Εξώφυλλο

Αρχαιογνωσία και Αρχαιογλωσσία στη Μέση Εκπαίδευση

Η Ρώμη και ο κόσμος της

του Θ. Παπαγγελή
Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας & Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών

  • Η ταινία «Κλεοπάτρα» του 1963 ήταν μια από τις μεγαλύτερες παραγωγές και επιτυχίες του Χόλιγουντ. Στο διαφημιστικό «πόστερ» της εποχής η βασίλισσα (Ελίζαμπεθ Τέιλορ) περιστοιχίζεται από τον Ιούλιο Καίσαρα (Ρεξ Χάρισον), που χαμογελάει αινιγματικά, και τον Μάρκο Αντώνιο, που φαίνεται ερωτευμένος αλλά όχι και πολύ ευχαριστημένος.

3.5. Σενάρια, σενάρια, σενάρια…

Να θυμηθούμε ξανά τον Πλούταρχο: την ιστορική αλήθεια δεν τη γνωρίζει κανείς. Ωραία, αλλά τότε προς τι το δικό μας σενάριο; Γιατί το δικό μας σενάριο να είναι πιο κοντά στην αλήθεια από το άλλο, που μιλάει για μέγα ερωτικό πάθος και για συμβόλαιο διπλού ερωτικού θανάτου;

Το βασικό μας επιχείρημα (αν πρόκειται πράγματι για επιχείρημα) είναι ότι στο σενάριο των «άλλων» υπέρτατη αξία είναι, ακριβώς, το ερωτικό πάθος - αξία υπέρτερη από τον πατριωτισμό, τις προγονικές παραδόσεις και τις πολιτικοστρατιωτικές φιλοδοξίες. Και, όσο μπορούμε να ξέρουμε, αυτή η αντίληψη για την υπέρτατη αξία του ερωτικού πάθους είναι δημιούργημα μιας νεότερης εποχής, και είναι αντίληψη που δύσκολα θα καταλάβαιναν ο Αντώνιος και η Κλεοπάτρα. Όχι πως ο Ρωμαίος έμεινε συναισθηματικά απαθής απέναντι στην αρχόντισσα της Αιγύπτου· μπορεί, μάλιστα, να ήταν πιο ερωτευμένος μαζί της από ό,τι ήταν, αν ήταν ποτέ, με την Οκταβία· απλούστατα, το σενάριο των «άλλων» μιλάει για τον έρωτά τους με πολύ «ρομαντικό» τρόπο, τοποθετεί πάνω απ᾽ όλα το συναίσθημα και αδιαφορεί για όλα τα άλλα· και αυτό δεν είναι ο κανόνας για την ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα, κυρίως όταν πρωταγωνιστές είναι δημόσιοι άνδρες και δημόσιες γυναίκες. Σε αντίθεση με το δικό μας, το άλλο σενάριο μιλάει με τη γλώσσα του Σαίξπηρ και την εικόνα του Χόλιγουντ.

Το μέγα ερωτικό πάθος και η τραγική του κατάληξη είναι αυτό που ορίζει την τραγωδία που συνέγραψε ο άγγλος δραματουργός· και με τη σειρά του ο άγγλος δραματουργός, εδώ και πέντε αιώνες, ασκεί τυραννικό έλεγχο στον τρόπο με τον οποίο φανταζόμαστε τον «Αντώνιο και την Κλεοπάτρα». Και ύστερα ήρθε ο κινηματογράφος και οι υπερπαραγωγές του Χόλιγουντ, και όσοι δεν είχαν θρέψει τη φαντασία τους με τον Σαίξπηρ (αλλά και πολλοί από αυτούς που τον ήξεραν) ξαναείδαν μπροστά τους την ίδια ιστορία «ζωντανή» και από τότε δύσκολα μπορούν να πιστέψουν ότι ο Αντώνιος δεν ήταν «τρελός» για τη βασίλισσά του, και αντιστρόφως· και μετά τον Ρίτσαρντ Μπάρτον δύσκολα θα πιστέψουν ότι «εκείνος» δεν ήταν «ζεν πρεμιέ»· και, κυρίως, μετά την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ακόμη πιο δύσκολα θα πιστέψουν ότι «εκείνη» δεν ήταν τόσο ωραία όσο η «Μις Κόσμος». Και ας έχουν αμφιβολίες οι ιστορικοί για το πόσο μακριά ή καλοσχηματισμένη ήταν η μύτη της Κλεοπάτρας· και ας δείχνουν οι παραστάσεις των αρχαίων νομισμάτων ότι η αγαπημένη του Ρωμαίου, ό,τι άλλο κι αν ήταν, δύσκολα θα μπορούσε να θεωρηθεί καλλονή.

Με άλλα λόγια, ο τρόπος με τον οποίο διαβάζουμε το παρελθόν εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα από τον τρόπο με τον οποίο άλλοι πριν από μας διάβασαν ή είδαν την ιστορία· και συχνά εμείς, ως αναγνώστες και θεατές, έχουμε ενσωματώσει τις ερμηνείες και τις εικόνες των άλλων (πολύ περισσότερο αν αυτοί οι άλλοι είναι ο Σαίξπηρ και το Χόλιγουντ), ακόμη και όταν δεν το συνειδητοποιούμε ή δεν το παραδεχόμαστε. Μπορούμε, και πρέπει, να προσπαθούμε να ανακαλύψουμε την ιστορική αλήθεια, αλλά ταυτόχρονα μπορούμε, και πρέπει, να ξέρουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούμε να την ανακαλύψουμε (με άλλα λόγια, η μέθοδος που χρησιμοποιούμε) είναι προσδιορισμένος κι αυτός από χίλιους δυο παράγοντες που μπορεί να μην έχουν και μεγάλη σχέση με αυτή την «καθαρή αλήθεια», με το «τι ακριβώς έγινε τότε». Και, στο τέλος τέλος, να πούμε και το άλλο: όταν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι πιο κοντά στην ιστορική αλήθεια επειδή το δικό του σενάριο έχει αποκλείσει «επιστημονικά» όλα αυτά που είναι άσχετα με το γεγονός που μας απασχολεί, να μη χαλαρώνουμε την προσοχή μας.

Για παράδειγμα, προτείναμε εδώ ένα «δικό μας» σενάριο για την ιστορική αλήθεια της σχέσης Αντώνιου και Κλεοπάτρας, σύμφωνα με το οποίο, πέρα και ανεξάρτητα από αισθήματα και συναισθήματα, ο Αντώνιος δεν ήταν ο διεφθαρμένος Ρωμαίος που ήθελε η προπαγάνδα του Οκταβιανού: πέθανε με ρωμαϊκή αξιοπρέπεια και σύμφωνα με το ρωμαϊκό ήθος και όχι αναστενάζοντας γοερά από ερωτικό πάθος για τη μοιραία γυναίκα της ζωής του. Είμαστε πιο κοντά στην αλήθεια ή, μήπως, χωρίς να το ξέρουμε, έχουμε προσυπογράψει το σενάριο του δικού μαςΑλεξανδρινού;

ΑΠΟΛΕΙΠΕΙΝ O ΘΕΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΝ

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ᾽, ακουσθεί

αόρατος θίασος να περνά

με μουσικές εξαίσιες, με φωνές -

την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου

που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου

που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.

Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,

αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.

Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν

ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·

μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.

Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,

σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλη,

πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,

κι άκουσε με συγκίνησην, αλλ᾽ όχι

με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,

ως τελευταία απόλαυση τους ήχους,

τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,

κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.