Εξώφυλλο

Εγκυκλοπαιδικός Οδηγός

Αρχαϊκή Λυρική Ποίηση

του Ι. Ν. Καζάζη (με τη συνεργασία της Μαργαρίτας Σωτηρίου)

Β4. ΜΙΜΝΕΡΝΟΣ - ΣΗΜΩΝΙΔΗΣ

Μίμνερνος ο γλυκύς και ο πικρός Σημωνίδης

Στις αλλαγμένες ιστορικές συνθήκες καθώς η πόλη-κράτος περισφίγγει τις αλυσίδες του νόμου γύρω από το άτομο, άλλο τόσο επίμονα αναζητεί εκείνο να αντισταθμίσει την πολιτική αυστηρότητα ή και δέσμευση με την απελευθέρωση της προσωπικής ζωής. Η λυρική ποίηση στρέφεται πια προς την κατεύθυνση των διευρυμένων προσωπικών ελευθεριών. Σύμφωνα με τον Jaeger, η αντίδραση αυτή είναι απολύτως εξηγήσιμη: καθώς το άτομο γίνεται «καλύτερος πολίτης», αναζητά ολοένα μεγαλύτερα περιθώρια ευτυχίας, και γι' αυτό η πλάστιγγα στην οποία ισορροπούν οι απαιτήσεις της ατομικής ζωής και της πόλης αρχίζει να γέρνει προς τις πρώτες.

Ο Μίμνερμος από την Κολοφώνα (~ 600 π.Χ.) και ο Σημωνίδης ο Αμοργίνος (β΄ μισό 7ου αι.) είναι οι δύο πιο σημαντικοί εκπρόσωποι αυτής της ιωνικής σχολής ελεγειακής ποίησης, διακριτικό της οποίας είναι η προκλητική πρόκριση της λυρικής αξίας του ἡδέος έναντι του επικού ιδεώδους του καλού που πρότασσε η παλαιά τάξη των ευγενών. Ο Μίμνερμος, που ακμάζει μία γενιά μετά τον Τυρταίο, είναι ο πρώτος που με την ποίησή του διαταράσσει την παλιά ισορροπία: χωρίς τις χαρές της χρυσής Αφροδίτης, η ζωή η ίδια και οι τέρψεις δεν αξίζουν τίποτε.

Στα δύο βιβλία ελεγειών που παραδίδονται με το όνομά του, ο ποιητής σταδιακά παραχωρεί το δημόσιο βήμα στον καθαρόαιμο ρήτορα (= πολιτικό). Η ενδοσκόπηση που κερδίζει σιγά σιγά έδαφος ευνοεί την ανάπτυξη ενός «λυρισμού», πολύ κοντά στην (σύγχρονη ευρωπαϊκή) εκδοχή του, που αναδύεται από μια βαθιά ανθρώπινη εξομολογητική διάθεση με προσωπικούς και συχνά μελαγχολικούς τόνους (Μίμνερμος απόσπ. 1, 2, 5W). Ο θεματικός άξονας της ελεγειακής ποίησης του Μίμνερμου στηρίζεται στην προσφιλή για την αρχαϊκή εποχή τάση για διπολική διαμόρφωση της σκέψης, μέσα από την οποία αναδεικνύεται η αντίθεση ανάμεσα στη βραχεία αλλά τιμημένη νεότητα που χαίρεται τον έρωτα και στις λύπες και στα βάσανα που συνοδεύουν τα σκληρά και άσχημα γηρατειά, εν τέλει ανάμεσα στη γλυκιά ζωή και στον μαύρο θάνατο.

Πραγματικός βιρτουόζος ο Μίμνερμος από άποψη καθαρά τεχνική στο είδος του (ασφαλώς τεχνικότερος του Σόλωνα και του Σημωνίδη), θαυμάστηκε από τον Καλλίμαχο (και άμεσα και έμμεσα και από τους Ρωμαίους ελεγειακούς), ως εκπρόσωπος της τερπνής και λεπτής ποιητικής τέχνης, η οποία, παραμερίζοντας την επική μεγαλοστομία, ενέπνευσε στην ελληνιστική (και τη ρωμαϊκή) κατάτεχνη μούσα το νόημα της αληθινής ποίησης.

Η σχολή αυτή, προβάλλοντας τα δικαιώματα της φύσης στο πλαίσιο μιας νέας φιλοσοφίας της ζωής, εναρμονίζεται με το φυσιοκρατικό ήθος τη νέας κοσμολογίας, η οποία επίσης γεννιέται σε ιωνικό έδαφος των Μιλησίων φιλοσόφων (Σημωνίδης απόσπ. 1W). Ο Σημωνίδης είναι αυτός που μέσα από τους στίχους του εκφράζει το παράπονο για την εφήμερη φύση των ανθρώπων και προτρέπει carpe diem! Η ανθρώπινη ελπίδα της αθανασίας εκμηδενίζεται, καθώς η νιότη αναδεικνύεται ως η πηγή όλων των ψευδαισθήσεων και των πιο παράτολμων προθέσεων γιατί αγνοεί την ομηρική βιοτική σοφία (απόσπ. 29D). Ο Σημωνίδης απομακρύνεται από το υψηλόφρων ηρωικό ιδεώδες της υστεροφημίας και επιλέγει από την ομηρική παρακαταθήκη μόνο την ιδέα της βραχείας ζωής την οποία συμπληρώνει όχι με τον τραγικό ηρωισμό αλλά με την ηδονιστική άφεση.

Το ευμετάβλητο της ανθρώπινης κατάστασης αντιμετωπίζεται με την ίδια απαισιοδοξία που δίδαξε πρώτος ο Ησίοδος. Σε αντίθεση προς τον Αρχίλοχο ο οποίος, όπως σημειώνει ο Lesky, «με αδάμαστο θάρρος στέκει μέσα στις καταιγίδες» στην περίπτωση του Σημωνίδη αναγνωρίζουμε «τον πιεσμένο και πιεστικό θρήνο ενός ανθρώπου, ο οποίος βλέπει στον κόσμο ολόγυρά του θλίψη». Απαισιοδοξία και μελαγχολία διατρέχει όλη την ποίησή του ακόμη και τον λεγόμενο Ίαμβο κατά γυναικών, ένα ποίημα που με ιδιαίτερο χιούμορ και ευτράπελη διάθεση παραβάλλει το ήθος των γυναικών με των διαφόρων ζώων. Όπως επισημαίνει ο Κοπιδάκης, σε αντίθεση με τη Σαπφώ και τον Αλκαίο που «λόγω καταγωγής ή λόγω περιστάσεως υπερασπίζονται τις παλαιές αριστοκρατικές αξίες […] δημιουργούν έναν κόσμο ονειρικό, όπου κυριαρχούν το κάλλος, τα νιάτα, η χλιδή, η τρυφή, η εκλέπτυνση, […]» λυρικοί όπως ο Σημωνίδης και ο Ιππώναξ που αναδεικνύουν μέσα από τους στίχους τους «τις αξίες των κατώτατων στρωμάτων ή της μεσαίας τάξης, είναι επιρρεπείς στην κριτική της σκοτεινής πλευράς της γυναικείας φύσης […] ως εκ τούτου προκαλούν τη σάτιρα, το σκώμμα, την καχυποψία, τη διαβολή. Για τον Σημωνίδη τρεις είναι οι τυπικά γυναικείες ιδιότητες που προκαλούν τρόμο και φόβο: η αντικοινωνικότητα, η φυγοπονία που συνοδεύεται από τη σπατάλη και η αχαλίνωτη αφροδισία. (Αντίθετα) το ιδεώδες το εκπροσωπεί η Μέλισσα· γεννά παιδιά, τα ανατρέφει καλά και δεν αποστρέφεται μόνο τις εξωσυζυγικές σχέσεις, αλλά και τις συζητήσεις για τα ερωτικά, που εξάπτουν την περιέργεια και ανοίγουν τον δρόμο από τη θεωρία στην πράξη. Μητρότητα, λοιπόν, φιλεργία και σωφροσύνη (: εγκράτεια) είναι ο χρυσούς κανών. Η τήρησή του διασφαλίζει την αρμονία των συζυγικών σχέσεων, την επαύξηση της περιουσίας και την υπόληψη του κόσμου. Η Μέλισσα τηρεί το μέτρο, οι άλλες ρέπουν προς την έλλειψη ή την υπερβολή».

Αρχαία Κείμενα

Μίμνερμος 1, 2, 5W.

Σημωνίδης 1W, 29D.

Επιλεγμένη Βιβλιογραφία

Murray, O. 1990 (εκδ.) Sympotica: A Symposium on the Symposion, Oxford.

Slings, S. R. 2000 «Symposion and interpretation: elegy as group-song and the so-called awakening individual» AAntHung 40: 423-434.