Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Ἀλέξανδρος (48.1-49.15)


[48.1] Φιλώτας δ᾽ ὁ Παρμενίωνος ἀξίωμα μὲν εἶχεν ἐν τοῖς Μακεδόσι μέγα· καὶ γὰρ ἀνδρεῖος ἐδόκει καὶ καρτερικὸς εἶναι, φιλόδωρος δὲ καὶ φιλέταιρος ‹ὡς› μετ᾽ αὐτὸν Ἀλέξανδρον οὐδείς. [48.2] λέγεται γοῦν ὅτι τῶν συνήθων τινὸς αἰτοῦντος ἀργύριον, ἐκέλευσε δοῦναι· φήσαντος δὲ τοῦ διοικητοῦ μὴ ἔχειν, «τί λέγεις;» εἶπεν «οὐδὲ ποτήριον ἔχεις οὐδ᾽ ἱμάτιον;» [48.3] ὄγκῳ δὲ φρονήματος καὶ βάρει πλούτου καὶ τῇ περὶ τὸ σῶμα θεραπείᾳ καὶ διαίτῃ χρώμενος ἐπαχθέστερον ἢ κατ᾽ ἰδιώτην, καὶ τοῦτο δὴ τὸ σεμνὸν καὶ ὑψηλὸν οὐκ ἐμμελῶς, ἀλλ᾽ ἄνευ χαρίτων τῷ σολοίκῳ καὶ παρασήμῳ μιμούμενος, ὑποψίαν ‹εἶχε› καὶ φθόνον, ὥστε καὶ Παρμενίωνά ποτ᾽ εἰπεῖν πρὸς αὐτόν· «ὦ παῖ, χείρων μοι γίνου». [48.4] πρὸς δ᾽ αὐτὸν Ἀλέξανδρον ἐκ πάνυ πολλῶν χρόνων ἐτύγχανε διαβεβλημένος. ὅτε γὰρ τὰ περὶ Δαμασκὸν ἑάλω χρήματα Δαρείου νικηθέντος ἐν Κιλικίᾳ, πολλῶν σωμάτων κομισθέντων εἰς τὸ στρατόπεδον, εὑρέθη γύναιον ἐν τοῖς αἰχμαλώτοις, τῷ μὲν γένει Πυδναῖον, εὐπρεπὲς δὲ τὴν ὄψιν· ἐκαλεῖτο δ᾽ Ἀντιγόνη· τοῦτ᾽ ἔσχεν ὁ Φιλώτας. [48.5] οἷα δὲ νέος πρὸς ἐρωμένην καὶ σὺν οἴνῳ πολλὰ φιλότιμα καὶ στρατιωτικὰ παρρησιαζόμενος ἑαυτοῦ τὰ μέγιστα τῶν ἔργων ἀπέφαινε καὶ τοῦ πατρός, Ἀλέξανδρον δὲ μειράκιον ἀπεκάλει, δι᾽ αὐτοὺς τὸ τῆς ἀρχῆς ὄνομα καρπούμενον. [48.6] ταῦτα τῆς γυναικὸς ἐκφερούσης πρός τινα τῶν συνήθων, ἐκείνου δ᾽ ὡς εἰκὸς πρὸς ἕτερον, περιῆλθεν εἰς Κρατερὸν ὁ λόγος, καὶ λαβὼν τὸ γύναιον εἰσήγαγε κρύφα πρὸς Ἀλέξανδρον. [48.7] ἀκούσας δ᾽ ἐκεῖνος ἐκέλευσε φοιτᾶν εἰς ταὐτὸ τῷ Φιλώτᾳ καὶ πᾶν ὅ τι ἂν ἐκπύθηται τούτου, πρὸς αὐτὸν ἀπαγγέλλειν βαδίζουσαν.
[49.1] Ὁ μὲν οὖν Φιλώτας ἐπιβουλευόμενος οὕτως ἠγνόει καὶ συνῆν τῇ Ἀντιγόνῃ, πολλὰ καὶ πρὸς ὀργὴν καὶ μεγαλαυχίαν κατὰ τοῦ βασιλέως ῥήματα καὶ λόγους ἀνεπιτηδείους προϊέμενος. [49.2] ὁ δ᾽ Ἀλέξανδρος, καίπερ καρτερᾶς ἐνδείξεως κατὰ τοῦ Φιλώτου προσπεσούσης, ἐκαρτέρησε σιωπῇ καὶ κατέσχεν, εἴτε θαρρῶν τῇ Παρμενίωνος εὐνοίᾳ πρὸς αὑτόν, εἴτε δεδιὼς τὴν δόξαν αὐτῶν καὶ τὴν δύναμιν.
[49.3] Ἐν δὲ τῷ τότε χρόνῳ Μακεδὼν ὄνομα Λίμνος ἐκ Χαλαίστρας [χαλεπῶς] ἐπιβουλεύων Ἀλεξάνδρῳ, Νικόμαχόν τινα τῶν νέων, πρὸς ὃν αὐτὸς ἐρωτικῶς εἶχεν, ἐπὶ τὴν κοινωνίαν τῆς πράξεως παρεκάλει. [49.4] τοῦ δὲ μὴ δεξαμένου, φράσαντος δὲ τἀδελφῷ ‹Κε›βαλίνῳ τὴν πεῖραν, ἐλθὼν ἐκεῖνος πρὸς Φιλώταν ἐκέλευσεν εἰσάγειν αὐτοὺς πρὸς Ἀλέξανδρον, ὡς περὶ ἀναγκαίων ἔχοντας ἐντυχεῖν καὶ μεγάλων. [49.5] ὁ δὲ Φιλώτας, ὅ τι δὴ παθὼν (ἄδηλον γάρ ἐστιν), οὐ παρῆγεν αὐτούς, ὡς πρὸς ἄλλοις μείζοσι γινομένου τοῦ βασιλέως· καὶ τοῦτο δὶς ἐποίησεν. [49.6] οἱ δὲ καθ᾽ ὑπ[ερ]οψίαν ἤδη τοῦ Φιλώτου τραπόμενοι πρὸς ἕτερον καὶ δι᾽ ἐκείνου τῷ Ἀλεξάνδρῳ προσαχθέντες, πρῶτον μὲν τὰ τοῦ Λίμνου κατεῖπον, ἔπειτα παρεδήλωσαν ἡσυχῇ τὸν Φιλώταν ὡς ἀμελήσειεν αὐτῶν δὶς ἐντυχόντων. [49.7] καὶ τοῦτο δὴ σφόδρα παρώξυνε τὸν Ἀλέξανδρον, καὶ τοῦ πεμφθέντος ἐπὶ τὸν Λίμνον, ὡς ἠμύνετο συλλαμβανόμενος, ἀποκτείναντος αὐτόν, ἔτι μᾶλλον διεταράχθη, τὸν ἔλεγχον ἐκπεφευγέναι τῆς ἐπιβουλῆς νομίζων, [49.8] καὶ πικρῶς ἔχων πρὸς τὸν Φιλώταν ἐπεσπάσατο τοὺς πάλαι μισοῦντας αὐτόν, ἤδη φανερῶς λέγοντας, ὡς ῥᾳθυμία τοῦ βασιλέως εἴη Λίμνον οἰομένου Χαλαιστραῖον ἄνθρωπον ἐπιχειρῆσαι τολμήματι τοσούτῳ καθ᾽ αὑτόν· [49.9] ἀλλὰ τοῦτον μὲν ὑπηρέτην εἶναι, μᾶλλον δ᾽ ὄργανον ἀπὸ μείζονος ἀρχῆς ἀφιέμενον, ἐν ἐκείνοις δὲ τὴν ἐπιβουλὴν ζητητέον οἷς μάλιστα ταῦτα λανθάνειν συνέφερε. [49.10] τοιούτοις λόγοις καὶ ὑπονοίαις ἀναπετάσαντος τὰ ὦτα τοῦ βασιλέως, ἐπῆγον ἤδη μυρίας κατὰ τοῦ Φιλώτου διαβολάς. [49.11] ἐκ τούτου δὲ συλληφθεὶς ἀνεκρίνετο, τῶν ἑταίρων ἐφεστώτων ταῖς βασάνοις, Ἀλεξάνδρου δὲ κατακούοντος ἔξωθεν αὐλαίας παρατεταμένης· [49.12] ὅτε δὴ καί φασιν αὐτὸν εἰπεῖν, οἰκτρὰς καὶ ταπεινὰς τοῦ Φιλώτου φωνὰς καὶ δεήσεις τοῖς περὶ τὸν Ἡφαιστίωνα προσφέροντος· «οὕτω δὴ μαλακὸς ὢν ὦ Φιλώτα καὶ ἄνανδρος ἐπεχείρεις πράγμασι τηλικούτοις;»
[49.13] Ἀποθανόντος δὲ τοῦ Φιλώτου, καὶ Παρμενίωνα πέμψας εὐθὺς εἰς Μηδίαν ἀνεῖλεν, ἄνδρα πολλὰ μὲν Φιλίππῳ συγκατεργασάμενον, μόνον δ᾽ ἢ μάλιστα τῶν πρεσβυτέρων φίλων Ἀλέξανδρον εἰς Ἀσίαν ἐξορμήσαντα διαβῆναι, τριῶν δ᾽ υἱῶν οὓς ἔσχεν ἐπὶ τῆς στρατιᾶς δύο μὲν ἐπιδόντα πρότερον ἀποθανόντας, τῷ δὲ τρίτῳ συναναιρεθέντα.
[49.14] Ταῦτα πραχθέντα πολλοῖς τῶν φίλων φοβερὸν ἐποίησε τὸν Ἀλέξανδρον, μάλιστα δ᾽ Ἀντιπάτρῳ, καὶ πρὸς Αἰτωλοὺς ἔπεμψε κρύφα, πίστεις διδοὺς καὶ λαμβάνων. [49.15] ἐφοβοῦντο γὰρ Ἀλέξανδρον Αἰτωλοὶ διὰ τὴν Οἰνιαδῶν ἀνάστασιν, ἣν πυθόμενος οὐκ Οἰνιαδῶν ἔφη παῖδας, ἀλλ᾽ αὑτὸν ἐπιθήσειν δίκην Αἰτωλοῖς.


[48.1] Ο Φιλώτας, ο γιος του Παρμενίωνα, είχε μεγάλη θέση μεταξύ των Μακεδόνων, καθόσον θεωρούνταν ανδρείος, υπομονετικός, γενναιόδωρος και με τόση αγάπη μεταξύ των εταίρων όσο κανένας άλλος μετά τον ίδιο τον Αλέξανδρο. [48.2] Λένε λοιπόν ότι, όταν κάποιος από τους οικείους του τού ζήτησε χρήματα, έδωσε εντολή να του δώσουν· ο διοικητής όμως απάντησε ότι δεν είχε· «τι λες» είπε εκείνος «δεν έχεις ούτε ένα ποτήρι ούτε και ένα ρούχο;» [48.3] Καθώς όμως έδειχνε ενοχλητική συμπεριφορά σε αλαζονεία, σε πλούτο, στη φροντίδα του σώματος και στον τρόπο ζωής, περισσότερο από όσο ταίριαζε σε έναν στρατιώτη, και μιμούνταν άκομψα και αυτή τη σοβαρότητα και την υψηλοφροσύνη, χωρίς χάρη, με άκομψο και υποκριτικό τρόπο, δημιουργούσε υποψίες και φθόνο, ώστε και ο Παρμενίων κάποτε να του πει: «παιδί μου, κάνε μου τη χάρη και γίνε χειρότερος» [48.4] Και μπροστά από πάρα πολλά χρόνια τύχαινε να τον έχουν διαβάλει στον ίδιο τον Αλέξανδρο. Όταν δηλαδή πιάστηκαν στη Δαμασκό τα πράγματα του Δαρείου μετά την ήττα του στην Κιλικία και είχαν μεταφερθεί στο στρατόπεδο πολλοί αιχμάλωτοι, βρέθηκε μεταξύ αυτών μια γυναίκα από την Πύδνα με ωραία εμφάνιση· λεγόταν Αντιγόνη· [48.5] αυτήν την κράτησε ο Φιλώτας. Σαν νέος που ήταν ανέφερε στην ερωμένη του, όταν έπινε, πολλές φιλοδοξίες του και καυχιόταν χωρίς να φυλάγεται ότι κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις οι σπουδαιότερες επιτυχίες οφείλονταν σ᾽ αυτόν και στον πατέρα του, ενώ αποκαλούσε τον Αλέξανδρο παιδάριο, το οποίο σε αυτούς χρωστούσε την εξουσία που απολάμβανε. [48.6] Καθώς η γυναίκα τα έβγαλε αυτά προς κάποιον γνωστό της και εκείνος, όπως ήταν φυσικό, σε άλλον, έφτασε το πράγμα στον Κρατερό, ο οποίος πήρε τη γυναίκα και την πήγε κρυφά στον Αλέξανδρο. [48.7] Όταν εκείνος την άκουσε, έδωσε εντολή να συνεχίσει να συχνάζει στον Φιλώτα και, παν ό,τι μαθαίνει από αυτόν, να πηγαίνει σ᾽ αυτόν και να του το λέει.
[49.1] Ο Φιλώτας λοιπόν, αγνοώντας ότι του την είχαν στημένη κατ᾽ αυτόν τον τρόπο, συναντιόταν με την Αντιγόνη και με οργή και καυχησιολογία εκτόξευε εναντίον του βασιλιά πολλά ανάρμοστα λόγια. [49.2] Ο Αλέξανδρος όμως, μολονότι είχαν προκύψει σοβαρές ενδείξεις κατά του Φιλώτα, έκανε υπομονή, δεν μιλούσε και ήταν συγκρατημένος, είτε επειδή είχε εμπιστοσύνη στις καλές διαθέσεις του Παρμενίωνα απέναντί του, είτε επειδή φοβόταν τη δόξα και τη δύναμή τους. [49.3] Στο μεταξύ, εκείνο τον καιρό, κάποιος Μακεδόνας, ονόματι Λίμνος από τη Χαλάστρα, συνωμοτούσε εναντίον του Αλέξανδρου και παρακινούσε κάποιον νεαρό Νικόμαχο, με τον οποίο είχε ερωτικές σχέσεις, να πάρει μέρος στη σχεδιαζόμενη ενέργεια. [49.4] Αυτός όμως δεν δέχτηκε και αποκάλυψε την απόπειρα στον αδερφό του Κεβαλίνο. Εκείνος πήγε στον Φιλώτα και του ζήτησε να τους παρουσιάσει στον Αλέξανδρο, με την δικαιολογία ότι έπρεπε να τον συναντήσουν για σοβαρά και σπουδαία ζητήματα. [49.5] Ο Φιλώτας όμως για κάποιο λόγο —άγνωστο για ποιόν— δεν τους παρουσίασε, με τη δικαιολογία ότι ο βασιλιάς ασχολούνταν με άλλα πιο σημαντικά θέματα· [49.6] και αυτό το έκανε δυο φορές. Εκείνοι, υποψιαζόμενοι τον Φιλώτα, στράφηκαν σε άλλον και μέσω εκείνου οδηγήθηκαν στον Αλέξανδρο. Κατά πρώτον του ανέφεραν τα σχετικά με τον Λίμνο και στη συνέχεια κατηγόρησαν συγκεκριμένα τον Φιλώτα ότι δεν τους έδωσε σημασία, μόλο που τον συνάντησαν δυο φορές. [49.7] Αυτό εξόργισε πάρα πολύ τον Αλέξανδρο και στενοχωρήθηκε ακόμη περισσότερο, καθώς αυτός που στάλθηκε να συλλάβει τον Λίμνο τον σκότωσε, επειδή πρόβαλλε αντίσταση της στιγμή της σύλληψης. [49.8] Νομίζοντας λοιπόν ότι είχε χάσει την απόδειξη των συνωμοτικών σχεδίων και δυσαρεστημένος με τον Φιλώτα, πήρε με το μέρος του όσους από παλαιά μισούσαν τον Φιλώτα και που φανερά πια έλεγαν ότι ήταν αφέλεια του βασιλιά να πιστεύει ότι ο Λίμνος, ένας άνθρωπος από τη Χαλάστρα, επιχείρησε μόνος του να προχωρήσει σε μια τόσο παράτολμη ενέργεια. [49.9] Υποστήριζαν πως επρόκειτο για υποχείριο, μάλλον για όργανο σταλμένο από κάποια ανώτερη αρχή· η συνωμοσία έπρεπε να αναζητηθεί ανάμεσα σε εκείνους τους οποίους κυρίως συνέφερε να μην αποκαλυφθούν αυτά. [49.10] Ανοίγοντας τα αυτιά του ο βασιλιάς σε τέτοια λόγια και υποψίες, του έφερναν μύριες όσες καταγγελίες εναντίον του Φιλώτα. [49.11] Ύστερα από αυτό τον συνέλαβε και τον ανέκρινε· παρόντες στα βασανιστήρια ήταν οι εταίροι, ενώ ο Αλέξανδρος άκουγε από έξω, πίσω από ένα απλωμένο πανί. [49.12] Όταν ο Φιλώτας εκλιπαρούσε τον Ηφαιστίωνα και τους ανθρώπους του με κραυγές γεμάτες οίκτο και μικροπρέπεια και τον παρακαλούσε, λένε ότι ο Αλέξανδρος του είπε: «πώς, εσύ Φιλώτα, ένας τόσο λιγόψυχος και άνανδρος, επιχειρούσες τόσο μεγάλα πράγματα;» [49.13] Μετά την εκτέλεση του Φιλώτα έστειλε αμέσως ανθρώπους στη Μηδία και εκτέλεσε και τον Παρμενίωνα, έναν άνδρα που είχε κατορθώσει πολλά μαζί με τον Φίλιππο και ήταν ο μόνος ή τουλάχιστον αυτός που περισσότερο από τους ηλικιωμένους φίλους παρότρυνε τον Αλέξανδρο να περάσει στην Ασία, και, από τρεις γιους που είχε στο στράτευμα, είδε τους δύο να πεθαίνουν νωρίτερα, ενώ τον τρίτο να εκτελείται μαζί του. [49.14] Τα γεγονότα αυτά κατέστησαν τον Αλέξανδρο τρομερό σε πολλούς φίλους του, κυρίως όμως στον Αντίπατρο, που έστειλε κρυφά ανθρώπους του στους Αιτωλούς για αμοιβαίες σχέσεις εμπιστοσύνης. [49.15] Γιατί οι Αιτωλοί φοβούνταν τον Αλέξανδρο για την καταστροφή των Οινιαδών, που, όταν την πληροφορήθηκε, είπε ότι θα πάρει εκδίκηση ο ίδιος και όχι τα παιδιά των Οινιαδών.