Βιβλιογραφία

Νέα Ελληνική Γλώσσα και Γλωσσική Εκπαίδευση 

Εντοπισμός, αποδελτίωση και καταγραφή της ελληνόγλωσσης βιβλιογραφίας για την ελληνική γλώσσα και τη διδασκαλία της 

Αντικείμενο του άρθρου αποτελεί η εναντιοσημία, δηλαδή η συστηματική ή μη έκφραση αντιθέσεων και αντιφάσεων στο λεξιλόγιο με λεξιλογικά και όχι συντακτικά ή πραγματολογικά γλωσσικά μέσα.

Η εναντιοσημία παρουσιάζει δύο βασικούς τύπους: αφενός μπορεί να προϋποθέτει μια κλίμακα διαφοροποιήσεων, εκφράζοντας ποικίλες αντιθετικές σχέσεις (τίμιος / άτιμος, πάνω / κάτω, ανεβαίνω / κατεβαίνω κ.λπ.). Αφετέρου μπορεί διαμορφώνεται μεταξύ στη βάση κάποιας αντίφασης. Σε αυτή την περίπτωση, το ένα από τα δύο ή και περισσότερα στοιχεία της σχέσης αποκλείει ή και συμπληρώνει το άλλο (ρωτώ / απαντώ, ο σύζυγος / η σύζυγος κ.λπ.).

Ενδεικτικό για την ύπαρξη εναντιοσημίας είναι το γεγονός ότι τα στοιχεία μιας τέτοιας σχέσης μπορούν να εμφανιστούν σε μια ενότητα με ποικίλα σχήματα: ως σύνθετα (ανεβοκατεβαίνω), ως φρασεολογικές ενότητες (μέρα νύχτα) ως συνδυασμοί (αλήθεια χωρίς ψέματα ψωμί χωρίς αλάτι), ως συνδυασμοί της ίδιας λέξης με διαφορά τονισμού (υπάρχουν συγγραφείς και συγγραφείς: «υπάρχουν καλοί και κακοί συγγραφείς»), ως εναντιοσημικές εκφράσεις με περισσότερα από δύο σημεία (στο παρόν, παρελθόν και μέλλον κ.λπ.).

Η εναντιοσημία χρησιμοποιείται ανάλογα με τις περιστάσεις της γλωσσικής επικοινωνίας, ανάλογα με το ύφος του κειμένου (παροιμιακές εκφράσεις, δημοτικά τραγούδια). Συνδέεται επίσης με πραγματολογικές λειτουργίες της γλώσσας ή εκφράζει αντιθέσεις μεταξύ επιπέδων της γλώσσας. Τέλος, εκδηλώνεται σε μεταφορικές ή μη χρήσεις της γλώσσας αλλά ακόμα αφορά και τη γλωσσική δομή (αντιθέσεις ανάμεσα στα μέρη του λόγου ή γραμματικές κατηγορίες).

Στη συνέχεια εξετάζονται κάποια παραδείγματα εναντιοσημίας, όπως αυτή του ζεύγους πηγαίνω/πάω - έρχομαι. Σε αυτή τη σχέση το έρχομαι εκφράζει σχέση προς τον συνομιλητή, οικείο κύκλο ή περιοχή, ενώ το πάω δηλώνει σχέση με τον εξωτερικό κόσμο. Αυτή η αντίθεσή τους ερμηνεύει τη διακριτή χρήση των δύο ρημάτων σε ποικίλες κυριολεκτικές και μη κυριολεκτικές χρήσεις.

Εναντιοσημικές μπορούν να θεωρηθούν και κάποιες περιπτώσεις συνωνυμίας, εφόσον και αυτές στηρίζονται σε κάποια μορφή αντίθεσης μεταξύ των όρων. Ωστόσο, εδώ η μία έννοια δεν καταργεί την άλλη, όπως συμβαίνει με τις τυπικές περιπτώσεις εναντιοσημίας. Τέλος, δεν μπορούμε να κατατάξουμε στις εναντιοσημικές εκείνες τις περιπτώσεις που οι όροι ανήκουν σε διαφορετικά σημασιακά πεδία, τις διαφορές επιπέδου γλώσσας (πήδημα-άλμα-σάλτος), την πολυσημία (κάθομαι - στέκομαι) τις περιπτώσεις ταμπού (σατανάς - διάβολος - εξαποδώ) ή αρνητικής φόρτισης, την παρωνυμία (περισσεύει - περιττεύει), και ποικίλες παιγνιώδεις χρήσεις της γλώσσας.

Το άρθρο ολοκληρώνεται με την παρατήρηση ότι η εναντιοσημία πολλές φορές αποκαλύπτει την ιδιαίτερη θέση του ανθρώπου σε σχέση με τον κόσμο: αρκετές εναντιοσημικές διακρίσεις στο λεξιλόγιο εκφράζουν την ανθρώπινη θέαση της πραγματικότητας μέσω διακρίσεων που διαφοροποιούν τα ανθρώπινα από τα άλλα όντα (πρβλ. τα πεθαίνω / ψοφώ) ή ξεχωρίζουν τα έμψυχα από τα άψυχα (πρβλ. τα δέρμα / φλοιός - φλούδα). Ως λεξιλογικές, οι διακρίσεις αυτές δεν έχουν συστηματική μορφή. Εντούτοις, δίνουν σημαντικές πληροφορίες για την αντίληψη του κόσμου και των όντων από τον άνθρωπο και τον τρόπο που καθιερώνει ποικίλες σχέσεις στη γλώσσα.

Μαρία Πουλοπούλου