Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΤΙΘΩΝΟΣ

    (έντομο, τζιτζίκι)

     

    Κι απ' του λεβέντη Τιθωνού την αγκαλιά η Αυγούλα

    σηκώνουνταν να φέρει φως σ' όλους, θεούς κι ανθρώπους.

    (Όμ., Οδ. ε 1-2, μετ. Ζ. Σίδερης)

     

    Του γέρου αφήνει Τιθωνού το πλάγ΄ η χρυσωμένη

    Ηώς να φέρει των θεών το φως και των ανθρώπων·

    (Όμ., Ιλ. Λ 1-2, μετ. Ι. Πολυλάς)

     

    Ο Απολλόδωρος παραδίδει και τις δύο εκδοχές για τον Τιθωνό και τη σχέση του με την Ηώ, και μάλιστα στο ίδιο βιβλίο (3.12.3 και 3.14.3). Σύμφωνα λοιπόν με τη μία εκδοχή ο Τιθωνός ήταν γιος της Ηώς και του Αθηναίου Κέφαλου, γιου του Ερμή και της Έρσης. Η πιο διαδεδομένη εκδοχή εντάσσει τον Τιθωνό στον Τρωικό κύκλο και τον θεωρεί γιο του Λαομέδοντα και της Στρυμώς, κόρης του θεού ποταμού, ή της Πλακίας, κόρης του Οτρέα, ή της Λευκίππης. Η ωραιότητα του νέου εμφύσησε στην καρδιά της Ηώς έρωτα, γι' αυτό τον άρπαξε και τον έφερε στην Αιθιοπία· εκεί έσμιξε μαζί του και του γέννησε παιδιά, τον Ημαθίωνα και τον Μέμνονα. Ερωτευμένη πολύ με τον Τιθωνό, η Ηώ ζήτησε από τον Δία να κάνει τον Τιθωνό αθάνατο, ξέχασε όμως να ζητήσει για εκείνον και την αιώνια νιότη. Με τα χρόνια ο Τιθωνός ζάρωσε και συρρικνώθηκε τόσο που αναγκάστηκαν να τον βάλουν μέσα σε καλάθι από ιτιά, όπως έκαμναν με τα παιδιά. Στο τέλος, η ίδια η Ηώ τον μεταμόρφωσε σε τζιτζίκι. (Εικ. 1855, 1856, 1857, 1858, 1859, 1860, 1861, 1862, 1863, 1864, 1865, 1866, 1867, 1868, 1869, 1870, 1871, 1872, 1873, 1874, 1875)