Βιβλιογραφία
Οδηγός Σχολιασμένης Βιβλιογραφίας για την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία
Εξετάζονται, καταρχήν, γενικότερα μεταφραστικά προβλήματα που αφορούν στη μετάφραση οποιουδήποτε κειμένου, όπως η αλληλεξάρτηση γλώσσας και σκέψης και το γεγονός ότι κάθε γλώσσα και κάθε κείμενο αποτελεί έκφραση ενός συγκεκριμένου πολιτισμού, με αποτέλεσμα οι μεταφραστικές δυσκολίες να αυξάνονται ανάλογα με τον βαθμό ένταξης του κειμένου σ' ένα συγκεκριμένο πολιτισμικό και γλωσσικό περιβάλλον (γι' αυτό η μετάφραση της λογοτεχνίας και κυρίως της ποίησης είναι δυσκολότερη από τη μετάφραση επιστημονικών κειμένων) και ανάλογα με την χρονική ή τοπική απόσταση που χωρίζει δύο πολιτισμούς. Στη συνέχεια, διερευνώνται κάποιες ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η μετάφραση της αριστοφανικής κωμωδίας:
1. Η απόδοση του περιεχομένου. Η αριστοφανική κωμωδία, ως κατεξοχήν σκωπτικό και σατιρικό είδος, κάνει συνεχείς αναφορές στη σύγχρονη πραγματικότητα και συνδέεται άρρηκτα με τα ιστορικά και πολιτισμικά της συμφραζόμενα, γι' αυτό και η απόδοση του περιεχομένου της παρουσιάζει δυσκολίες περισσότερες απ' οποιοδήποτε άλλο είδος της αρχαίας λογοτεχνίας.
2. Συνάρτηση περιεχομένου και μορφής. Η μετάφραση, στην προσπάθειά της να αποδώσει κατ' αναλογία και τη μορφή του πρωτοτύπου, θα πρέπει να λάβει υπόψη της την ποιητική μορφή της αριστοφανικής κωμωδίας, καθώς και το γεγονός ότι αυτή αποτελεί είδος μουσικού θεάτρου με πολύ τραγούδι και χορό. Θα πρέπει επίσης να εντοπίσει και να αποδώσει τα διάφορα επίπεδα ύφους της αριστοφανικής κωμωδίας, που διακρίνονται σαφώς μεταξύ τους με ορισμένους υφολογικούς δείκτες: το υψηλό και μεγαλοπρεπές, το θρησκευτικό-τελετουργικό, το λυρικό, το ρητορικό, το ιδιωματικό, το ύφος της καθημερινής ομιλίας ή της "εξιδανικευμένης" χυδαιότητας. Ιδιαίτερες δυσκολίες δημιουργεί η απόδοση της παρωδίας, που υπονομεύει όλα τα παραπάνω υφολογικά επίπεδα και η οποία δημιουργείται είτε με τη συνύπαρξη στα ίδια συμφραζόμενα δύο διαφορετικών υφολογικών επιπέδων, είτε με τη γελοιογραφική συσσώρευση και παραμόρφωση των δεικτών κάποιου ύφους. Τα παραπάνω υφολογικά επίπεδα δεν αποτελούν ένα τυχαίο μείγμα, αλλά υποτάσσονται στο κωμικό ύφος, που συνέχει το σύνολο της αριστοφανικής κωμωδίας, και στο αυστηρότατο αρχιτεκτονικό της σχέδιο.
3. Μεταφραστική ιδεολογία. Με βάση προγραμματικά κείμενα των Θρ. Σταύρου, Βασ. Ρώτα και Κ. Ταχτσή, διαπιστώνεται ότι η ιδεολογία των μεταφραστών της αριστοφανικής κωμωδίας κινείται σαν εκκρεμές ανάμεσα σε δύο άκρα: το ένα άκρο αποτελεί η προσπάθεια αναβίωσης της εποχής και του κλίματος του αριστοφανικού θεάτρου, ενώ στο άλλο άκρο βρίσκεται η μεταφορά του Αριστοφάνη στην εποχή μας, με τη βοήθεια αναχρονισμών. Στην πράξη όμως κανένα από τα δύο ιδανικά δεν πραγματώνεται με συνέπεια και οι μεταφράσεις συνήθως κινούνται από το ένα άκρο στο άλλο.
4. Αναχρονισμοί. Διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες οι αναχρονισμοί, που συνήθως εισάγονται στις μεταφράσεις αριστοφανικών κωμωδιών. Συγκεκριμένα, υπάρχουν αναχρονισμοί που: «(α) είναι αναπόφευκτοι σε κάθε μετάφραση, (β) γίνονται σκόπιμα για να προκαλέσουν το γέλιο, (γ) μπορεί να οφείλονται στην αναγνώριση του δισυπόστατου χαρακτήρα του κωμικού υποκριτή, που είναι συνάμα χαρακτήρας του έργου και "ηθοποιός", και (δ) αποδίδουν με αναχρονιστική αναλογία ένα κωμικό στοιχείο του αρχαίου κειμένου, που θα χανόταν σε μια "πιστή" μετάφραση» (σ.131).
5. Συμβατικότητα, μετάφραση και παράσταση. Ο μεταφραστής θα πρέπει να συνυπολογίσει τον έντονα φορμαλιστικό και συμβατικό χαρακτήρα της αριστοφανικής κωμωδίας και να προσπαθήσει να αποδώσει στη μετάφρασή του το αυστηρό αρχιτεκτονικό σχέδιο και τη σύνθετη μετρική δομή της. Επίσης θα πρέπει να διακρίνει τα διάφορα επίπεδα ύφους που αντιστοιχούν στα επιμέρους τμήματά της και στα τυπικά της πρόσωπα. Και μάλιστα οι μεταφραστικές λύσεις που θα δώσει στα παραπάνω προβλήματα δεν θα πρέπει να συνιστούν ένα ετερόκλητο μείγμα, αλλά να συναποτελούν ένα γενικότερο σύστημα συμβάσεων, που θα εξασφαλίζει ενότητα και συνέπεια ύφους στη σύγχρονη παράσταση.
Στη συνέχεια συζητιούνται ποικίλα μεταφραστικά προβλήματα που εντοπίζονται σε τέσσερα αποσπάσματα αριστοφανικών κωμωδιών, και τέλος ο Γρ. Σηφάκης συνοψίζει τη δική του μεταφραστική ιδεολογία: «Κύριος στόχος της αριστοφανικής μετάφρασης πρέπει να είναι η απόδοση του σύνθετου ύφους της αρχαίας κωμωδίας, ή η υποδήλωση της πολυεδρικότητας του ύφους της, με τη βοήθεια ενός συνεπούς και λειτουργικού συστήματος συμβάσεων, που να διέπουν το ύφος και της παράστασης. Έτσι διατυπωμένο το αίτημα αυτό δεν τάσσεται υπέρ του ενός ή του άλλου άκρου ανάμεσα στα οποία κινείται το μεταφραστικό εκκρεμές ―μεταφορά του θεατή στην αρχαιότητα ή μεταφορά του Αριστοφάνη στην εποχή μας. Ασφαλώς όμως είναι ασυμβίβαστο με την κίνηση του εκκρεμούς από το ένα άκρο στο άλλο, δηλαδή τη μεταφραστική ασυνέπεια» (σ.158).
Χρήσιμη και συστηματική έκθεση των ειδολογικών χαρακτηριστικών της αρχαίας κωμωδίας που θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του ο μεταφραστής, καθώς και των μεταφραστικών πρακτικών που εφαρμόζονται στον χώρο της αρχαίας κωμωδίας.



