Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Οικονομία :: Οικονομική είδηση

( στροφή στα γάλατα υψηλής παστερίωσης :: 19-03-2003) 

Στροφή στα γάλατα υψηλής παστερίωσης

Διευρύνεται το μερίδιό τους στην αγορά

ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΚΟΥΦΟΥ

Τα προϊόντα υψηλής παστερίωσης φαίνεται να αποτελούν την αιχμή του δόρατος για τις βιομηχανίες γάλακτος, παρά το γεγονός ότι το φρέσκο παστεριωμένο γάλα παραμένει πρωταθλητής των πωλήσεων.

Η αυξανόμενη ζήτηση των προϊόντων υψηλής παστερίωσης το τελευταίο διάστημα εντείνει τον ανταγωνισμό των γαλακτοβιομηχανιών, οδηγώντας στη δημιουργία νέων προϊόντων. Η αύξηση της κατανάλωσης των προϊόντων γάλατος υψηλής παστερίωσης το διάστημα Ιανουαρίου - Αυγούστου του 2002 (ξεπέρασε το 40%), αλλά και η κάμψη στη ζήτηση λευκού παστεριωμένου (2% έως 3% σε ετήσια βάση), επαναπροσδιορίζουν τα σχέδια των εταιρειών του κλάδου της γαλακτοβιομηχανίας, οι οποίες προσανατολίζονται στη διεύρυνση της γκάμας των προϊόντων τους, όπως και των εμπλουτισμένων προϊόντων γάλακτος που απευθύνονται σε παιδιά και κερδίζουν συνεχώς έδαφος στην εγχώρια αγορά.

Άμυνα στην ανασφάλεια

Η προσπάθεια που έγινε την τελευταία τετραετία για παράταση στη διάρκεια ζωής του γάλακτος στο ψυγείο φαίνεται ότι αποδίδει αποτελέσματα. Η εικόνα που παρουσίαζε η αγορά τις προηγούμενες δεκαετίες, με κυρίαρχα τα γάλατα κονσέρβας, έχει πλέον ανατραπεί. Στην κατηγορία τού γάλακτος υψηλής παστερίωσης οι γαλακτοβιομηχανίες επένδυσαν τα τελευταία χρόνια, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και προσφέροντας στους καταναλωτές προϊόντα υψηλής ποιότητας, σε μια προσπάθεια να ανατρέψουν το αίσθημα ανασφάλειας, το οποίο δημιούργησαν οι απανωτές διατροφικές κρίσεις που αντιμετώπισε η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.

Το γάλα υψηλής παστερίωσης, το οποίο μπήκε στην αγορά το 1997 και θεωρήθηκε καινοτομία, έδινε τη δυνατότητα διατήρησης ακόμα και για 45 ημέρες στο ψυγείο. Την κατηγορία αυτή πρώτη εγκαινίασε με το «ΝΟΥΝΟΥ Family» η εταιρεία Friesland και στη συνέχεια ακολούθησε η ΦΑΓΕ και η ΔΕΛΤΑ με τα προϊόντα «ΦΑΡΜΑ» και «mmmilk» αντίστοιχα.

Περιθώρια ανάπτυξης

Οι αλλαγές που διαφαίνονται, όσον αφορά τις προτιμήσεις των καταναλωτών τα προσεχή χρόνια, οδηγούν πλέον όλες τις εταιρείες του κλάδου σε «θέση μάχης». Υπολογίζεται ότι η εγχώρια κατά κεφαλήν κατανάλωση είναι 53,2 λίτρα τον χρόνο, ενώ, όπως προκύπτει από στοιχεία της Eurostat, η κατανάλωση σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες κυμαίνεται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα, με την κατά κεφαλήν κατανάλωση στη Δανία να φτάνει τα 134 λίτρα, στη Γερμανία τα 91,2 λίτρα και στη Φινλανδία στα 183 λίτρα.

Η μεγαλύτερη αγορά

Όπως στα προϊόντα γιαούρτης, έτσι και στο γάλα οι βιομηχανίες προσανατολίζονται στη δημιουργία προϊόντων υψηλών προδιαγραφών, τα οποία θα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των καταναλωτών κάθε ηλικίας. Η αγορά του γάλακτος αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά στη γαλακτοβιομηχανία και αυτό οι βιομηχανίες φαίνεται να το γνωρίζουν. Η δημιουργία νέων προϊόντων και οι επενδύσεις προς την κατεύθυνση της ασφάλειας και της βελτίωσης των προϊόντων αποτελούν προτεραιότητες για το μέλλον.

Για το 2002 συνολικά, η αγορά γάλακτος κυμάνθηκε στους 660.000 τόνους, παρουσιάζοντας ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξεως του 1%-2%. Σε σύνολο 2,2 δισ. ευρώ, που εκτιμάται ότι είναι η συνολική αγορά γαλακτοκομικών, η αγορά γάλακτος υπολογίζεται στα 600 εκατ. ευρώ, με το φρέσκο λευκό γάλα να εξακολουθεί να είναι ο πρωταθλητής των πωλήσεων.