Albert Debrunner 

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική 

 

3. Προσδιοριστικά ονοματικά σύνθετα

§ 85. α) Πτωτικός προσδιορισμός.Ένα ουσιαστικό ως α΄ συνθετικό βρίσκεται σε πτωτική σχέση με ουσιαστικό ή επίθετο [41] στο δεύτερο μέλος. Η σειρά σπάνια αντιστρέφεται.

Το πρώτο συνθετικό μπορεί να αποτελεί προσδιορισμό με λειτουργία γενικής: στη γενική βρίσκεται στη λέξη Διόσ-κουροι κτλ. (§ 67), ενώ έχει τη μορφή του θέματος στις λέξεις π.χ. πατρο-κασίγνητος 'αδελφός του πατέρα' (Όμ.), μητρο-πάτωρ 'πατέρας της μητέρας'(Όμ.), ἱστο-πέδη 'στήριγμα του καταρτιού (όταν ήταν πλαγιασμένο)' (Όμ.)· αφαιρετικής: ἀνεμο-σκεπής 'που προστατεύει από τον άνεμο' (Όμ.)· πρβ. όμως § 103 · δοτικής με τη μορφή δοτικής ἀρηΐ-φιλος κτλ. (§ 68) ή με τη μορφή του θέματος θεο-είκελος 'ίδιος με θεό' (Όμ.)· οργανικής: θεο-βλαβής 'χτυπημένος από θεό' (Ηρόδοτος)· πρβ. όμως § 105· αιτιατικής: ίσως τρίχ-ουλος (= τὰς τρίχας οὐλός) 'σγουρομάλλης' (Αρχίλοχος). Σχετικά με την ομάδα θεό-δμητος δες § 104 .

§ 86. Αν τα συνθετικά έχουν μεταπλαστεί (§ 110), η πτωτική σχέση είναι κάπως ασαφής: ποδ-ώκης (Όμ.) σημαίνει αρχικά 'που έχει ταχύτητα ποδιών', αργότερα όμως στο αισθητήριο του ποιητή απέκτησε μάλλον τη σημασία τοὺς πόδας ὠκύς και ύστερα σχηματίστηκε ως συνώνυμο το ποδ-άρκης (από το ἀρκεῖν 'είμαι ικανός'· Όμ.). Από το μελι-ηδής που σήμαινε 'αυτός που έχει τη γλύκα του μελιού' και ύστερα 'γλυκός σαν μέλι', και το θεο-ειδής 'με τη μορφή θεού', 'που φαίνεται σαν θεός' κ.ά. προέκυψε μια «συγκριτική» σημασία στη θεματική σύνθεση· πρβ. ποδήνεμος § 89 και ἰατρό-μαντις κτλ. § 94 . Το α΄ συνθετικό αποκτά έτσι μια σημασία που θυμίζει επίθετο· άλλωστε ένα επίθετο μπορεί να προσδιορίζει ένα ουσιαστικό με μεγαλύτερη ποικιλία και με μεγαλύτερη αοριστία απ' ό,τι μια πτώση: το ῥοδο-δάκτυλος 'με δάχτυλα <στο χρώμα> των ρόδων, με ρόδινα δάχτυλα' βρίσκεται πολύ κοντά στο σχηματισμό της λέξης λευκ-ώλενος 'με λευκούς βραχίονες' (§ 90).

§ 87. Παραδείγματα όπου το προσδιοριστικό μέλος βρίσκεται στο τέλος της λέξης: τα ἀξιό-λογος 'που αξίζει το λόγο' (κλασ.), ἀξιό-νικος 'που αξίζει τη νίκη' (κλασ.) κ.ά., ἀπειρό-καλλος 'ακαλαίσθητος' (κλασ.· πρβ. το αντίθετό του φιλό-καλος σύμφωνα με την § 76), ἀπειρο-μάχᾱς 'άπειρος στη μάχη' (Πίνδαρος), ἰσό-θεος 'ίσος με θεό' και πολλά μεταγενέστερα με το ἰσο-, καθώς και ὁμοιό-πῡρος και -κριθος 'παρόμοιος με το σιτάρι, με το κριθάρι' (Θεόφραστος), κέν-ανδρος 'άδειος από άντρες' (Αισχύλος, Σοφοκλής) έχουν προκύψει ως υποστασιοποιήσεις (§ 146) από τις εκφράσεις ἄξιος λόγου, νίκης, ἄπειρος καλῶν, μάχης, ἴσος θεοῖς, ὅμοιος πυροῖς, κριθαῖς, κενὸς ἀνδρῶν κατά το πρότυπο των πολύ περισσότερων θεματικών συνθέτων με προσδιοριστικό το α΄ μέλος.

§ 88. Για το ἀξιο- αξίζει να μνημονευθεί μια περαιτέρω παράδοξη εξέλιξη: επειδή το ρηματικό επίθετο αποκτούσε συχνά τη σημασία 'που αξίζει κάποια μεταχείριση' (μιμητός 'αξιομίμητος'), ιδίως ο Ξενοφώντας πλάθει συχνά σύνθετα με το ἀξιο- και το ρηματικό επίθετο· πρβ. στον Ξεν. π.χ. ἀξιο-μακάριστος, -σπούδαστος, -φίλητος. Στην περίπτωση του ἀξιό-πιστος 'αξιόπιστος, φερέγγυος' μπορεί κανείς να αισθανθεί ότι θυμίζει το ἄξιος πίστεως, στο προσκήνιο όμως βρίσκεται η σημασία του πιστός, και έτσι το ἀξιο- μοιάζει μόνο με προσθήκη.

§ 89. Μόνο φαινομενικά η σειρά των συνθετικών δεν είναι η ενδεδειγμένη στη λέξη ποδώκης (Όμ.), που έγινε συνώνυμο του μεταγενέστερου ὠκύ-πους, δες όμως § 86 ·το ίδιο στο τρίχ-ουλος (Αρχίλοχος) = οὐλό-θριξ (Ηρόδοτος), δες § 85 .

Το ποδ-ήνεμος 'με πόδια σαν τον άνεμο' (Όμ.), δηλαδή η αντιστροφή του ῥοδο-δάκτυλος (§ 86), είναι σίγουρα ποιητική δημιουργία κατά τα ποδ-ώκης και ποδ-άρκης (§ 86). Και το ποιμ- ά̄ νωρ 'ποιμένας του λαού' μαζί με το παράγωγο ποιμανόριον 'ποίμνιο' (και τα δύο στον Αισχύλο) είναι πολύ τολμηρός σχηματισμός·δεν μπορούμε να συμπεράνουμε αν ο ποιητής είχε κατά νου το ποιμαίνειν ἄνδρας και τον τύπο του ἀρχέ-κακος (§75) ή το ποιμὴν ἀνδρῶν.

§ 90. β) Κατηγορηματικός προσδιορισμός. Ένα επίθετο ή ουσιαστικό ως α΄ συνθετικό προσδιορίζει ως κατηγορηματικός προσδιορισμός ένα ουσιαστικό ή ένα επίθετο στο β΄·και εδώ μερικές φορές το προσδιορίζον συνθετικό μπορεί να βρίσκεται στη δεύτερη θέση.

Λίγα σχόλια απαιτεί ο πολύ συνηθισμένος τύπος στην αρχαία ελληνική, όπως και στην αρχική γλώσσα, τα μεταπλαστά (§110) θεματικά σύνθετα με ουσιαστικό ως β΄ συνθετικό και επίθετο ως α΄: λευκ-ώλενος 'με λευκούς βραχίονες' (Όμ.), ὠκύ-πτερος 'γοργόφτερος' (Όμ.), τρί-πους 'με τρία πόδια, τρίποδας' (Όμ.), δι-ώβολον 'που αποτελείται από δύο οβολούς' (κλασ.). Με κατηγορηματική έννοια μπορούμε να αντιληφθούμε και το ουσιαστικό στο α΄ συνθετικό του επίσης πολύ παλιού τύπου ῥοδο-δάκτυλος (§ 86), δηλαδή 'με δάκτυλα που είναι (σαν) ρόδα'.

§ 91. Προσεκτικότερα πρέπει να εξεταστούν οι σχηματισμοί χωρίς μετάπλαση:

α) Επίθετο + ουσιαστικό: ἀκρό-πολις = ἄκρα πόλις. Αυτός ο τύπος στην αρχή του προέρχεται το πολύ από την προϊστορική περίοδο· η κύρια εξέλιξή του τοποθετείται στην ιστορική περίοδο. Από τον Όμηρο μπορώ να παραθέσω μόνο τα Παν-έλληνες, Παν-αχαιοί, που δεν μπορούν να χωριστούν απλώς σε πάντες Ἕ., Ἀ.· επίσης Κακο-ΐλιος, που, όπως τα Ἄ-ιρος και Δύσ-παρις (§62), ως λογοπαίγνιο δεν πρέπει να ενταχτεί αυστηρά σε ένα σχήμα. Ο Όμηρος χρησιμοποιεί το ἀκρό-πολις μόνο δύο φορές (θ 494, 504)· αλλιώς λέει πάντα πόλις ἄκρη ή ἄκρη πόλις. Ακολουθεί το ἀλυκτο-πέδη 'άλυτα δεσμά' (;) στον Ησίοδο. Από την κλασική περίοδο ας μνημονεύσουμε το παλαιο-μάτωρ 'αρχαία μητέρα' (Ευρ.), που συνδέεται σαφώς με το προ-πάτωρ (§ 47 · Πίνδαρος και Ευρ.) και το προ-μήτωρ (-μάτωρ) (Αισχ., Ευρ.). Με ποιον τρόπο επεκτάθηκε στη συνέχεια ο τύπος μπορούν να δείξουν τα ακόλουθα παραδείγματα: το κακό-μαντις (Αισχ.) είτε είναι ισοδύναμο με το κακῶν μάντις (δηλαδή όπως στην § 85) είτε με το κακὰ μαντευόμενος (δηλαδή, όπως στην § 102 , με ρηματική σημασία του μάντις)· θα μπορούσαμε, όμως, να το ταυτίσουμε με το κακὸς μάντις [42] (πρβ. παραπάνω Κακο-ΐλιος)· παρόμοια το καλο-διδάσκαλος (Καινή Διαθήκη) = καλῶν διδ. ή = καλὰ διδάσκων, ύστερα = καλὸς διδάσκαλος· σύμφωνα με τέτοια παραδείγματα μπόρεσε να σχηματιστεί αργότερα το κακό-δουλος 'κακός δούλος' (Λουκιανός· διαφορετικά ο Κρατίνος!) και το κακ-οικονόμος 'κακός διαχειριστής' (Φίλων). Το κακο-δαίμων 'που έχει κακό δαίμονα, κακότυχος' το χρησιμοποιούν αρκετοί κλασικοί και ο Αριστοφάνης, που όμως μία φορά (Ιππείς 111 κεξ.) κάνει με αυτό λογοπαίγνιο:

ἀτὰρ τοῦ δαίμονος

δέδοιχ' ὅπως μὴ τεύξομαι κακοδαίμονος,

δηλ. ως κακό δαίμονα. Αργότερα (δες το λήμμα στους Passow-Crönert) εμφανίζεται και το ἀγαθο-δαίμων = ἀγαθὸς δαίμων. Πρβ. επίσης εὔ-παις και καλλί-παις § 117 . Ως παλιότερο παράδειγμα ας μνημονευτεί το λευκό-ϊον 'λευκόιον, λευκός μενεξές' (Ιπποκρ.). Τα ἀγρι-έλαιος (θηλ.) 'αγριελιά' (από τον Θεόκριτο και τον Θεόφραστο και εξής) και καλλι-έλαιος 'ήμερη ελιά' (Καινή Διαθήκη) ήταν καταρχήν επίθετα, ύστερα ταυτίστηκαν με τα ἀγρία, καλὴ ἐλαία και μετασχηματίστηκαν σε ἀγρι-ελαία, καλλι-ελαία· σύμφωνα με αυτά οι μεταγενέστεροι συγγραφείς, ιδίως οι λόγιοι, σχημάτισαν πλήθος ονομάτων φυτών (και μερικών ζώων) με το ἀγριο-: ἀγριό-μηλον, -σέλινον, -χοιρος κτλ. Πρβ. επίσης γλυκύ-μᾱλον 'γλυκόμηλο' στη Σαπφώ, που έχει και το γλυκύ-πικρος (§81).

§ 92. Σχετικά με τα Νεάπολις - Νεοπολίτης, Μεγαλό-πολις κτλ. δες § 146 . Το παν-ῆμαρ δεν είναι ούτε θεματικό σύνθετο ούτε ουσιαστικό αλλά απολιθωμένη επιρρηματική φράση, p(#p092). δες § 69 . Το ἰσο-πολιτεία 'ισονομία' (ελληνιστ.) είναι μια όχι ακριβής [43] απομίμηση του ἰσο-νομία 'ισότητα των δικαιωμάτων των πολιτών' (κλασ.) και του ἰσο-μοιρία 'ισότητα μεριδίων' (κλασ.), πρβ. ἰσο-δυναμία, ἰσο-κρατία, ἰσ-ηγορία 'ίσα δικαιώματα λόγου, πολιτική ισότητα', όλα παραγόμενα από το ἰσό-νομος 'με ίδιους νόμους', ἰσό-μοιρος κτλ. Το ἰσο-πολίτης 'πολίτης ενός δημοκρατικού κράτους' (ελληνιστ.) και ἰσο-πολῖτις (πόλις) 'πόλη με ρωμαϊκά δικαιώματα' (Αππιανός) είναι αναδρομικοί σχηματισμοί από το ἰσο-πολιτεία.

§ 93. Ο ίδιος τύπος εμφανίζεται μερικές φορές με αντίστροφη σειρά· πρόκειται, όμως, για ειδικές περιπτώσεις που αναπτύχθηκαν μόνο στα ελληνικά (σχεδόν μόνο μετακλασικά). Ο Ηρόδοτος και ο Αριστοτέλης λένε ακόμη ἵππος ποτάμιος, κιόλας ο Στράβωνας ἱππο-πόταμος: η παγιωμένη ακολουθία ουσιαστικού - επιθέτου συγχωνεύθηκε σε ένα σύνθετο που μάλιστα μιμείται εξωτερικά τους τύπους πατρο-κασίγνητος, ῥοδο-δάκτυλος· γι' αυτό μάλλον και η συγκοπή του ι του ποτάμιος (πρβ. επίσης § 112 υποσημ.)· πρβ. κάτι παρόμοιο στο ἀξιό-λογος § 87 . Πιθανόν με τον ίδιο τρόπο πρέπει να εξηγηθούν τα σύνθετα με το -αγρος: αἴγ-αγρος 'αγριοκάτσικο', ἵππ-αγρος, σύ-αγρος κτλ., που μετά την κλασική περίοδο αρχίζουν να αντικαθιστούν τις παλαιότερες εκφράσεις αἴξ ἀγρία, ὗς ἄγριος κτλ. [44] Και τα Σαμοθρῄκιος και Σαμόθρῃκες (και τα δύο στον Ηρόδοτο) σχηματίστηκαν ως παράγωγα από τα Σάμος Θρῃκίη (Όμ.) σε συνάρτηση με το απλό Θρῄκιος και Θρῇκες. Το ἀνδραγαθία (κλασ., επίσης -θίζεσθαι και αργότερα -θεῖν) είναι παρασύνθετο από το ἀνὴρ ἀγαθός με συσχετισμό προς τα θεματικά σύνθετα με το ἀνδρ(ο)-, που διευκολύνθηκε από την αιτιατική ἀνδρ' ἀγαθόν (§ 146).

§ 94. Επίθετο + επίθετο γλυκύ-πικρος, λευκ-έρυθρος και παρόμοια δες § 81.

γ) Ουσιαστικό + ουσιαστικό ἰατρό-μαντις 'μάντης και γιατρός ταυτόχρονα' (Αισχυλ.), ξιφο-μάχαιρα (Αριστοφ.), κλαυσί-γελως 'γέλιο ανάμικτο με κλάμα' (Ξεν.), ἀρτό-κρεας 'κρέας με ψωμί' (Πέρσιος VI 50, Σχόλια), ἀνδρό-γυνος (§ 82) και το συνώνυμό του ἑρμ-αφρόδιτος· ύστερα ιδίως διασταυρώσεις ζώων: χην-αλώπηξ (Αριστοφ.) (παρετυμολογία για το πηνέλοψ 'είδος χήνας';), ἱππ-αλεκτρυών 'αλογοκόκορας' (Αριστοφ.), τραγ-έλαφος (Αριστοφ.), αργότερα στρουθο-κάμηλος, λεό-παρδος και λεοντό-παρδος 'λιοντάρι και πάρδος, λεοπάρδαλη', θεό-ταυρος (Μόσχος) 'θεός ταύρος (ο Δίας με μορφή ταύρου)'· επίσης ονόματα ανάμεικτων λαών: Κελτ-ίβηρες, Κελτο-λίγυες, Λιβυ-φοίνικες, Συρο-φοίνικες κτλ.· τέλος για κατευθύνσεις ανέμων: εὐρό-νοτος 'νοτιο-νοτιοανατολικός' (Αριστοτ.), εὐρ-ακύλων 'βορειοανατολικός άνεμος' (Καινή Διαθήκη· με το λατ. aquilo 'βοριάς'). Πρβ. επίσης χερσό-νησος (κλασ.· ἡ χέρσος 'ηπειρωτική χώρα' Όμ.).

§ 95. γ) Επιρρηματικός προσδιορισμός. Ένα επίρρημα ως α΄ συνθετικό προσδιορίζει ένα όνομα ως β΄· ως επιρρήματα συνυπολογίζουμε εδώ και τις προθέσεις, εφόσον χρησιμοποιούνται με την παλιότερη επιρρηματική τους σημασία. Οι τύποι που ανήκουν εδώ έχουν ήδη εξεταστεί: ἀμφι-θάλασσος § 45 , πρό-πας § 46, σύν-δουλος § 47 , ἀ- στερητικό και συγγενικά, καθώς και δυσ-, εὐ-, ἀγα-, παλαι-, ἡμι- και παρόμοια § 54 -65 .

Ένα επιθετικό θέμα, που ως α΄ συνθετικό χρησιμοποιείται επιρρηματικά, είναι το νεο-: στον Όμ. νεό-δαρτος 'φρεσκογδαρμένος (για δέρματα ζώων)', -πλυτος 'φρεσκοπλυμένος', -πριστος 'νεοπριονισμένος', -σμηκτος 'φρεσκοκαθαρισμένος', -τευκτος, νε-ούτατος 'πρόσφατα πληγωμένος', νεο-τευχής 'φρεσκοκατεργασμένος', -στροφος 'φρεσκοστριμμένος'. Η δημιουργία του είναι ξεκάθαρη: τα νεο-πενθής 'με νέο πένθος', νε-ήκης 'με καινούριο οξύ άκρο', νεη-γενής 'με πρόσφατη γέννηση' μεθερμηνεύτηκαν ως 'πρόσφατα λυπημένος, πρόσφατα ακονισμένος, νεογέννητος', και έτσι το νεο- μπόρεσε να χρησιμοποιηθεί με τη σημασία 'πρόσφατα-'. Πρβ. ὁμο- § 116 .

41 Ρήμα βλέπουμε το πολύ σε πτωτικά σύνθετα και μόνο σε μετοχή: πρβ. § 34· 69. Ακόμη και το δολο-φρονέων (Όμ.) εμφανίζεται μόνο σε μετοχή, φαίνεται δηλαδή να συγχωνεύει τα δόλον φρονέων και δολόφρων· βέβαια το δολοφρονεῖν είναι πολύ πιθανό να παράγεται από το δολόφρων (πρβ. § 195). Το χερνίψαντο (Όμ.) 'ένιψαν τα χέρια τους' προέρχεται από το χέρνιψ 'νερό για πλύσιμο χεριών' (Όμ.) και δεν είναι θεματικό σύνθετο από τα χερ- και νίψαντο. Τα ἀγαθοποιεῖν και κακοποιεῖν δεν είναι σύνθετα του ποιεῖν αλλά παράγωγα του -ποιός.

42 Έτσι και το ἀριστό-μαντις 'εύστοχος μάντις' (Σοφ.).

43 Κατά τα ἰσόνομος : ἰσονομία θα περιμέναμε *ἰσοπολίτειος : *-τειία· σχετικά με την απλοποίηση και προσομοίωση προς το απλό πρβ. σκληροκαρδία (Εβδομήκοντα) αντί για καρδία - σκληρο-κάρδιος - *-καρδι-ία.

44 Ίσως και το σύαγρος = σῦς ἄγριος είναι μόνο μια μεθερμηνεία του κλασικού σύαγρος = 'κυνηγός αγριογούρουνων' και έγινε στη συνέχεια το πρότυπο του ὄναγρος κτλ. Αν βοάγρια (Όμ.) σήμαινε πράγματι 'ασπίδες από δέρμα άγριων βοδιών', τότε θα παρήχθη από το βοῦς ἄγριος με ενδιάμεσο στάδιο το βό-αγρος, όπως το καλοκἀγαθία από το καλοκἀγαθός (§ 36). Προτιμότερη, όμως, είναι η ερμηνεία 'λαφυραγωγημένα δέρματα βοδιών', όπως ἀνδρ-άγρια 'λάφυρα από ανθρώπους' (Όμ.).

Τελευταία Ενημέρωση: 12 Δεκ 2008, 13:40