Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Αντ. Σανουδάκη, Ιππότες του ονείρου. Κωστή Πετράκη προς Αντ. Σανουδάκη αφήγηση, εκδ. Κνωσός, Αθήνα 1989

Απόγευμα τσ' ίδιας μέρας, επήρα μια αποστολή, να κατέβω χαμηλά προς το αεροδρόμιο, να κάνω μια αναγνώριση, να δω τι είναι περίπου. Επήρα και μια βέργα και τα ρούχα εκείνα. Τώρα έμοιαζα τσομπάνης αρειμάνιος, τη βέργα 'σα πίσω, αεράτος, κατέβηκα χαμηλά την πλαγιά, κοίταξα εδώ κι εκεί, πλησίασα καλά χαμηλά. Είδα κάτι ανθρώπους να σέρνουν τσ' αίγες των, σαν να' τανε ειρήνη, δηλαδή. Κίνηση μες στ' αεροδρόμιο. Τίποτα το πολύ ασυνήθιστο δηλαδή ή απροσδόκητο. Κάτι συρματοπλέγματα στ' ανατολικά. Αυτό χρειαζότανε ν' αντιληφθώ. Γύρισα, έδωσα αναφορά. Θυμάμαι μάλιστα σε μια πλάκα τούς έκαμα κάτι σχέδια, τι είδα, τι είναι. Και το βράδυ, άμα σκοτείνιασε, δεν θυμάμαι καλά την ώρα, έγινε κάθοδος. Δώδεκα προς δεκατρείς του μηνός. Έγινε ένα πλησίασμα εκεί, αλλά τώρα υπήρχε ένα πράμα απροσδόκητο. Αναρίθμητοι στρατιώτες κινούντανε μες στ' αεροδρόμιο. Βομβαρδισμός γινότανε από τη ΡΑΦ. Πυρσοί στον ουρανό, φωτισμός εδώ, προβολείς από κάτω, φωνές, κακό, σήματα, τουφεκιές. Αυτό να κρατά, να πούμε, ώρες ατελείωτες, ένα πράμα, αδύνατο να μπούμε μέσα. Αδύνατο να γίνει δηλαδή το εγχείρημα. Περιμέναμε τι θα πει ο Μπερζέ.* "Πίσω". "Πίσω". Πίσω. Την άλλη μέρα, όλη μέρα προσμονή και πάλι κατέβασμα δεκατρείς προς δεκατέσσερις. Η υπόθεση ήταν να χτυπηθεί το αεροδρόμιο δώδεκα προς δεκατρείς, να συνδυαστεί μ' ένα βομβαρδισμό, που έκανε. Γνωστός είναι στο Ηράκλειο ο βομβαρδισμός. Σκοτώθηκε και η μαθήτριά μου η Ανωγειανάκη. Σκοτώθηκε τσι Τρεις Καμάρες. Τέλος πάντων, την επόμενη νύχτα, η κατάσταση ήταν τελείως αλλιώς. Ηρεμία, καμιά περίπολος απ' εκεί, ένας σκύλος να υλακτεί πέρα -δώθε, τίποτα περισσότερο. Έγινε μια τομή σε κάτι συρματοπλέγματα, είσοδος. Όρθιοι μέσα, γιατί είχε και αποστάσεις, βέβαια, και ντογρού. Εσημειώθηκε ένα πολύ περίεργο, όπου μια περίπολος γερμανική ερχότανε αλλιώς, απ' τα δυτικά προς τ' ανατολικά, και "δεν πειράζει", όμως εκεί η δική τους φάλαγγα ελοξοδρόμησε και ερχόταν εδώ. "Δεν πειράζει". "Μα ήρθε κοντά". "Δεν πειράζει". Άρχισε να φωνάζει ένας Γερμανός αξιωματικός. "Δεν πειράζει". Επλησίασε, είχε κι ένα φανταράκι. Επήγε και το 'βαλε στη μούρη του Μπερζέ. "Δεν πειράζει". ΣΑΝΟΥΔΑΚΗΣ: Ο Μπερζέ το έλεγε αυτό; ΠΕΤΡΑΚΗΣ: Βέβαια!! "Δεν πειράζει!". Εθύμωσε ο Γερμανός αξιωματικός, φώναζε. "Δεν πειράζει!". Έφυγε προς τα δυτικά αυτός και προς τα ανατολικά ο Μπερζέ. Και κείνη τη στιγμή κερδήθηκε η μάχη, δηλαδή. Και μπορούσε να την κερδίσει μόνο ο Μπερζέ, νομίζω. Ο άνθρωπος, ο υπεράνθρωπος, ο οποίος δεν έχασε το ρυθμό του, σε κάθε περίπτωση, δεν τον έχασε. Έγινε διάλυση. Έχουν γράψει αυτοί ένα κόσμο βιβλία για το θέμα. Οι τρεις ήσαν ειδικευμένοι για την τοποθέτηση των ναρκών, οι άλλοι οφείλανε να τους φυλάνε ή να τους υποβαστάζουν εν ανάγκη. Γινόταν αυτή η δουλειά, στη διάρκεια, δυο ώρες παρά τέταρτο. Διάσπαρτα τα αεροπλάνα εδώ, εκεί. Κάτι γιγαντιαία "Γιούγκερς" που έπρεπε να ανεβούνε αυτοί απάνω να τοποθετήσουν το πλαστικό, σε κατάλληλη θέση. Και όπου εκείνα ήταν ρυθμισμένα να λειτουργηθούνε, άλλα μετά μιάμιση ώρα, άλλα μετά μία και τέταρτο, μία και δέκα λεφτά ή τριάντα λεφτά ή είκοσι λεφτά μόνο. Ήταν ένα είδος σαν αυτά τα σακούλια που βάζομε τ' αλάτι, τέτοιο πιο συμπαγές, και που είχε, σαν κομπολόί περίπου είναι, ένα βραδύκαυστο, που έχει όμως διακοπές και τελειώνει σ' ένα μικρό μηχανισμό, που πρέπει να του αφαιρέσεις μια περόνη, το τοποθετείς και εκείνο θα λειτουργήσει στις ώρες του, δηλαδή, όπως είναι ρυθμισμένο. Όχι όλα την ίδια ώρα […] ΣΑΝΟΥΔΑΚΗΣ: Ο ρόλος ο δικός σου ποιος ήτανε σ' αυτήν την τοποθέτηση. ΠΕΤΡΑΚΗΣ: Ο ρόλος ο δικός μου ήταν η φρούρηση του άλλου, που βγαίνει απάνω. Γιατί ένας πρέπει να κάτσει από κάτω και να τον υποβαστάξει ή να τον φρουρήσει. Τέλος πάντων, δεν πάει μόνος. Λοιπόν, έγινε η έξοδος. Το πρωί μάς βρήκε στο μύλο του Σιγανού εκεί στο λημέρι μας, όπου δεν ξαναπήγαμε στο λημέρι μας. Αφήκαμε και κάτι κουβέρτες εκεί. Η ανατίναξη συντελέστηκε στην καθορισμένη της ώρα. Εμείς τη χαρήκαμε απ' τα Δυο Αοράκια πιο πλάι, έτσι πιο ανατολικά. Χαλούσε η γης κι η Οικουμένη, φωτιζότανε η γης και ο κόσμος και δεν τέλειωναν οι εκρήξεις. Αυτοί κινούνταν ήδη μέσα στις λάμψεις, οι Γερμανοί, αλλά ήταν ένα πράμα γι' αυτούς που ήταν ακαθόριστο πράμα. Τους έπεσε έτσι ξαφνικό. ΣΑΝΟΥΔΑΚΗΣ: Πόσα αεροπλάνα είχατε παγιδεύσει τότες; ΠΕΤΡΑΚΗΣ: Δεν νομίζω ότι εκραγήκανε και όλα. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να τ' αριθμήσομε. Δεν νομίζω ότι μπορούσε να είναι τριανταοχτώ που λένε οι εξημμένοι, δεν νομίζω ότι είναι εικοσιοχτώ. Νομίζω ότι είναι γύρω στα δεκαοχτώ. Έτσι νομίζω. Πάντως δεν είχαν και πολλά περισσότερα. Δεν είχανε πλήθος. Δεν πρέπει να σώθηκαν πολλά. Αυτά, τώρα, δεν μετριούνται, είναι και σκοτάδι, είναι κι η ψυχολογία, δεν τα μετράς τα πράγματα όπως μετράς τα δάχτυλα του χεριού σου. Είναι μια άλλη σελίδα της ζωής που δεν τη συλλαμβάνομε, δεν περιγράφεται κι εύκολα.

* Γάλλος συμπολεμιστής των ανταρτών στην Κρήτη