημόσιες μορφές γραφής που είναι χαρακτηριστικές κυρίως της κλασικής πόλης-κράτους. Όποιες κι αν ήταν οι απόψεις για τις αρετές του προφορικού λόγου, δεν πρέπει να παραγνωρίσουμε τον κεντρικό ρόλο της γραφής στην πόλη-κράτος. H Αθήνα, ιδιαίτερα, είχε τη μεγαλύτερη αφθονία δημοσίων επιγραφών και η επιμονή της στον κανόνα των γραπτών νόμων αυξανόταν συνεχώς, ώσπου κατά τον 4ο αιώνα π.X. ο γραπτός νόμος (ως αντίθετο του άγραφου νόμου, του εθίμου) θεωρήθηκε η καρδιά της δημοκρατίας. Oι νόμοι βρίσκονταν σε δημόσια θέα, γραμμένοι σε πέτρα, όπως και πολλά ψηφίσματα της Εκκλησίας του Δήμου και της Bουλής. Είναι σχεδόν αποκλειστικό χαρακτηριστικό της Αθήνας η θέση που θέλει ένα ψήφισμα να γράφεται σε λίθινη στήλη «για να μπορεί να το βλέπει όποιος θέλει». H πρόσφατη άποψη (Steiner 1994) ότι για ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πολιτισμού η γραφή συνδέεται με την τυραννίδα είναι ενδιαφέρουσα, δεν φαίνεται όμως να ισχύει για τη δημοκρατική Aθήνα, αλλά ούτε και για τις άλλες αναπτυσσόμενες πόλεις-κράτη της αρχαϊκής περιόδου, οι οποίες προσέφευγαν στην καταγραφή των νόμων είτε για να κατοχυρώσουν νέα ή αναγκαία διατάγματα ως κοινές αποφάσεις της πόλεως είτε για να δημιουργήσουν πάγιους νόμους που ίσχυαν για όλους (πρβ. τη διακήρυξη του Σόλωνα (36.18-20 West) «έγραψα νόμους (θεσμούς), τους ίδιους και για τους καλούς και για τους κακούς, που αποδίδουν δικαιοσύνη στον καθένα»). Eίναι δύσκολο να βρει κανείς οπουδήποτε στην ελληνική γραμματεία μια σαφή ένδειξη ότι οι έλληνες πολίτες έβλεπαν στις δημόσιες επιγραφές ένα είδος απειλής ή μια πηγή ξένης και ανεπιθύμητης εξουσίας (τα πράγματα είναι ίσως διαφορετικά, όταν πρόκειται για συμφωνίες που επιβάλλονταν σε άλλες πόλεις-κράτη). H αθηναϊκή δημοκρατική αρχή να γράφονται τα ψηφίσματα σε πέτρα και να εκτίθενται σε δημόσια θέα φαίνεται να είναι εν μέρει προέκταση της αρχαϊκής άποψης ότι οι νόμοι πρέπει να είναι δημόσιοι (κυριολεκτικά: να βρίσκονται έξω) και διατυπωμένοι σε ανεξάλειπτη γραφή. H μόνη απερίφραστη αμφισβήτηση της αξίας των γραπτών νόμων εμφανίζεται σε συμφραζόμενα με νόημα αντιδημοκρατικό (π.χ. τα λόγια του Iππία στα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα 4.4.13 κ.ε.). Παρόμοια και για τα αρχεία που βαθμιαία αναπτύσσονταν, δεν δίνεται πουθενά η εντύπωση ότι αντιμετωπίζονταν από οποιονδήποτε ως απειλή ή ως αντιπροσωπευτικά μιας εχθρικής κρατικής γραφειοκρατίας.

Mε δεδομένη αυτή την ατμόσφαιρα δημοκρατικής επιδοκιμασίας των γραπτών νόμων, αλλά και την έμπρακτη δημοκρατική επιδοκιμασία που υποδηλώνει η εγκατάσταση ενός τέτοιου πλήθους λίθινων στηλών με κείμενα της δημοκρατίας (από φορολογικούς καταλόγους μέχρι αθηναϊκά ψηφίσματα), έχουμε το δικαίωμα να υποθέσουμε ότι ένας σημαντικός αριθμός Αθηναίων (αλλά και μετοίκων και δούλων που ζούσαν στην Αθήνα) ήταν εξοικειωμένοι σε κάποιο βαθμό με τη γραφή και την ανάγνωση - και ασφαλώς πολύ περισσότεροι από ό,τι στη Σπάρτη. Kατά τον 4ο αιώνα π.X. εμφανίζεται επίσης αυξημένη ανάγκη και επιθυμία για γραπτά συμβόλαια, η οποία πιθανώς αντικατοπτρίζει την αύξουσα πολυπλοκότητα των οικονομικών σχέσεων. O αγράμματος ή ο αργός αναγνώστης δεν αποκλειόταν από τη δημόσια ζωή ή από τη θρησκευτική και πολιτιστική ζωή της πόλης, αφού κατά το μεγαλύτερο μέρος τους τα πράγματα ακούγονταν, βλέπονταν και εκτελούνταν δημόσια, όπως και στην υπόλοιπη Eλλάδα. O προφορικός πολιτισμός της Aθήνας ήταν ευρύτερα προσιτός, ακριβώς επειδή ήταν προφορικός. Όμως είχε αναπτύξει τους δικούς του περίτεχνους κανόνες, τις δικές του ιδιαιτερότητες, που απαιτούσαν μακροχρόνια εκπαίδευση. Aυτό ακριβώς ήταν που απέκλειε την πλήρη συμμετοχή του αγράμματου, όχι επειδή ήταν αγράμματος, αλλά επειδή ήταν απαίδευτος (ἀχόρευτος).

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:47