Βιβλιογραφία

Νέα Ελληνική Γλώσσα και Γλωσσική Εκπαίδευση 

Εντοπισμός, αποδελτίωση και καταγραφή της ελληνόγλωσσης βιβλιογραφίας για την ελληνική γλώσσα και τη διδασκαλία της 

Αντικείμενο αυτής της εργασίας αποτελεί η παρουσίαση κάποιων σημαντικών υποθέσεων σχετικά με την κατάκτηση των σημασιολογικών και των συντακτικών ιδιοτήτων του ρήματος και, ειδικότερα, η εξέταση της ισχύος αυτών των υποθέσεων μέσα από μια εξελικτική έρευνα της νέας ελληνικής.
Αρχικά εξηγείται ο «κομβικός» όρος bootstrapping, που κυριολεκτικά σημαίνει τη χρήση αναβολέα ως βοήθεια για την ανάβαση του ιππέα στο άλογο˙ στα πλαίσια της ψυχογλωσσολογίας, ωστόσο, σημαίνει τη βοήθεια που χρησιμοποιεί το παιδί προκειμένου να κατακτήσει και να συγκροτήσει τις λεξικές ιδιότητες των ρημάτων. Στη συνέχεια επιχειρείται μια συνοπτική κριτική παρουσίαση α) της υπόθεσης της χρήσης του «σημασιολογικού αναβολέα», β) της υπόθεσης της χρήσης του «συντακτικού αναβολέα» και γ) του μοντέλου της λεξικής συμφιλίωσης [lexical reconciliation].

Σύμφωνα με την υπόθεση της χρήσης του σημασιολογικού αναβολέα (Pinker 1984, 1994), η κατάκτηση των σημασιών των πρώτων ρημάτων του λεξιλογίου επιτυγχάνεται μέσω της άντλησης αυτής της πληροφορίας αποκλειστικά από την παρατήρηση. Η κατάκτηση της σημασίας των ρημάτων βοηθά το παιδί να προσδιορίσει τους συντακτικούς όρους της πρότασης βάσει έμφυτων συσχετισμών ή συνδετικών κανόνων.

Σύμφωνα με την υπόθεση του συντακτικού αναβολέα, η κατάκτηση των ρημάτων συντελείται μέσω της συσχέτισης μιας φράσης ή συντακτικής δομής με την εικόνα που αντιλαμβάνεται το παιδί. Ως απαραίτητη προϋπόθεση για την κατάκτηση της σημασίας του ρήματος ορίζεται η γνώση του αριθμού, της θέσης, της κατηγορίας και της σημασίας των συμπληρωμάτων του. Κατά την υπόθεση αυτή, όταν το παιδί αποκωδικοποιήσει σωστά, βάσει έμφυτων συντακτικών κανόνων, το κατηγοριακό περιβάλλον του ρήματος, τότε είναι σε θέση να κατακτήσει την ερμηνεία του. Στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης εντάσσεται, κατά τη συγγραφέα, και η υπόθεση της χρήσης του αναβολέα των απολεξικοποιημένων ρημάτων [light verbs] (Hollebrandse & van Hout 1998˙ van Hout 1998˙ Αλεξάκη 2003), σύμφωνα με την οποία αυτά διευκολύνουν στην κατάκτηση των λεξικών ρημάτων λόγω των συντακτικών και σημασιολογικών ιδιοτήτων τους. Τα απολεξικοποιημένα ρήματα (π.χ. είμαι, πάω, κάνω) είναι σημασιολογικά αποχρωματισμένα, καθώς «κερδίζουν» τη σημασία τους μέσω του ουσιαστικού-συμπληρώματός τους στις περιφράσεις που δημιουργούν (π.χ. είμαι κουρασμένος, κάνω θόρυβο), ενώ συντακτικά διατηρούν τις λεξικές ιδιότητές τους και το ποιόν ενεργείας τους. Διατυπώνεται η υπόθεση πως «τα απολεξικοποιημένα ρήματα αποτελούν το μέσο για τον συνδυασμό των συντακτικών ιδιοτήτων με τη λεξική άποψη και κατ'επέκταση με τη σημασία των λεξικών ρημάτων κατά τη διάρκεια της γλωσσικής κατάκτησης».

Τέλος, σύμφωνα με το μοντέλο της λεξικής συμφιλίωσης (Grimshaw 1994), οι υποθέσεις της χρήσης του σημασιολογικού και του συντακτικού αναβολέα δεν είναι αντικρουόμενες αλλά αλληλοσυμπληρούμενες. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, το παιδί ως παρατηρητής προσλαμβάνει ένα φωνητικό και ένα οπτικό μήνυμα, επεξεργάζεται κατάλληλα τα σχετικά δεδομένα και καταχωρίζει τη λεξική απεικόνιση του ρήματος στο νοητικό λεξικό. Η διαδικασία κατάκτησης των ρημάτων ακολουθεί τα εξής βήματα: α) εξωγλωσσική παρατήρηση, β) σημασιολογική ανάλυση, γ) συντακτική ανάλυση, δ) επαλήθευση και κατάκτηση.

Στην παρούσα εργασία, και στη βάση του μοντέλου της λεξικής συμφιλίωσης, διατυπώνεται και εξετάζεται η υπόθεση πως το παιδί αρχικά στηρίζεται στην παρατήρηση και στη σημασιολογική ανάλυση των ρηματικών λημμάτων του λεξιλογίου του, ενώ στο στάδιο των δύο έως τριών λέξεων το παιδί χρησιμοποιεί τις συντακτικές ιδιότητες των ρημάτων για να διακρίνει τη σημασιολογική διαφοροποίησή τους. Συνέπεια αυτής της εξέλιξης είναι -κατά τη συγγραφέα- η αύξηση των απολεξικοποιημένων ρημάτων που έχουν σαφείς αποψιακές και συντακτικές ιδιότητες.

Για τον έλεγχο των παραπάνω υποθέσεων εξετάζεται ένα corpus που αποτελείται από 85 ηχογραφήσεις του αυθόρμητου λόγου ενός αγοριού, του Χρήστου (1;7 - 3;1). Για τις ανάγκες της παρούσας έρευνας απομονώθηκαν τα λεξικά και τα απολεξικοποιημένα ρήματα που χρησιμοποιεί ο Χρήστος. Μετά από τη λεπτομερή παρουσίαση του γλωσσικού προφίλ του Χρήστου και την κριτική παρουσίαση των συντακτικών και των σημασιολογικών περιβαλλόντων στα οποία εμφανίζεται το ρήμα κάνω, επιβεβαιώνονται κατά τη συγγραφέα οι υποθέσεις «ότι τα παιδιά διευκολύνονται από τα απολεξικοποιημένα ρήματα που έχουν συγκεκριμένη σύνταξη, αλλά υποκατηγοριοποιημένη σημασία για να εκφράσουν νέες έννοιες».
Τέλος, από την εξέταση των ρημάτων στον λόγο του Χρήστου, σύμφωνα με τη συγγραφέα, συμπεραίνονται -μεταξύ άλλων- τα ακόλουθα:

  • Στην αρχή της κατάκτησης των ρημάτων το παιδί ακολουθεί τη χρήση του σημασιολογικού αναβολέα, καθώς βάσει της εξωγλωσσικής παρατήρησης αντιστοιχίζει το ρήμα με την εικόνα/σκηνή με την οποία ταιριάζει.
  • Έως τα δύο πρώτα χρόνια εμφανίζονται σημαντικές δυσκολίες στη χρήση των απολεξικοποιημένων ρημάτων, σε αντίθεση με την υπόθεση του συντακτικού αναβολέα και του αναβολέα των απολεξικοποιημένων ρημάτων. Επίσης, δεν εμφανίζονται όλα τα απολεξικοποιημένα ρήματα την ίδια χρονική στιγμή στη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού, ενώ ορισμένα απολεξικοποιημένα ρήματα έχουν αρχικά (στις πρώτες τους χρήσεις) σημασιολογικό βάρος.
  • Από δύο έως δυόμισι ετών το παιδί παράγει πολλές περιφράσεις με απολεξικοποιημένα ρήματα. Όσο το λεξιλόγιο του παιδιού εμπλουτίζεται με μονολεκτικά ρήματα, οι αντίστοιχες περιφράσεις με απολεξικοποιημένα ρήματα εγκαταλείπονται. Μετά την ηλικία 2;5 η χρήση των απολεξικοποιημένων ρημάτων μειώνεται. Επίσης, δεν έχουν όλα τα απολεξικοποιημένα ρήματα την ίδια συχνότητα εμφάνισης, καθώς αυτά που δεν έχουν πρωτότυπη σημασία (π.χ. είμαι, κάνω) είναι τα πιο συχνά εμφανιζόμενα ρήματα στον παιδικό λόγο.
  • Η χρήση του ρήματος κάνω σε διάφορες περιφράσεις δηλώνει την ευκολία του παιδιού να ταιριάξει την ελαστική σύνταξη του ρήματος με τη σημασία του συμπληρώματός του. Συνέπεια αυτού είναι η δημιουργία συντακτικά γραμματικών περιφράσεων που όμως δεν αποτελούν περιφράσεις της ελληνικής, παρά μόνο υπεργενικεύσεις των ιδιοτήτων του ρήματος κάνω.
  • Η εφαρμογή από το παιδί τόσο του σημασιολογικού όσο και του συντακτικού αναβολέα για την κατάκτηση των ρημάτων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μοντέλο της λεξικής συμφιλίωσης βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση για την επιτυχή περιγραφή της κατάκτησης του ρηματικού λεξιλογίου.

Βαλάντης Φυνδάνης