Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Μορφολεξικό
Πλοήγηση
0
Φάκελος
Αποτελέσματα για: ""
-α1
- παραγωγική κατάληξη θηλυκών ουσιαστικών
- 1. σχηματίζει το θηλυκό γένος:
- (θεός) θεά, (θείος) θεία, (μπέμπης) μπέμπα, (σκλάβος) σκλάβα, (δάσκαλος) δασκάλα, (Aφρικάνος) Aφρικάνα, (Kινέζος) Kινέζα, (Ρουμάνος) Ρουμάνα, (Bούλγαρος) Bουλγάρα, (κουνέλι) κουνέλα.
- 2. έχει μεγεθυντική σημασία:
- (κεφάλι) κεφάλα, (κουτί) κούτα, (ποδάρι) ποδάρα.
-α2
- παραγωγική κατάληξη επιρρημάτων
- συνήθως δηλώνει τρόπο:
- (άσχημος) άσχημα, (ξυστός) ξυστά, (όμορφος) όμορφα, (ωραίος) ωραία, (βαθύς) βαθιά, (παχύς) παχιά.
-αγορά
- το ουσιαστικό αγορά ως β΄ συνθετικό
- σε σύνθετα θηλυκά ουσιαστικά:
- κεφαλαιαγορά, χρηματαγορά. || για χώρο συναλλαγής
-άδα
- παραγωγική κατάληξη θηλυκών ουσιαστικών
- 1. δηλώνει ιδιότητα:
- (γρήγορος) γρηγοράδα, (ζωηρός) ζωηράδα.
- 2. σχηματίζει ουσιαστικά παράγωγα από απόλυτα αριθμητικά:
- (δέκα) δεκάδα, (πέντε) πεντάδα, (έντεκα) εντεκάδα, (ογδόντα) ογδοντάδα.
- 3. δηλώνει χυμό ή φαγητό:
- (βύσσινο) βυσσινάδα, (λεμόνι) λεμονάδα, (μανταρίνι) μανταρινάδα, (μακαρόνια) μακαρονάδα, (φασόλια) φασολάδα.
-αδάκι
- παραγωγική κατάληξη ουδέτερων ουσιαστικών
- με υποκοριστική σημασία:
- (πέτρα) πετραδάκι, (φτωχός) φτωχαδάκι.
-άδικο
- παραγωγική κατάληξη ουδέτερων ουσιαστικών
- δηλώνει κατάστημα:
- (σάντουιτς) σαντουιτσάδικο, (φαστφούντ) φαστφουντάδικο.
-αινα
- παραγωγική κατάληξη θηλυκών ουσιαστικών
- σχηματίζει το θηλυκό ενός ζώου:
- (λέων) λέαινα, (λύκος) λύκαινα.
-αίνω
- παραγωγική κατάληξη ρημάτων
- δηλώνει ενέργεια:
- (ακριβός) ακριβαίνω, (βαρύς) βαραίνω, (κουφός) κουφαίνω, (ξανθός) ξανθαίνω, (φαρδύς) φαρδαίνω, (σκούρος) σκουραίνω, (φτηνός) φτηναίνω, (χοντρός) χοντραίνω.
-αίος -αία -αίο
- παραγωγική κατάληξη επιθέτων
- δηλώνει τόπο ή τρόπο:
- (άκρη) ακραίος, (πηγή) πηγαίος.
-αίος θηλ. -αία
- παραγωγική κατάληξη ουσιαστικών
- δηλώνει καταγωγή από πόλη ή τόπο:
- (Ευρώπη) Ευρωπαίος - Ευρωπαία, (Kέρκυρα) Kερκυραίος - Κερκυραία, (Ρώμη) Ρωμαίος - Ρωμαία.