Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

5η Ενότητα

Ταξίδι στην Ιστορία

ΚΛΩΝΤ ΜΟΣΕ

Έγκλημα στην Αρχαία Αγορά

Σωτήρης Σόρογκας, Πέτρες σε κόκκινο πανί

Γιώργος Μανουσάκης, Αρχαία Αγορά

Εισαγωγή στο κείμενο

Αθήνα, 349 π.Χ. Την τελευταία ημέρα των Μεγάλων Διονυσίων, ένα σκάνδαλο ξεσπά στους πρόποδες της Ακροπόλεως. Μπροστά στους θεατές των δραματικών αγώνων, ο πλούσιος Μειδίας χαστουκίζει τον ήδη γνωστό για τις θέσεις του κατά του βασιλιά Φιλίππου, Δημοσθένη. Το βράδυ στην Αγορά όλοι σχολιάζουν με πάθος το συμβάν, ειδικά μέσα στο κατάστημα του αργυροχρυσοχόου Παμμένη, που είχε ετοιμάσει τα χρυσά στεφάνια της γιορτής.

Την επομένη, μέσα στο ίδιο κατάστημα ανακαλύπτεται το πτώμα του νεαρού Νικόστρατου, ενός απ' αυτούς που είχαν εκφράσει με σφοδρότητα την αποδοκιμασία τους κατά του Μειδία, δηλώνοντας έτοιμοι να υπερασπιστούν το Δημοσθένη. Ο Αριστοκλής, ξάδερφος του θύματος, καλείται να εξιχνιάσει το έγκλημα.

Η Συνέλευση του Δήμου (Απόσπασμα)

Δεν υπήρχε περίπτωση να απουσιάσω από τη συνέλευση του δήμου μας. Όσο αμήχανα αισθανόμουν στην εκκλησία του δήμου, μέσα σε κείνο το θορυβώδες πλήθος που παθιαζόταν με το παραμικρό, τόσο άνετα ένιωθα στις συνελεύσεις του δήμου μας περιστοιχισμένος από οικεία πρόσωπα, τα οποία γνώριζα από τότε που γράφτηκα στο μητρώο, με την ενηλικίωσή μου. Στο δήμο του Σφηττού, όπου βρίσκεται η πατρογονική μας περιουσία, ο μακρινός μου πρόγονος πολιτογραφήθηκε πρώτος, όταν ο Κλεισθένης -γόνος της μεγάλης οικογένειας των Αλκμεωνιδών- αναδιάρθρωσε την πόλη, την επαύριο της πτώσεως του τυράννου Ιππία. Η Αττική αριθμούσε περισσότερους από εκατό δήμους. Ο Σφηττός όμως είχε στις τάξεις του, εκείνη την εποχή, διακεκριμένα πρόσωπα και πολιτικούς άνδρες πρώτης γραμμής. Κατά τη διάρκεια εκείνων των συνελεύσεων καταρτίζαμε τον κατάλογο των κληρωτών βουλευτών και διευθετούσαμε τα ζητήματα που αφορούσαν στην οργάνωση των θρησκευτικών εορτασμών και στη συντήρηση των ιερών βωμών. Ο διάλογος κυλούσε γενικά σε ήπιους τόνους και οι αποφάσεις λαμβάνονταν συνήθως ομοφώνως.

Αλλά εκείνη τη φορά τα πράγματα ήταν αβέβαια. Η εκκλησία του δήμου είχε εγκρίνει το διάταγμα που εισηγήθηκε ο Δημόφιλος, σύμφωνα με το οποίο έπρεπε να αναθεωρηθούν όλα τα μητρώα των δήμων. Ο λόγος ήταν προφανής: η οικονομική κατάσταση δεν ήταν καθόλου λαμπρή εξαιτίας του κρυφού πολέμου εναντίον του Φιλίππου. Συνεπώς, η διαγραφή μερικών πολιτών θα περιόριζε αντιστοίχως τις μισθοδοσίες και κυρίως τα θεωρικά, τα οποία η πόλη μας προσέφερε από το δημόσιο ταμείο θεαμάτων, εν είδει αποζημιώσεως προκειμένου να παρακολουθούμε τις δραματικές παραστάσεις. Ο Εύβουλος είχε αυξήσει το ποσό των θεωρικών προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση όσων, όπως ο Δημοσθένης, υποστήριζαν ότι εκείνα τα χρήματα έπρεπε να διατεθούν για την κάλυψη στρατιωτικών δαπανών.

Σηκώθηκα λοιπόν πρωί-πρωί και πήγα στο μέρος όπου γινόταν η συνέλευση. Ο δήμαρχος Μενεσθέας βρισκόταν ήδη εκεί μαζί με τους συμβούλους του. Μπροστά του, πάνω σε ένα μικρό τραπέζι, είχε τοποθετηθεί ο επίσημος κατάλογος των δημοτών. Θυμόμουν ακόμη εκείνη τη μέρα που ο πατέρας με παρουσίασε στους συμπολίτες του δήμου μας. Ήμουν μόλις δεκαοκτώ χρόνων και καμάρωνα με την ιδέα ότι θα μπορούσα να συμμετάσχω στην εκκλησία. Ήμουν τόσο περήφανος που επιτέλους γινόμουν αθηναίος πολίτης, ώστε λησμονούσα ότι προηγουμένως με περίμεναν δύο ολόκληρα χρόνια σκληρής ζωής, μακριά από το σπίτι μου, προκειμένου να εκπληρώσω τα στρατιωτικά μου καθήκοντα ως έφηβος. Στην αρχή της θητείας περιοδεύσαμε στα ιερά της Αττικής. Κατόπιν υπηρετήσαμε ένα χρόνο στον Πειραιά, στο φρούριο της Μουνιχίας. Το δεύτερο χρόνο, αφού πήραμε δόρυ και ασπίδα, φρουρούσαμε τα σύνορα της Αττικής. Είχα βέβαια μάθει να χειρίζομαι τα όπλα, αλλά η φυσική μου συστολή με κρατούσε σε απόσταση από τους συνήθως θορυβώδεις κι εριστικούς συντρόφους μου. Εντούτοις, έκανα μερικούς φίλους, από τους εφήβους της φυλής μου, κι έτσι η δεύτερη χρονιά κύλησε λιγότερο δύσκολα από ό,τι φοβόμουν. Πάντως η εμπειρία του στρατού δεν με παρακίνησε να ακολουθήσω στρατιωτική σταδιοδρομία.

Κι ενώ ονειροπολούσα, οι δημότες προσέρχονταν ο ένας μετά τον άλλο. Αφού ο Μενεσθέας έκανε την καθιερωμένη θυσία και δώσαμε όρκο, άρχισε η εκφώνηση των ονομάτων. Ο καθένας έπρεπε να αποδείξει ότι γεννήθηκε από πατέρα αθηναίο πολίτη και μητέρα κόρη αθηναίου πολίτη, ενωμένους σε νόμιμο γάμο. Είχε περάσει πάνω από ένας αιώνας από τότε που ο Περικλής προκάλεσε την ψήφιση εκείνου του νόμου.

Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, ο νόμος κάπως ατόνησε. Χρειαζόμασταν άνδρες για τον πόλεμο και παραβλέπαμε την νομιμότητα της καταγωγής. Έφτανε ο υποψήφιος πολίτης να έχει πατέρα αθηναίο πολίτη. Όταν η δημοκρατία αποκαταστάθηκε, μετά την πτώση των ολιγαρχικών που είχαν στο μεταξύ πάρει την εξουσία, εκμεταλλευόμενοι την ήττα μας, ο νόμος εφαρμόσθηκε εκ νέου. Αποφύγαμε όμως να του προσδώσουμε αναδρομική ισχύ. Ορισμένοι αντίπαλοι του Δημοσθένη υποστήριξαν ότι, αν ο νόμος είχε αναδρομική ισχύ, η μητέρα του ρήτορα δεν θα εθεωρείτο Αθηναία, διότι -ως γνωστόν- ο πατέρας της μητέρας του είχε παντρευτεί μια νεαρή Ελληνοσκύθισσα, όταν ήταν εξόριστος στην Κριμαία, στο βασίλειο του Βοσπόρου. Η Κλεοβούλη, η μητέρα του Δημοσθένη, γεννήθηκε από εκείνον το γάμο. Κατά συνέπεια, ο Δημοσθένης δεν θα είχε αποκτήσει την ιδιότητα του αθηναίου πολίτη. Καταλαβαίνετε λοιπόν γιατί οι επικριτές του δεν έχαναν την ευκαιρία να υπενθυμίζουν αυτήν την ιστορία.

Αν και ο νόμος ήταν καθολικά σεβαστός, είχα ακούσει συχνά τον πατέρα μου να λέει ότι υπήρχαν διάφοροι τρόποι να τον καταστρατηγήσεις. Ο συνηθέστερος ήταν η εξαγορά μαρτύρων, που βεβαίωναν ψευδώς ότι δήθεν γνώριζαν από παλιά τους γονείς των αμφισβητούμενης καταγωγής προσώπων. Πολλοί νόθοι -κυρίως γιοι ή κόρες αθηναίων πολιτών με μητέρες αλλοδαπές ή δούλες- κατάφερναν να αναγνωριστούν ως νόμιμα τέκνα με τη σιωπηρή ανοχή του πατέρα τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, όταν ο άνδρας δεν είχε αποκτήσει αγόρι από τη νόμιμη σύζυγό του, δεν δίσταζε να παρουσιάσει ως νόμιμο γιο το αγόρι που είχε με την παλλακίδα του. Εγώ βέβαια δεν είχα κανένα λόγο να ανησυχώ. Αλλά υποψιαζόμουν πως δεν συνέβαινε το ίδιο με κάποιους άλλους.

Η υποψία μου βγήκε αληθινή, όταν φτάσαμε στο όνομα του Ευκράτη. Ο Μενεσθέας επεσήμανε ότι ορισμένοι δημότες αμφισβητούσαν την αθηναϊκή ιδιότητα της μητέρας του. Την είχαν δει να πουλά κορδέλες και γυναικεία κοσμήματα στην Αγορά, δραστηριότητα ανάρμοστη σε μιαν Αθηναία. Αυτό είχε συμβεί πολύ καιρό πριν. Όσοι όμως είχαν ανοικτούς λογαριασμούς με το βίαιο και αλαζονικό Εύκρατη, άδραξαν την ευκαιρία για να του επιτεθούν. Δεν τον ήξερα καλά. Γνώριζα μόνον ότι είχε παντρευτεί μια εξίσου αλαζονική με αυτόν γυναίκα, η οποία ανήκε στην οικογένεια του πλούσιου Καλλία. Κυκλοφορούσε η φήμη ότι ο Ευκράτης είχε κάνει χρυσές δουλειές ασκώντας τη συκοφαντία κατά σύστημα. Ο γρήγορος πλουτισμός ορισμένων προκαλούσε συχνά τέτοιες κατηγορίες, ενώ δεν ίσχυε το ίδιο για όσους μετέπιπταν αιφνιδίως από τον πλούτο στην ένδεια. Ήξερα ότι είχε ένα βυρσοδεψείο. Ο πατέρας μου δεν τον συμπαθούσε κι εγώ δεν είχα κανένα λόγο να τον υπερασπιστώ. Παρ' όλα αυτά, τα επιχειρήματα των αντιπάλων του μου φαίνονταν σαθρά.

Είναι γεγονός ότι η ένδεια, εκείνη την εποχή, ανάγκαζε συχνά ελεύθερες Αθηναίες να εργάζονται χειρωνακτικά και να πουλούν το προϊόν της εργασίας τους. Έλεγαν ότι η μητέρα του Ευκράτη βρέθηκε, νεότατη, ολομόναχη με δύο παιδιά να θρέψει, όταν ο άνδρας της φυλακίστηκε. Ο ίδιος ο Ευκράτης, εξάλλου, δεν παρέλειψε να προβάλει την ανάγκη στην οποία είχε βρεθεί η μητέρα του κι επικαλείτο τη μαρτυρία των φίλων του κι όσων γνώριζαν την οικογένεια του πατέρα και της μητέρας του. Ξαφνικά, τέντωσα τα αυτιά μου. Ο διπλανός μου, ένας ηλικιωμένος σεβάσμιος άνδρας, σηκώθηκε για να πάρει το λόγο:

«Επιθυμώ να καταθέσω υπέρ του Ευκράτη. Ο πατέρας μου γνώριζε καλά τον πατέρα της μητέρας του. Ήταν φτωχός κι έντιμος άνδρας, άμεμπτος πολίτης. Μην πιστεύετε τα μυθεύματα των μεγαλόστομων νεαρών που διαδίδουν υβριστικές φήμες και είναι έτοιμοι να δυσφημίσουν τους συμπολίτες τους, για να προκαλέσουν την προσοχή».

Γύρισα προς το μέρος του: «Ποιον υπονοείς;» «Μερικούς δημότες, ανάμεσα στους οποίους πρέπει μετά λύπης μου να πω ότι συγκαταλεγόταν ο ξάδερφος σου ο Νικόστρατος. Δεν γνωρίζω για ποιο λόγο το έκανε. Βλέπεις όμως το αποτέλεσμα: ο Ευκράτης κινδυνεύει να χάσει την ιδιότητα του πολίτη».

Κι άλλες φωνές υψώθηκαν. Άλλοι έπαιρναν το μέρος του Ευκράτη κι άλλοι τον αποδοκίμαζαν. Ο Μενεσθέας ήταν διστακτικός. Ήταν έντιμος άνδρας και δεν ήθελε να αδικεί. Ήξερε άλλωστε ότι ο Ευκράτης δεν θα δεχόταν αδιαμαρτύρητα τη διαγραφή του από το μητρώο και θα τον πήγαινε στο δικαστήρια επιστρατεύοντας όλους τους συγγενείς του και εξαγοράζοντας ενδεχομένως μερικούς μάρτυρες. Ο Μενεσθέας έθεσε σε δια βοής ψηφοφορία την πρόταση των αντιπάλων του Ευκράτη. Προς μεγάλη μου ανακούφιση, η πρόταση καταψηφίστηκε με διαφορά ολίγων ψήφων.

Η Κλωντ Μοσέ είναι διακεκριμένη Γαλλίδα ιστορικός, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο VIII του Παρισιού.