Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού

Αποτελέσματα για: "Χ"

Βρέθηκαν 138 Λήμματα [111 - 120]

χρώμα

[το], ουσιαστικό
1) Tο άσπρο, το μαύρο, το κόκκινο, το κίτρινο, το πράσινο και το μπλε είναι χρώματα. 2) Χρώμα λέμε το υγρό που χρησιμοποιούμε για να ζωγραφίζουμε ή για να βάφουμε τους τοίχους. 3) Λέμε ότι χάνεις το χρώμα σου, όταν γίνεσαι χλωμός και ότι παίρνεις χρώμα, όταν γίνεσαι πιο σκούρος ή πιο κόκκινος.
2) βαφή, μπογιά
Όταν χρωματίζεις κάτι, του βάζεις χρώμα, το βάφεις. Ένα χρωματιστό μπλουζάκι έχει πολλά χρώματα και δεν είναι μόνο μαύρο ή άσπρο.
χρώ-μα
'τα χρώματα'

χρωματίζω

χρωματίζω, χρωματίζομαι, ρήμα
χρώμα

χρωστώ

χρωστώ και χρωστάω, ρήμα
Όταν χρωστάς χρήματα ή κάτι άλλο, πρέπει να τα δώσεις πίσω, γιατί τα έχεις πάρει για λίγο, τα έχεις δανειστεί.
O θείος Τάκης χρωστάει στην τράπεζα τα χρήματα που πήρε για να φτιάξει το σπίτι του.
οφείλω
χρω-στώ

χταπόδι

[το], ουσιαστικό
Το χταπόδι είναι ένα ζώο της θάλασσας που έχει οκτώ πόδια, τα πλοκάμια.
χτα-πό-δι
'η θάλασσα'

χτένα

[η], ουσιαστικό
Η χτένα είναι από κόκαλο ή πλαστικό κι έχει πολλά δόντια. Με τη χτένα ξεμπερδεύουμε τα μαλλιά μας και τα χτενίζουμε.
Η θεία Κατερίνα πάει συχνά στο κομμωτήριο για να χτενιστεί. Το χτένισμά της είναι πολύ όμορφο. Όταν χτενίζει τα μαλλιά της μόνη της, είναι πολύ διαφορετικά.
χτέ-να

χτενίζω

χτενίζω, χτενίζομαι, ρήμα
χτένα

χτες

επίρρημα
χθες

χτίζω

χτίζω και κτίζω / χτίζομαι / κτίζομαι, ρήμα
O θείος Αλέκος έχτισε ένα πολύ όμορφο σπίτι στο χωριό του. Το έφτιαξε με τούβλα, τσιμέντο και άλλα υλικά.
Για να γίνει το σπίτι του θείου Αλέκου, δούλεψαν πολλοί χτίστες.
χτί-ζω

χτίστης

[ο], ουσιαστικό
χτίζω

χτυπώ

χτυπώ και χτυπάω / χτυπιέμαι, ρήμα
1) Όταν χτυπάς κάτι, το κάνεις να βγάζει ήχο και ν' ακούγεται. Όταν κάτι χτυπά, βγάζει ήχο. 2) Όταν χτυπάς κάποιον με το χέρι σου ή με κάποιο άλλο μέρος του σώματός σου, τον κάνεις να πονάει ή τον τραυματίζεις. Του δίνεις χτυπήματα. 3) Όταν χτυπάς, πέφτεις με δύναμη κατά λάθος πάνω σε κάτι και πονάς ή παθαίνεις κάτι.
1) O δάσκαλος χτύπησε το κουδούνι και τα παιδιά βγήκαν διάλειμμα. Το κουδούνι χτύπησε δυνατά. Το χτύπημά του ακούστηκε σε όλο το σχολείο. 2) O Κώστας χτύπησε κατά λάθος την Αθηνά και ζήτησε συγνώμη. 3) Η Αθηνά έπεσε από το ποδήλατο και χτύπησε. Η Ελένη έτρεξε να περιποιηθεί το χτύπημα.
χτύπημα
χτυ-πώ