Πρόσωπα και θέματα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

▲▲▲ Ιστορικό μυθιστόρημα

Ο Sir Walter Scott (1771-1832)
[πηγή: Wikipedia].
 

 

[…] Αυτό που συνήθως ορίζουμε ως ιστορικό μυθιστόρημα (historical novel) […], ξεκίνησε το 19ο αιώνα με τον Sir Walter Scott. Το ιστορικό μυθιστόρημα δεν περιορίζεται απλώς στο να αντλεί από την ιστορία το σκηνικό, πρόσωπα και γεγονότα, αλλά μεταχειρίζεται με τέτοιο τρόπο τα ιστορικά γεγονότα και ζητήματα, ώστε να έχουν ζωτική σημασία για τους κεντρικούς χαρακτήρες και την αφήγηση. Ορισμένα από τα σπουδαιότερα ιστορικά μυθιστορήματα χρησιμοποιούν επίσης τους πρωταγωνιστές και τη δράση τους για να αποκαλύψουν τις υπόγειες δυνάμεις που, κατά την άποψη του συγγραφέα, κινούν την ιστορική διαδικασία. Δείγματα ιστορικού μυθιστορήματος είναι ο Ιβανόης (Ivanhoe, 1819) του Scott, που τοποθετείται στην περίοδο της κατοχής της Σαξονίας από τους Νορμανδούς, στην εποχή του Ριχάρδου του Α΄· η Ιστορία δύο πόλεων (A Tale of Two Cities, 1859) του Charles Dickens, που τοποθετείται αντίστοιχα στο Παρίσι και στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης· το Romola (1863) της George Eliot, που διαδραματίζεται στη Φλωρεντία κατά την Αναγέννηση· το Πόλεμος και Ειρήνη (1869) του Tolstoy, κατά τη διάρκεια της εισβολής του Ναπολέοντα στη Ρωσία, και το Όσα παίρνει ο άνεμος (Gone with the Wind, 1936) της Margaret Mitchell, που εκτυλίσσεται στη Γεωργία των ΗΠΑ κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο και την Ανασυγκρότηση. […]

M.H. Abrams, Λεξικό λογοτεχνικών όρων, μτφ. Γιάννα Δεληβοριά - Σοφία Χατζηιωαννίδου, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, 292.

 

 

[…] το ιστορικό μυθιστόρημα, το οποίο γεννήθηκε κατά κοινή πλέον ομολογία το 1814 με το Waverley [του W. Scott], γνώρισε άνθηση μέχρι τον θάνατο του Scott το 1832, παρά την αυστηρή κριτική που δέχτηκε, και […] αναγκάστηκε να αλλάξει μορφή λόγω αυτής της κριτικής και να πλησιάσει πολύ την ιστορία από το 1835 έως το 1850, ενώ από το 1850 και έπειτα γνώρισε κάμψη, θεωρούμενο πλέον από τους κριτικούς είδος ξεπερασμένο. Αντίθετα, στον ελληνικό χώρο είναι την ίδια αυτή δεκαετία του 1850 (δεκαετία της παρακμής του στην Αγγλία) που πρωτοεμφανίζεται, και μόλις την επόμενη που γνωρίζει την άνθησή του. Παράλληλα η ελληνική κριτική […] όχι μόνο δεν το αμφισβητεί ως είδος, αλλά […] από το 1856 και έπειτα στηρίζεται σε αυτό για την αποδοχή του μυθιστορηματικού είδους στο σύνολό του. Το ιστορικό μυθιστόρημα υποστηρίζεται και προωθείται από την ελληνική κριτική καθ’ όλη τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα, ενώ ο απόηχος της διαμάχης της ξένης κριτικής, αν και υποπίπτει στην αντίληψη κάποιων Ελλήνων κριτικών, δεν φαίνεται να μειώνει τον ενθουσιασμό τους για το είδος.

Σοφία Ντενίση, Το ελληνικό <ιστορικό> μυθιστόρημα και ο Sir Walter Scott 1830-1880, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1994, 134.

 

 

Μπορούμε να πούμε ότι η δεκαετία του 1850 χωρίζει συμμετρικά τον [19ο] αιώνα στα δύο; Γιατί όχι, σε τελευταία ανάλυση; Συνηγορούν όλα τα καθοριστικά γεγονότα της περιόδου 1848-1862.

Ας θυμηθούμε λ.χ. με τη σειρά τους (για να περιορισθούμε στον πνευματικό και ιδεολογικό χώρο): την κυκλοφορία των περιοδικών Ευτέρπη (1848) και Πανδώρα (1850), την πρώτη ελληνική μετάφραση του Walter Scott (Σμύρνη 1847), τη ραγδαία αύξηση των ξένων μυθιστορηματικών μεταφράσεων, τον Συνοδικό Τόμο (1850), το ξεκίνημα του Ραλλείου ποιητικού διαγωνισμού (1851), την αντιδικία μεταξύ Σκαρλάτου Βυζαντίου και Σ.Α. Κουμανούδη για τον ιστορικό ρόλο του Βυζαντίου (1852) ή το βιβλίο του Σπ. Ζαμπέλιου Άσματα δημοτικά της Ελλάδος (1852) με τη σημαίνουσα παρουσία του όρου «ελληνοχριστιανικός». Και θυμίζω ακόμη: α) τη δυναμική φάση «της μεγάλης ταύτης ιδέας» (1844) του Κωλέττη σε συνδυασμό με την εδραίωση μιας «ελληνοχριστιανικής» ιδεολογίας βασισμένης στο αλυσιδωτό σχήμα Αρχαιότητα-Μεσαίωνας-Νεότερη εποχή, όπου το Βυζάντιο προβάλλεται ως αναγκαίος και καθοριστικός συνδετικός κρίκος, και β) την πεποίθηση των λογίων «ότι τα μυθιστορήματα είναι η πανώλης του 19ου αιώνα» (Αλ.Σ. Βυζάντιος, 1863) με συνακόλουθη την «κατά του μυθιστορήματος γενική κατακραυγή» (Α. Βλάχος, 1867).

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα γεννιέται το «πρωτότυπον» ιστορικό μυθιστόρημα: Α.Ρ. Ραγκαβής (Ο Αυθέντης του Μωρέως, 1850), Στέφανος Ξένος (Η ηρωίς της Ελληνικής Επαναστάσεως, 1852, Ο Διάβολος εν Τουρκία, ελληνική μορφή 1862), Κωνσταντίνος Ράμφος (Ο Κατσαντώνης και Αι τελευταίαι ημέραι του Αλή-Πασά, 1862, Ο Χαλέτ-Εφέντης, 1867), Σπ. Ζαμπέλιος (Ιστορικά σκηνογραφήματα, 1860, Οι Κρητικοί γάμοι, 1871). Αναφέρω, φυσικά, τα γνωστότερα ονόματα και έργα που, χωρίς να είναι τα μόνα […], υποδεικνύουν τις κύριες εστίες του μυθιστορηματικού ενδιαφέροντος: Βυζάντιο, Φραγκοκρατία, Τουρκοκρατία, Επανάσταση του ’21.

Η Αρχαιότητα; Ασφαλώς λιγότερο παρούσα. Ιδεολογικά υπερτροφική (αυτή στηρίζει το όλο οικοδόμημα), αλλά ξένη πάντως προς τα βιώματα, τις φαντασιώσεις και τις προσδοκίες του Έλληνα μετεπαναστατικού αναγνώστη, ενδιαφέρει λιγότερο για τον δημόσιο και περισσότερο για τον ιδιωτικό της χαρακτήρα (έρωτες, πάθη, ατομικές περιπτώσεις). Άλλωστε, προνομιακός χώρος γνώσης και διδακτισμού, εμπνέει συνήθως έργα χωρίς ιδιαίτερη λογοτεχνική πρωτοτυπία. Το γνωστότερο παράδειγμα είναι ο Περικλής, εθνικόν μυθιστόρημα (Κων/πολη 1863) του Ν. Αργυριάδη, έργο μεταφρασμένο από τα αγγλικά σε μια εποχή όπου ο αντιρομαντικός αγώνας βρίσκεται στο αποκορύφωμά του.

Παν. Μουλλάς, Ο χώρος του εφήμερου. Στοιχεία για την παραλογοτεχνία του 19ου αιώνα, Εκδόσεις Σοκόλη, Αθήνα 2007, 127-128.

 

 

 

Με τα ιστορικά μυθιστορήματα του Αλέξ. Παπαδιαμάντη και τα μυθιστορήματα για παιδιά και νέους της Π. Δέλτα (π.χ., Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου, 1911) πραγματοποιείται η μετάβαση από τον ρομαντισμό στον ρεαλισμό και από τον 19ο αι. στον 20ό. Η τελευταία προσπάθησε μέσω της ιστορίας να μεταδώσει εθνικά πρότυπα και να διαμορφώσει την εθνική συνείδηση των παιδιών.

Γενικότερα, το ιστορικό μυθιστόρημα στον 20ό αι. καλλιεργήθηκε από τη γενιά του 1930, η οποία αναζήτησε στο είδος την ελληνικότητα, επειδή αδυνατούσε να γράψει ελεύθερα για το παρόν στην περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά και της γερμανικής κατοχής. Ο Άγγ. Τερζάκης με την Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ (1945), ο Π. Πρεβελάκης και ο Μ. Καραγάτσης αναζήτησαν στο παρελθόν ερείσματα για τη στήριξη των προβληματισμών τους πάνω στην πορεία του ελληνικού έθνους, χωρίς ιδιαίτερους μοντερνιστικούς νεωτερισμούς. […]

Μέσα στη δεκαετία του 1990 εμφανίζεται στην Ελλάδα το μεταμοντέρνο ιστορικό μυθιστόρημα, με συγγραφείς, όπως η Ρ. Γαλανάκη και το έργο της Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά (1989), το οποίο, όπως και άλλα έργα της, αναφέρεται στην κρίση ταυτότητας του ατόμου, ή ο Αλέξ. Πανσέληνος (Ζαΐδα ή Καμήλα στα χιόνια, 1996), ο Θ. Βαλτινός (Συναξάρι Αντρέα Κορδοπάτη. Βιβλίο δεύτερο: Βαλκανικοί – ’22, 2000) και η Μ. Δούκα (Αθώοι και φταίχτες, 2004). Το ιστορικό μυθιστόρημα ανανεώνεται, καθώς η ιστορία δεν χρησιμοποιείται πλέον ούτε μόνο ως αφήγηση που μυθοποιεί την ιδεολογία της επίσημης ιστοριογραφίας ούτε ως αναλογία με το παρόν, όπως συνέβαινε παλιότερα (π.χ., με τους Γραικύλους, 1967 του Ρ. Ρούφου), αλλά εκλαμβάνεται ως ένα ανοιχτό πεδίο ερμηνειών που δεν δεσμεύει τον συγγραφέα και δεν χειραγωγεί τον αναγνώστη. Αντίθετα, με μια πολυφωνία τού υποδεικνύει ότι η ιστορία δεν είναι ένα τελεσίδικο γεγονός, αλλά είναι κι αυτή μια γλωσσική κατασκευή που διαμορφώνεται ανάλογα με την οπτική κάθε εποχής, και κυρίως της εποχής του συγγραφέα.

Νάγια Χατζηγεωργίου, Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Πρόσωπα. Έργα. Ρεύματα. Όροι, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, 937-938.

 

 

Δείτε επίσης και:


Παλαιά Αθηναϊκή Σχολή, Ρομαντισμός