Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Γνώμες-Σχόλια :: Ανάλυση

( γνωμη - νομικό ζήτημα ο χαρακτηρισμός :: 06-03-2003) 

ΓΝΩΜΗ Νομικό ζήτημα ο χαρακτηρισμός

Θεωρείται από τα δυσχερέστερα της Ποινικής Επιστήμης

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΩΛΕΔΑΚΗΣ

Το θέμα του χαρακτηρισμού των δικαζόμενων εγκλημάτων ως "πολιτικών εγκλημάτων", που συνάπτεται άμεσα με την αρμοδιότητα του δικαστηρίου που θα κρίνει τις πράξεις των μελών της οργάνωσης 17 Νοέμβρη, είναι αποκλειστικά νομικό ζήτημα από τα δυσχερέστερα της ποινικής επιστήμης. Θα πρέπει, λοιπόν, να διευκρινιστούν κάποια αυτονόητα, κατά τη γνώμη μου, σημεία, τα οποία, ωστόσο, αγνοούνται ή υποτιμούνται στις σχετικές συζητήσεις των ημερών:

α. Η έννοια του "πολιτικού εγκλήματος" είναι καθαρά νομική (όπως π.χ. οι έννοιες του διαρκούς ή στιγμιαίου εγκλήματος, του κατ' εξακολούθηση εγκλήματος, του υπαλλακτικώς ή διαζευκτικώς μεικτού εγκλήματος). Δεν μπορεί, λοιπόν, δημοσιογράφοι ή πολιτικοί, στερούμενοι νομικής μορφώσεως, να αποφαίνονται με βεβαιότητα ότι τα εγκλήματα των μελών της οργάνωσης είναι ή δεν είναι πολιτικά.

β. Ο χαρακτηρισμός συγκεκριμένων εγκλημάτων ως "πολιτικών" προϋποθέτει να έχει ξεκαθαρίσει αυτός που κρίνει - δικαστικά ή απλώς επιστημονικά - την ακριβή έννοια του πολιτικού εγκλήματος. Επειδή δεν υπάρχει ομοφωνία γι' αυτήν στη νομική επιστήμη, μπορεί να θεωρήσει κανείς (σχετικά εύκολα και απλουστευτικά) μόνο την εσχάτη προδοσία (προσπάθεια μεταβολής του πολιτεύματος) ως έγκλημα πολιτικό (παραδοσιακή, αντικειμενική θεωρία) ή να επιλέξει μία από τις δύο "υποκειμενικότερες" απόψεις. Εκείνη που στηρίζει τον χαρακτηρισμό στα πολιτικά κίνητρα του δράστη, ανεξαρτήτως πράξεών του (ακραιφνώς υποκειμενική θεωρία) είτε εκείνη που ξεκινά μεν από τα κίνητρα, περιορίζει όμως τον χαρακτηρισμό σ' εκείνες μόνο τις πράξεις που βρίσκονται σε άμεση λογική αντιστοιχία με το (πολιτικό) κίνητρο και δεν το υπερβαίνουν (μεικτή θεωρία). Η τελευταία φαίνεται πληρέστερη, έχει ωστόσο δυσκολίες στην εφαρμογή της αναφορικά με την κρίσιμη κρίση της "αντιστοιχίας" και απαιτεί πλήρη γνώση των στοιχείων της δικογραφίας.

Μόνον η παραδοχή της αντικειμενικής θεωρίας οδηγεί άμεσα και εύκολα στο συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται για "πολιτικά εγκλήματα", εφόσον δεν έχει διατυπωθεί κατηγορία για πράξεις εσχάτης προδοσίας (αρ. 134 ΠΚ).

γ. Αφορισμοί του τύπου ότι "πολιτικά εγκλήματα" δεν νοούνται σε δημοκρατικό καθεστώς, ότι οι δολοφονίες δεν είναι "πολιτικά εγκλήματα", ότι δήθεν έχει νομικά λυθεί ότι η τρομοκρατία δεν είναι "πολιτικό έγκλημα", δεν έχουν επιστημονική βάση για τους εξής λόγους: i) Πράξεις εσχάτης προδοσίας αλλά και πράξεις με κίνητρο τη μεταβολή του συγκεκριμένου καθεστώτος μιας χώρας γίνονται και σε δημοκρατικά συγκροτημένες πολιτείες, διαφορετικά δεν θα είχε νόημα η πρόβλεψη του "πολιτικού εγκλήματος" στο δημοκρατικό Σύνταγμα της χώρας μας. Εξάλλου, κάποιος μπορεί να πιστεύει ότι το δημοκρατικό πολίτευμα δεν είναι το καλύτερο και να επιχειρεί να το αλλάξει με ανορθόδοξο τρόπο (= πολιτικό έγκλημα). Αν ακολουθήσει για την αλλαγή δημοκρατικές διαδικασίες, τότε βέβαια δεν τελεί έγκλημα και συνεπώς δεν τίθεται θέμα χαρακτηρισμού των πράξεών του.

ii) Και μια δολοφονία μπορεί να χαρακτηριστεί ως "πολιτικό έγκλημα" αν το θύμα ενσαρκώνει το πολιτειακό καθεστώς σε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή ή (κατά την υποκειμενική θεωρία) το κίνητρο της πράξης αυτής ήταν πολιτικό (να κλονίσει πολιτικά το καθεστώς) και (κατά τη μεικτή θεωρία) η απεχθής αυτή πράξη ήταν σε αντιστοιχία λογική με το κίνητρο.

iii) Κανένα δεσμευτικό νομικά για την Ελλάδα και ισχύον κείμενο (όταν μάλιστα τελέστηκαν οι σήμερα δικαζόμενες πράξεις) δεν αποκλείει τον χαρακτηρισμό των τρομοκρατικών πράξεων ως "πολιτικών εγκλημάτων", εκτός από το άρθρο 1 του ν. 1789/1988 ("κύρωση Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την καταστολή της τρομοκρατίας"), το οποίο όμως, αναφέρεται μόνο στην έκδοση εγκληματιών και ισχύει μόνο για τις ανάγκες της έκδοσης μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών. Εξάλλου νομοθετικός (-δεσμευτικός) ορισμός της τρομοκρατικής πράξης δεν υπάρχει.

Τέλος, δεν έχει πρακτική - ούτε νομική - αξία η συχνά ακουόμενη άποψη ότι η έννοια του "πολιτικού εγκλήματος" είναι γέννημα ρομαντικής εποχής και σήμερα αποτελεί ξεπερασμένο όρο, αφού ο όρος αυτός αναφέρεται ρητά σε δύο διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος και επιβίωσε μετά την πρόσφατη (2001) αναθεώρησή του (άρθρα 47 και 97).

Το δικαστήριο είναι, λοιπόν, αυτήν τη στιγμή το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφανθεί σχετικά. Πρέπει να το κάνει με πλήρως αιτιολογημένη απόφασή του, που θα νομολογεί και για τον όρο "πολιτικό έγκλημα".

Πιθανά ενδεχόμενα: α) Να δεχθεί την αντικειμενική θεωρία οπότε τα εγκλήματα των μελών της 17 Νοέμβρη δεν μπορεί να χαρακτηριστούν πολιτικά. β) Να δεχθεί την υποκειμενική θεωρία ή τη μεικτή, οπότε είτε τώρα (με τη γνώση του ανακριτικού υλικού) είτε και αργότερα να αποφανθεί ότι δεν είναι πολιτικά τα εγκλήματα για κανέναν από τους κατηγορουμένους.

γ) Να δεχθεί την υποκειμενική ή τη μεικτή θεωρία και να αποφανθεί ότι ορισμένες πράξεις ή για ορισμένους κατηγορουμένους υπάρχει "πολιτικό έγκλημα", οπότε θα πρέπει να παραπέμψει ως προς αυτά την υπόθεση στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 97 του Συντάγματος. δ) Να αποφανθεί για όλους ότι τα εγκλήματα είναι "πολιτικά" και να παραπέμψει συνολικά την υπόθεση στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο.