Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Κόσμος :: Επιστημονική είδηση

( κλώνος made in china! :: 27-01-2003) 

Κλώνος made in China!

Μια Κινέζα επιστήμονας υποστηρίζει ότι δημιούργησε το πρώτο κλωνοποιημένο ανθρώπινο έμβρυο στον κόσμο και είναι έτοιμη να αποδείξει τον ισχυρισμό της.

Η Λου Γκουανγκσιού είναι 61 ετών και ηγείται ομάδας 60 επιστημόνων σε ένα υπερσύγχρονο εργαστήριο, στην Τσανγκσά της νότιας Κίνας. Όπως είπε σε συνέντευξή της στη "Σάντεϊ Τάιμς", έχει δημιουργήσει περισσότερα από 80 έμβρυα που περιλαμβάνουν το γενετικό αποτύπωμα ενός ενήλικα. Επιπλέον, έχει αναπτύξει καλλιέργειες ανθρώπινων κυττάρων ικανές να παρέχουν "ανταλλακτικά" για διάφορες ασθένειες, όπως λευχαιμία. Άλλωστε, η Λου πιστεύει ότι η τεχνολογία της κλωνοποίησης πρέπει να χρησιμοποιηθεί μόνο για τον σκοπό αυτό. Σε τέσσερις περιπτώσεις, τα έμβρυα έμειναν ζωντανά μέχρι να εμπλουτιστούν με εκατοντάδες κύτταρα. Στο σημείο αυτό θα μπορούσαν να μεταφερθούν σε μήτρες γυναικών με σκοπό την τεκνοποίηση. Σύμφωνα με τη Λου, πρόκειται για το σημαντικότερο βήμα από τότε που γεννήθηκε η Ντόλι.

Η αμερικανική εταιρεία Advanced Cell Technology είχε ανακοινώσει το 2001 ότι κατάφερε να δημιουργήσει τρία κλωνοποιημένα μονοκύτταρα έμβρυα, από τα οποία το πιο ενεργό πέθανε αφού είχε φτάσει μόνο στα έξι κύτταρα. Από τότε, μόνο οι ραελιανοί έχουν ισχυριστεί ότι κλωνοποίησαν μωρά.

Η έρευνα της Λου θα δημοσιευτεί προσεχώς στο περιοδικό "Nature". Πολλοί ειδικοί όμως στη Δύση που γνωρίζουν τη δουλειά της επισημαίνουν ότι είναι πολύ πιθανό να λέει την αλήθεια. "Αν οι ισχυρισμοί της είναι βάσιμοι, πρόκειται για μεγάλο επίτευγμα", δήλωσε ο Χάρι Γκρίφιν, διευθυντής του Ινστιτούτου Ρόσλιν στη Σκωτία, όπου κλωνοποιήθηκε η Ντόλι.

"Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να καλλιεργήσω βλαστοκύτταρα, όχι να γίνω διάσημη εις βάρος του συμφέροντος του ανθρώπινου είδους", τόνισε η Κινέζα επιστήμων στους "Σάντεϊ Τάιμς". "Ακόμη και αν στεφθεί με επιτυχία, η αναπαραγωγή με κλωνοποίηση δεν μπορεί να οδηγήσει παρά σε ένα ανθρώπινο πλάσμα χαμηλής ποιότητας".

Η Λου πιστεύει ότι η τεχνολογία της θα είναι διαθέσιμη στους ασθενείς σε 5 χρόνια, αν και αναγνωρίζει ότι όλα εξαρτώνται από τη χρηματοδότησή της.