Parallel Search
Results for: "αηδιαστικός"
1 λέξη με 1 εμφανίσεις | << First < Previous Next > Last >> |
- αηδιαστικά (1) [αηδιαστικός - A:Nnp:Anp:Vnp, αηδιαστικά - ADV]
-
N4033 P007 L027 …α ενημέρωσης, ποτέ δεν ήταν πιο αηδιαστικά. Πολύ λίγες φωνές μιλούν δημόσι…