Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Ελληνική Αρχαιότητα: Πόλεμος - Πολιτική - Πολιτισμός

των Δ. Ι. Κυρτάτα και Σπ. Ι. Ράγκου
Ίδρυμα ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

4.4. Μια εράσμια χάρη έβαλε το χέρι της

Μετά τον θάνατο του Διονυσίου το 367, τύραννος στις Συρακούσες έγινε ο γιος του, ο Διονύσιος ο νεότερος. Οι διαρκείς πόλεμοι είχαν εξαντλήσει την πόλη και ολόκληρη τη Σικελία, ενώ οι Καρχηδόνιοι ανέμεναν πάντα την κατάλληλη στιγμή να επανέλθουν δυναμικά. Ο Διονύσιος ο νεότερος απέφυγε, όσο μπορούσε, τους πολέμους και κράτησε την εξουσία για δέκα χρόνια, με σύμβουλο τον θείο του Δίωνα, που είχε βαθιά φιλοσοφική κατάρτιση. Όταν κατάλαβε ότι ο Δίων είχε την πρόθεση και το κύρος να καταλύσει το τυραννικό πολίτευμα, τον ανάγκασε να φύγει από την πόλη. Από την εξορία ο Δίων συγκέντρωσε στρατό και, ύστερα από πολλές δυσκολίες, ανέτρεψε τον Διονύσιο. Δολοφονήθηκε ωστόσο λίγα χρόνια αργότερα και οι Συρακούσες πέρασαν μια περίοδο αστάθειας. Έτσι το 346 ο Διονύσιος κατάφερε να επιστρέψει και να γίνει πάλι τύραννος των Συρακουσών. Αυτή τη φορά τον επιβουλεύτηκε ο τύραννος των Λεοντίνων Ικέτης, που κατέλαβε την πόλη και τον υποχρέωσε να καταφύγει στην οχυρωμένη ακρόπολη. Με δύο πλέον τυράννους να ερίζουν για κυριαρχία, οι Συρακούσιοι ζήτησαν τη βοήθεια της Κορίνθου, ελπίζοντας ότι η μητρόπολή τους θα τους βοηθούσε να ανακτήσουν την ελευθερία τους.

Οι Κορίνθιοι έσπευσαν να ανταποκριθούν και επέλεξαν στρατηγό τον Τιμολέοντα, έναν επιφανή πολίτη που εχθρευόταν φανερά τα τυραννικά πολιτεύματα, στον οποίο έδωσαν μια μικρή δύναμη. Ο Τιμολέων, καθώς λεγόταν, δέχτηκε διότι η θέση του ήταν επισφαλής. Είχε πρόσφατα δολοφονήσει τον αδελφό του, που επιχειρούσε να γίνει τύραννος στην Κόρινθο, και βρισκόταν ήδη υπό κατηγορία. Η συμφωνία ήταν ότι, εάν κατάφερνε να επιβληθεί και να κυβερνήσει δίκαια τις Συρακούσες, οι συμπολίτες του ήταν αποφασισμένοι να τον ανακηρύξουν τυραννοκτόνο. Εάν όμως κυβερνούσε με πλεονεξία, θα τον καταδίκαζαν ως αδελφοκτόνο. Φτάνοντας στη Σικελία το 344, ο Τιμολέων βρήκε υποστηρικτή μόνο τον Ανδρόμαχο, τύραννο της μικρής πόλης του Ταυρομενίου, αλλά δεν έχασε καιρό και με ελάχιστες δυνάμεις ανέλαβε το έργο που του είχε ανατεθεί. Μπροστά στη νέα απειλή, ο Ικέτης ζήτησε τη συνδρομή των Καρχηδονίων, οι οποίοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία που περίμεναν.

Η κατάσταση στις Συρακούσες ήταν δραματική. Η πόλη βρισκόταν στα χέρια ενός ξένου τυράννου, το λιμάνι στην εξουσία των Καρχηδονίων και η ακρόπολη στον έλεγχο του Διονυσίου. Η συνδρομή που περίμεναν οι πολίτες από την Κόρινθο είχε έρθει, αλλά ήταν παντελώς ανεπαρκής. Ο Τιμολέων ωστόσο επέδειξε εξαίρετη ανδρεία και στρατηγική ευφυΐα. Θαύμαζε άλλωστε και ακολουθούσε το παράδειγμα του Επαμεινώνδα. Με μια αιφνιδιαστική επίθεση έτρεψε σε φυγή τις κατά πολύ υπέρτερες δυνάμεις του Ικέτη και πρόβαλε ως ελπίδα για ολόκληρο το νησί. Η μία μετά την άλλη, οι σικελικές πόλεις έσπευδαν να συνεργαστούν μαζί του. Το σημαντικότερο ήταν ότι ο Διονύσιος, που βρισκόταν πλέον σε απελπιστική κατάσταση, του παρέδωσε την ακρόπολη των Συρακουσών.

Οι Έλληνες είδαν τότε να παίζεται μια πραγματική τραγωδία. Από τύραννος της ισχυρότερης και ενδοξότερης πόλης την εποχή εκείνη, ο Διονύσιος έχανε την εξουσία για δεύτερη φορά. Όλη του η οικογένεια είχε ατιμαστεί και θανατωθεί. Και αυτός, εξόριστος στην Κόρινθο, τριγύριζε στις ταβέρνες και περνούσε τις ώρες του στα μυροπωλεία, πίνοντας και αντιδικώντας με τις γυναίκες του δρόμου. Η πιο ενδιαφέρουσα ίσως ασχολία του ήταν να διδάσκει τις τραγουδίστριες της πόλης και να συζητά μαζί τους γύρω από τα θεατρικά άσματα και την αρμονία του μουσικού μέλους. Αυτές μόνο τις γνώσεις, που είχε προφανώς λάβει από τον πατέρα του, μπορούσε πλέον να αξιοποιεί.

Στο μεταξύ η τύχη συνέχισε να χαμογελά στον Τιμολέοντα. Στις Συρακούσες, με πρόσκληση του Ικέτη, οι Καρχηδόνιοι είχαν εισέλθει για πρώτη φορά μαζικά στην πόλη, με 150 πλοία και 60.000 άνδρες. Από εκεί ξεκίνησαν να αντιμετωπίσουν τον Τιμολέοντα. Βλέποντας ωστόσο τον στρατό να αναχωρεί, η φρουρά της ακρόπολης, που είχε παραδοθεί από τον Διονύσιο στους Κορίνθιους, επιτέθηκε και κατέλαβε μέρος της πόλης. Ταυτοχρόνως έφταναν και ενισχύσεις από την Κόρινθο. Οι Καρχηδόνιοι απελπίστηκαν και επέστρεψαν στον τόπο τους. Στην κρισιμότερη μάχη, ο Τιμολέων έτρεψε σε φυγή τον κατά πολύ υπέρτερο στρατό του Ικέτη και έγινε κύριος των Συρακουσών. Ένα από τα πρώτα του μελήματα ήταν να κατεδαφίσει τα οχυρά των τυράννων στην ακρόπολη και στη θέση τους να οικοδομήσει δικαστήρια. Η ενέργεια αυτή θεωρήθηκε απαρχή της ελευθερίας. Στη συνέχεια προσκλήθηκαν όσοι Συρακούσιοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη και όσοι άλλοι Έλληνες επιθυμούσαν να εγκατασταθούν ως άποικοι. Οι Συρακούσες έγιναν και πάλι μια πολυπληθής και ευημερούσα πολιτεία.

Βλέποντας τον Τιμολέοντα να εδραιώνεται στις Συρακούσες και να αποκτά αίγλη σε όλες σχεδόν τις ελληνικές πόλης της Σικελίας, οι Καρχηδόνιοι αποφάσισαν να επέμβουν για να εκδιώξουν ολοκληρωτικά τους Έλληνες από το νησί. Αποβιβάστηκαν λοιπόν με 200 πλοία και 70.000 άνδρες. Τέτοιος ήταν ο τρόμος που προκάλεσαν, ώστε ο Τιμολέων δεν μπόρεσε να συγκεντρώσει περισσότερους από 5.000 πολεμιστές για να τους αντιμετωπίσει. Ωστόσο, καθώς οι Καρχηδόνιοι με τους συμμάχους τους διάβαιναν έναν ποταμό, ενώ μαινόταν καταιγίδα και έπεφτε χαλάζι, ο Τιμολέων επιτέθηκε και πέτυχε μια συντριπτική νίκη. Λέγεται ότι από την πλευρά των Καρχηδονίων χάθηκαν 10.000 άνδρες. Για τρεις ημέρες οι Έλληνες συγκέντρωναν τα λάφυρα, μέχρι να βρουν χρόνο για να στήσουν το τρόπαιο της νίκης.

Αδιαφιλονίκητος πλέον ο Τιμολέων ανέτρεψε τις τυραννίες σε όλη τη Σικελία και εγκατέστησε δημοκρατικά πολιτεύματα. Έχοντας παραμείνει στην εξουσία λιγότερο από οκτώ χρόνια, και καθώς το φως του τον εγκατέλειπε, παραιτήθηκε και αποσύρθηκε. Αλλά οι Συρακούσιοι συνέχισαν να τον τιμούν και να τον συμβουλεύονται έως τον θάνατό του. Ο μόνος τύραννος που ο Τιμολέων ανέχτηκε και δεν ανέτρεψε ήταν ο Ανδρόμαχος του Ταυρομενίου, που τον είχε ενισχύσει στο δύσκολο ξεκίνημα της πορείας του. Και σε αυτό ακόμη στάθηκε τυχερός. Ο γιος του τυράννου, ο Τίμαιος, έγινε ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς της εποχής του και δόξασε στο έργο του τον Τιμολέοντα όσο κανένας άλλος (Κακριδής 4.5.Β [σ. 207]). Ο Τίμαιος είχε σπουδάσει στην Αθήνα στη σχολή του Ισοκράτη και ήταν ο πρώτος που χρονολόγησε τα γεγονότα με τις Ολυμπιάδες. Το έργο του έχει χαθεί, αλλά πολλές από τις πληροφορίες του για τον Τιμολέοντα τις διέσωσε ο Πλούταρχος.

Δημήτρης I. Κυρτάτας