Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού

Αποτελέσματα για: "Τ"

Βρέθηκαν 252 Λήμματα [151 - 160]

τραυματίζω

τραυματίζω, τραυματίζομαι, ρήμα
1) Όταν τραυματίζουμε κάποιον, τον πληγώνουμε. 2) Όταν τραυματίζεσαι, χτυπάς από μόνος σου και πληγώνεσαι.
1) O Κώστας τραυμάτισε κατά λάθος την Αθηνά με το ψαλίδι. Της έκοψε το δάχτυλο.
χτυπώ
1) O Κώστας χτύπησε στο ποδόσφαιρο.Τα τραύματα του Κώστα ήταν μερικές γρατζουνιές στο γόνατο και στον αγκώνα. 2) Τραυματίας είναι αυτός που έχει τραυματιστεί σε ατύχημα.

τρέλα

[η], ουσιαστικό
τρελός

τρελαίνω

τρελαίνω, τρελαίνομαι, ρήμα
τρελός

τρελός, τρελή, τρελό

επίθετο
1) Tρελό λέμε όποιον είναι άρρωστος στο μυαλό. 2) Τρελό όμως λέμε και κάποιον που δεν είναι λογικός ή είναι παράξενος. 3) Όταν είσαι τρελός για κάτι, το θέλεις πάρα πολύ.
2) «Τρελός είσαι Κώστα και ζητάς καρπούζι το χειμώνα;» είπε η Αθηνά. 3) Η Αλίκη είναι τρελή για το τρέξιμο.
1) παλαβός
Τρελαίνεται για το τρέξιμο. Όταν κάποιος είναι τρελός, έχει τρέλα.
τρελοκομείο
τρε-λός

τρεμούλα

[η], ουσιαστικό
τρέμω

τρεμουλιάζω

ρήμα
τρέμω

τρέμω

ρήμα
Όταν τρέμεις, ταράζεσαι και το σώμα σου κάνει μικρές κινήσεις που δεν τις ελέγχει. Συνήθως τρέμεις από το κρύο, από φόβο, από το θυμό σου ή και από τον πυρετό.
Η Αθηνά βγήκε έξω χωρίς μπουφάν και τώρα τρέμει από το κρύο.
ανατριχιάζω
Όταν σε πιάνει τρεμούλα από το κρύο, ανατριχιάζεις. Όταν κάποιος τρεμουλιάζει, τρέμει ελαφρά.
ρίγος
τρέ-μω

τρένο

[το], ουσιαστικό
Το τρένο είναι ένα μέσο μεταφοράς. Έχει μία μηχανή που σέρνει από πίσω της πολλά βαγόνια και όλα μαζί κινούνται πάνω στις ράγες.
τρέ-νο
Δες ράγα, σιδηρόδρομος, βαγόνι

τρέξιμο

[το], ουσιαστικό
τρέχω

τρέφω

τρέφω, τρέφομαι, ρήμα
1) Όταν τρέφεις κάποιον, του δίνεις να φάει. 2) O θείος Αλέκος τρέφει αγελάδες και πρόβατα. Τα έχει στο αγρόκτημά του, τα μεγαλώνει και τα ταΐζει. 3) O κύριος Μιχάλης τρέφει τη θεία του. Αυτός της πληρώνει όλα τα έξοδα.
1) Η κυρία Μαργαρίτα τρέφει τα παιδιά της με υγιεινά φαγητά χωρίς λίπη. 2) O Πιτσικόκος τρέφεται με σπόρους.
1) ταΐζω
Η τροφή είναι το φαγητό που τρώνε οι άνθρωποι αλλά και τα ζώα.
τρέ-φω
Τι έγινε τελικά με τον Πιτσικόκο; Ψάξε στις λέξεις ελεύθερος, πετώ, πηδώ, προετοιμάζω