Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια

των Δ. Ν. Μαρωνίτη και Λ. Πόλκα
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

1.4. Ύφος και γλώσσα

Η γλώσσα των ομηρικών επών είναι κράμα λέξεων, δομών και διαλεκτικών τύπων από διαφορετικές περιοχές και βαθμίδες της μακραίωνης εξέλιξης της ελληνικής από τη μυκηναϊκή εποχή μέχρι περίπου το 700 π.Χ. Στον κορμό της η γλώσσα των επών είναι ιωνική, περιέχει όμως και αιολικούς τύπους (βλ. διεξοδικότερα, Α.-Φ. Χριστίδης 2005, κεφ. 8 κ.ε.). Συντηρούνται επίσης πολλοί αρχαϊσμοί, με τις τεχνητές τους προσαρμογές, που ανάγονται σε πολύ παλαιότερες περιόδους, όταν οι διάλεκτοι δεν είχαν ολότελα διαφοροποιηθεί. Πρόκειται επομένως για μείγμα τόπων από διαφορετικές διαλέκτους ή διαφορετικές βαθμίδες της εξέλιξης των διαλέκτων αυτών, το οποίο δεν δημιουργήθηκε ξαφνικά και διαμιάς, αλλά καλλιεργήθηκε στο πλαίσιο της προφορικής παράδοσης (βλ. και παρακάτω).

Ο έντονα πολυδιαλεκτικός χαρακτήρας της ομηρικής γλώσσας την καθιστά λίγο πολύ τεχνητή, ώστε δύσκολα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως γλώσσα επικοινωνίας σε δεδομένο τόπο και συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ήταν βέβαια οικεία στον ποιητή και στο ακροατήριό του, την ίδια στιγμή όμως διαφοροποιούνταν σημαντικά από τις τρέχουσες γλωσσικές χρήσεις της εποχής. Και όμως, πλάι στο παραδοσιακό ηρωικό ύφος, συχνά κάνουν την εμφάνισή τους λέξεις και εκφράσεις της καθημερινής ζωής. Σε κάθε περίπτωση η γλώσσα των δύο ομηρικών επών είναι ειδικού τύπου, με δικό της αναμφισβήτητα κώδικα, η οποία όμως μπορούσε να εκσυγχρονίζεται και να εξελίσσεται, ενσωματώνοντας τύπους από σύγχρονες διαλέκτους και παρακολουθώντας τους μηχανισμούς της λογοτεχνικής γλώσσας της εποχής. Σε μεταγενέστερα χρόνια, εξαιτίας της ακτινοβολίας που απέκτησαν τα έπη, η γλώσσα τους καθιερώθηκε ως «λογοτεχνική διάλεκτος».

Η μακραίωνη καλλιέργεια της γλώσσας των δύο επών στο πλαίσιο της προφορικής επικής παράδοσης της προσδίδει χαρακτήρα τυπικό. Ο τυπικός χαρακτήρας στη συγκεκριμένη περίπτωση αναφέρεται σε στερεότυπα μερίδια λόγου (λέξεις-φράσεις-στίχους και θέματα), που διευκολύνουν το έργο της σύνθεσης. Στη σχηματική τους διαίρεση δύο είναι οι βασικοί τύποι της γλώσσας των επών: ο εκφραστικός και ο θεματικός. Ο πρώτος, ο εκφραστικός τύπος ή «λογότυπος», περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες, ονοματικές ή ρηματικές, φράσεις (λ.χ. θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη = η θεά Αθηνά, τα μάτια λάμποντας· ὣς φάτο = έτσι μίλησε), ακόμη και ολόκληρους στίχους (τὸν δ᾽ ἠμείβετ᾽ ἔπειτα θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη = αμέσως ανταπάντησε, τα μάτια λάμποντας, η θεά Αθηνά). Ο δεύτερος τύπος, ο θεματικός, αποδίδει τον παραδοσιακό όρο «θέμα» και περιλαμβάνει: (α) επαναλαμβανόμενες, μικρής σχετικά έκτασης, δραστηριότητες (ικεσία, θυσία, οπλισμός), που ονομάζονται και «τυπικές σκηνές»· (β) ιστορίες με έναν παραδοσιακό θεματικό πυρήνα (λ.χ. το θέμα της αρπαγής μιας γυναίκας)· (γ) τις δομές των εκτενών παραδοσιακών ιστοριών (λ.χ. ένας ήρωας εξαφανίζεται, προκαλώντας οδύνη στους οικείους του, και τελικά επιστρέφει)· (δ) τα «μεγαθέματα» (όπως ο πόλεμος, η ομιλία και ο νόστος), που συγκροτούν την πλοκή εκτενών παραδοσιακών ιστοριών στο σύνολό τους.

Οι στερεότυπες φράσεις εξυπηρετούν κατά κύριο λόγο τις ανάγκες της προφορικής, έμμετρης σύνθεσης. Το επικό μέτρο ήταν προσωδιακό. Στηριζόταν δηλαδή στη διαδοχή μακρών και βραχειών συλλαβών. Ρυθμική μονάδα του αρχαϊκού έπους είναι ο δακτυλικός εξάμετρος στίχος.

Λ. Πόλκας