Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

των Μανόλη Βουτυρά & Αλεξάνδρας Γουλάκη-Βουτυρά
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

  • 365. Μπάτσιο Μπαντινέλι, Λαοκόων, μάρμαρο. Φλωρεντία, Galleria degli Uffizi.

  • 366. Μπάτσιο Μπαντινέλι, Λαοκόων, σχέδιο, περ. 1520. Φλωρεντία, Galleria degli Uffizi.

  • 367. Απόλλωνας του Belvedere, μικρό χάλκινο αντίγραφο του Βίλελμ Τετρόντε, περ. 1560. Φλωρεντία, Bargello.

  • 368. Αγκοστίνο Βενετσιάνο, Απόλλωνας του Belvedere, χαρακτικό, περ. 1515. Νέα Υόρκη, Μητροπολιτικό Μουσείο.

  • 369. Κορμός Belvedere, 1ος αι. μ.Χ. Ρώμη, Βατικανό.

9.2.6. Ρώμη και αρχαιότητες

Οι πιο «φημισμένες αρχαιότητες» κατά τον Βαζάρι στις αρχές του 16ου αιώνα ήταν ο Λαοκόων (εικ. 337), ο Απόλλων του Belvedere (εικ. 293) και ο κορμός Belvedere (εικ. 369), και τα τρία εκτεθειμένα στους κήπους του Βατικανού, στην υπαίθρια γλυπτοθήκη του Belvedere, που έμελλε να γίνει η διασημότερη συλλογή κλασικών γλυπτών στον κόσμο και να προκαλεί το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών στη Ρώμη, αλλά και πολλών επισκεπτών από διάφορα μέρη.

Γνωρίζουμε ακριβώς την ημέρα που βρέθηκε το περίφημο σύμπλεγμα του Λαοκόοντα: την Τετάρτη 14 Ιανουαρίου του 1506 στον αμπελώνα του Felice de Fredis κοντά στη Santa Maria Maggiore της Ρώμης. Η ανακάλυψή του προκάλεσε αμέσως τεράστιο ενδιαφέρον, όχι μόνο γιατί είναι ένα εξαιρετικά εντυπωσιακό σύνολο, αλλά γιατί ήδη ήταν γνωστό από αναφορές σε γραπτές πηγές, από την περιγραφή του Βιργιλίου στην Αινειάδα (II 40-56, 199-231) και από την εγκωμιαστική αναφορά του Πλίνιου του Πρεσβυτέρου (Naturalis historia, 36.37-38), που αναφέρει ότι ήταν έργο τριών καλλιτεχνών από τη Ρόδο, των Αγησάνδρου, Αθηνοδώρου και Πολυδώρου στα ανάκτορα του αυτοκράτορα Τίτου και ξεπερνούσε κάθε άλλο έργο ζωγραφικής ή γλυπτικής. Το έργο έσπευσε να το αγοράσει ο πάπας Ιούλιος Β', ενώ από τους πρώτους που ενδιαφέρθηκαν επίσης ήταν φυσικά η Ισαβέλα ντ᾽ Έστε, η οποία κατάφερε να εξασφαλίσει στο περίφημο σπήλαιό της δυο αντίγραφα. Το 1520 ο πάπας Λέων Ι' ζήτησε ένα αντίγραφο σε μάρμαρο από έναν σπουδαίο γλύπτη της εποχής, τον Μπάτσιο Μπαντινέλι (1493-1560· εικ. 365 και εικ. 366). Πρόκειται για μια από τις λίγες πιστές αντιγραφές αρχαίου γλυπτού, γιατί αυτή η πρακτική ήταν μάλλον δευτερεύουσας σημασίας για την τέχνη του 15ου και 16ου αιώνα. Αλλά και σε αυτή την περίπτωση ο Μπαντινέλι ήθελε το έργο του να είναι κάτι περισσότερο από ένα αντίγραφο, του έδωσε πιο μπαρόκ φόρμες και φιλοδοξούσε να δείχνει πώς θα ήταν συμπληρωμένο το πρωτότυπο. Σήμερα βρίσκεται στην Galleria degli Uffizi της Φλωρεντίας. Αντίγραφα του Λαοκόοντα και των πιο φημισμένων γλυπτών της Ρώμης κατάφερε επίσης να αποκτήσει με πολλές δυσκολίες αργότερα ο βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος Α' (1540-1543) με μήτρες που του ετοίμασε ο γλύπτης Πριματίτσιο (1454-1513). Τα έργα αυτά, χυμένα σε χαλκό, ανάμεσα στα οποία, ο Απόλλωνας Belvedere, η Αφροδίτη Medici, η Αγριπίνα (η λεγόμενη "Κλεοπάτρα") κ.ά., προορίζονταν να κοσμήσουν τους κήπους στο ανάκτορο του Φοντενεμπλό και σήμερα βρίσκονται στο Λούβρο.

Ο Λαοκόων, με την έντονη μυϊκή διάπλαση και την πλούσια πλαστική επεξεργασία, από την πρώτη στιγμή συγκίνησε, απέσπασε τον θαυμασμό καλλιτεχνών και λογίων της εποχής και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για ποιητικά και λογοτεχνικά κείμενα, αλλά κυρίως για σχέδια, χαρακτικά, ζωγραφικές αναφορές, αντίγραφα σε διάφορα μεγέθη, υλικά και κλίμακες.

Ο μαρμάρινος Απόλλωνας του Belvedere θεωρείται ρωμαϊκό αντίγραφο ενός όψιμου κλασικού έργου (ίσως του γλύπτη Λεωχάρη) του 4ου αιώνα π.Χ. ή κάποιου ελληνιστικού πρωτοτύπου σε χαλκό. Ανακαλύφθηκε το 1480 επί πάπα Σίξτου Δ'. Το ανδρικό γυμνό που βαδίζει σε έντονο διασκελισμό με τη χαρακτηριστική κόμμωση θεωρήθηκε πάντα πρότυπο ανδρικού κάλλους. Πολύ γρήγορα γλύπτες όπως ο Αντίκο ή ο Τετρόντε (περ. 1520/1525-1580) ενδιαφέρθηκαν για την αναπαραγωγή του σε χάλκινα αντίγραφα μικρών διαστάσεων (εικ. 367), αλλά κυρίως τράβηξε την προσοχή του Άλμπρεχτ Ντύρερ, που μελέτησε το ανδρικό αυτό γυμνό σε πολλά σχέδια (εικ. 399). Στις πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα η φήμη του Απόλλωνα εξαπλώθηκε ευρύτατα χάρη σε εξαιρετικής ποιότητας χαρακτικά, όπως του Αγκοστίνο Βενετσιάνο (περ. 1490-1536· εικ. 368).

Για τον αποσπασματικό κορμό Belvedere με την υπογραφή Ἀπολλώνιος Νέστορος Ἀθεναῖος ἐποίει, χρονολογημένο τον 1ο αιώνα μ.Χ., δεν είναι γνωστό ούτε πότε ούτε πού ακριβώς βρέθηκε. Μεταξύ 1432 και 1435 ανήκε στη συλλογή του Καρδιναλίου Κολόνα στη Ρώμη (εικ. 369). Πρόκειται για έργο που αποτελεί σημείο αναφοράς στη γλυπτική, το οποίο, όπως και το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα, κέρδισε τον θαυμασμό του Μιχαήλ Αγγέλου και, κατ᾽ απαίτησή του, είναι τα μοναδικά έργα στα οποία δεν έγιναν εργασίες αποκατάστασης. Στην Αναγέννηση θεωρούσαν ότι παρίστανε έναν καθιστό Ηρακλή.

Τα αρχαία γλυπτά, όπως είδαμε, βοηθούν τους καλλιτέχνες να σπουδάσουν το ανθρώπινο σώμα γυμνό ή ντυμένο. Η μόδα allantico αφορά την πτυχολογία αλλά και το contrapposto, την πολυκλείτεια στάση των μορφών. Προηγείται η μελέτη και εξοικείωση με το ανδρικό γυμνό και ακολουθεί το γυναικείο. Το γλυπτό της Αφροδίτης Medici, η Αφροδίτη αιδουμένη (εικ. 358), που έχει πρότυπο την Κνιδία Αφροδίτη του Πραξιτέλη (εικ. 283), μετατρέπεται σε Εύα (εικ. 399). Μόνο μετά το 1490 θα σπουδάσει ο Μιχαήλ Άγγελος την ανατομία του ανθρώπινου σώματος σε πτώματα. Το μάθημα ανατομίας θα αποτυπώσουν σε έργα τους στο μέλλον σπουδαίοι ζωγράφοι, από τους οποίους ο πιο γνωστός ίσως είναι ο Ρέμπραντ.

Είναι προφανές ότι η Ρώμη τον 16ο αιώνα, με τα πολλά μνημεία, τις ανασκαφές και τη μελέτη των αρχαίων, ευνοούσε την αρχαιολατρία και την καταγραφή κάθε ίχνους του αρχαίου κόσμου, με αποτέλεσμα να συρρέουν σε αυτήν, από κάθε γωνιά της Ιταλίας και της Ευρώπης, καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, τεχνίτες, λόγιοι, συλλέκτες, έμποροι έργων τέχνης, χαράκτες και εκδότες χαρακτικών. Η χαρακτική είναι ένα είδος που από τον 16ο αιώνα και εξής γνωρίζει μια ταχύτατη εξέλιξη και ανάπτυξη και παίζει καθοριστικό ρόλο στην αποτύπωση, εξάπλωση και εμβάθυνση θεμάτων της Αρχαιότητας αλλά και του έργου σημαντικών δημιουργών της εποχής. Ο Ραφαήλ, οι μαθητές του και οι χαράκτες Μαρκαντόνιο Ραϊμόντι (περ. 1480-περ. 1534· εικ. 373, εικ. 445) και του Μάρκο Ντέντε ντα Ραβένα (1493-1527) είναι οι πιο χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτής της τάσης.