Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΑΛΚΜΗΝΗ

    (πέτρα)

     

    Η Αλκμήνη ανήκε στο γένος του Περσέα. Ήταν κόρη του Ηλεκτρύωνα και της Αναξώς, κόρη του αδελφού του πατέρα της Αλκαίου, και εννέα αδελφών.

     

     

    Ο πατέρας της την πάντρεψε με τον θείο της Αμφιτρύωνα, αδελφό της μητέρας της, και του παραχώρησε τη βασιλεία ορκίζοντάς τον να σεβαστεί την Αλκμήνη μέχρι να πάρει εκδίκηση για τον χαμό των αδελφών της και την κλοπή των βοδιών του. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή η Αλκμήνη ακολούθησε τον Αμφιτρύωνα από την Τίρυνθα στη Θήβα, τον τόπο της εξορίας του εξαιτίας του θανάτου του Ηελκτρύωνα που είχε προκαλέσει ακούσια. Και εκείνη του υποσχέθηκε να τον παντρευτεί αν γυρνούσε νικητής από τον πόλεμο εναντίον των Τηλεβόων που είχαν προκαλέσει τον θάνατο των αδελφών της.[3] Λίγο πριν επιστρέψει στη Θήβα από τον νικηφόρο πόλεμο που είχε διεξάγει, ο Δίας, από πόθο για την Αλκμήνη, πήρε τη μορφή του Αμφιτρύωνα και μέσα στη νύχτα την πλησίασε και ενώθηκε μαζί της. (Εικ. 227, 228, 229) Έδωσε μάλιστα στον Ήλιο την εντολή να μην ανατείλει και έκανε εκείνη τη γαμήλια νύχτα να κρατήσει όσο τρεις -γι' αυτό και ο Ηρακλής αποκαλείται τριέσπερος και τρισέληνος-, διηγούμενος και τις περιπέτειές «του» με τους Τηλεβόες. Όταν ο Αμφιτρύωνας γύρισε πίσω, όχι μόνο η Αλκμήνη δεν τον υποδέχτηκε διαχυτικά, αλλά και όταν πήγε να της αφηγηθεί λεπτομέρειες από την εκστρατεία του, εκείνη του είπε ότι τα γνώριζε όλα πολύ καλά, αφού της τα είχε διηγηθεί μόλις την προηγούμενη νύχτα της άφιξής του. Ο Αμφιτρύωνας, θέλοντας να καταλάβει τι συμβαίνει, ρώτησε το μαντείο και από τον Τειρεσία πληροφορήθηκε την ένωση της γυναίκας του με τον Δία, η τελευταία ένωση του θεού με θνητή γυναίκα. Ο Αμφιτρύωνας θέλησε να τιμωρήσει τη γυναίκα του καίγοντάς την στην πυρά. Όμως ο Δίας έστειλε δυνατή βροχή και η φλόγα έσβησε. Η ολοφάνερη θεϊκή παρέμβαση ανάγκασε τον Αμφιτρύωνα να συγχωρήσει τη γυναίκα του. (Εικ. 230, 233, 231, 234)


    Η Αλκμήνη γέννησε δύο παιδιά, με τον Δία τον Ηρακλή, κατά μία νύχτα μεγαλύτερο, με τον Αμφιτρύωνα τον Ιφικλή. Η καθυστέρηση που προκάλεσε η Ήρα στον τοκετό από ζήλια για την ερωμένη του άνδρα της και για να εκδικηθεί το παιδί που θα γεννιόταν, έκανε να γεννηθεί πρώτος ο γιος του Σθένελου Ευρυσθέας, και να γίνει αυτός βασιλιάς των Μυκηνών και ο Ηρακλής δούλος του· γιατί ο ίδιος ο Δίας είχε πει ότι το παιδί από τη γενιά του Περσέα που θα γεννιόταν σε λίγο θα γινόταν βασιλιάς των Μυκηνών. (Εικ. 235, 236, 237, 238, 239, 240)

    Μετά το πέρας των άθλων του Ηρακλή, η Αλκμήνη συνόδευσε τον γιο της στην Τίρυνθα, τον τόπο της καταγωγής τους, όμως ο Ευρυσθέας τους εμπόδισε. Ωστόσο, την εποχή του θανάτου και της αποθέωσης του γιου της στην Τραχίνα, η Αλκμήνη βρισκόταν εκεί, στην Τίρυνθα, με μερικά εγγόνια της. Άλλα βρίσκονταν στην Κόρινθο και την Τραχίνα. Αλλά ο Ευρυσθέας πέτυχε να εκδιωχθούν όλοι από τις πόλεις που έμεναν, τους δέχθηκαν μόνο στην Αθήνα εναντίον της οποίας ο Ευρυσθέας κίνησε πόλεμο, τον οποίο έχασε. Και όταν έφεραν στην Αλκμήνη το κεφάλι του, εκείνη του έβγαλε τα μάτια με τα αδράχτια της. Ύστερα εγκαταστάθηκε στη Θήβα και, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, μετά τον θάνατο του Αμφιτρύωνα, που πέθανε πολεμώντας πλάι στον Ηρακλή, παντρεύτηκε τον γιο του Δία Ραδάμανθυ, που κατοικούσε εξόριστος στις Ωκαλές της Βοιωτίας. Σύμφωνα με τον Φερεκύδη, η Αλκμήνη πέθανε σε μεγάλη ηλικία και τάφηκε στην Αλίαρτο, όπως και ο Ραδάμανθυς και ο Τειρεσίας. Όμως ο Ερμής, με εντολή του Δία, έκλεψε το σώμα της και το μετέφερε στο Νησί των Μακάρων, όπου παντρεύτηκε τον Ραδάμανθυ, τον κριτή του Κάτω Κόσμου. Στη θέση του μέσα στο φέρετρο οι θεοί έβαλαν μια πέτρα που οι Ηρακλείδες έστησαν στο άλσος, όπου βρισκόταν το ηρώο της Αλκμήνης στη Θήβα. Σύμφωνα με άλλη παράδοση η Αλκμήνη παρευρέθηκε στις θεϊκές τιμές του γιου της στον Όλυμπο.

    Από την αφήγηση του Φερεκύδη δεν προκύπτει μια καθαρή ιστορία μεταμόρφωσης αλλά μάλλον αντικατάστασης. Κι ας τη διασώζει ο Αντωνίνος Λιβεράλις στο βιβλίο του Μεταμορφώσεων συναγωγή.

     

     

    3 Στα χρόνια του Παυσανία έδειχναν ακόμη τα ερείπια του παλατιού όπου είχε μείνει το ζεύγος, οικοδόμημα του Τροφώνιου και του Αγαμήδη.