Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού

Αποτελέσματα για: "Ζ"

Βρέθηκαν 53 Λήμματα [41 - 50]

ζυμάρι

[το], ουσιαστικό
Το ζυμάρι είναι αλεύρι ανακατεμένο με νερό. Με το ζυμάρι φτιάχνουμε το ψωμί.
Τα μακαρόνια και το κριθαράκι είναι ζυμαρικά.
ζυ-μά-ρι

ζυμαρικό

[το], ουσιαστικό
ζυμάρι

ζυμώνω

ζυμώνω, ζυμώνομαι, ρήμα
Όταν ζυμώνεις, ανακατεύεις αλεύρι, νερό και μαγιά για να γίνει ζυμάρι.
Η κυρία Μαργαρίτα ζύμωσε κουλουράκια και τα έβαλε στο φούρνο να ψηθούν.
ζυ-μώ-νω

ζω

ρήμα
1) O πρίγκιπας έτρεξε δίπλα στη Χιονάτη, την είδε και φώναξε: «Ζει ακόμα! Αναπνέει, χτυπάει η καρδιά της, είναι στη ζωή, είναι ζωντανή!». 2) Η γιαγιά του Νίκου έζησε 96 χρόνια. Η ζωή της κράτησε 96 χρόνια. 3) Η οικογένεια του Κώστα και της Αθηνάς ζει στην Αθήνα. Μένει στην Αθήνα.
1) πεθαίνω
ζω

ζωγραφιά

[η], ουσιαστικό
Η ζωγραφιά είναι μία εικόνα που φτιάχνει κάποιος με χρώματα.
Η Αθηνά έκανε μία ζωγραφιά με νερομπογιές.
εικόνα, πίνακας, σχέδιο
Η θεία Κατερίνα είναι ζωγράφος. Η δουλειά της είναι να ζωγραφίζει. Για να μάθει να ζωγραφίζει, σπούδασε ζωγραφική.
ζω-γρα-φιά

ζωγραφίζω

ρήμα
ζωγραφιά

ζωγραφική

[η], ουσιαστικό
ζωγραφιά

ζωγράφος

[ο], [η], ουσιαστικό
ζωγραφιά

ζωή

[η], ουσιαστικό
O πρίγκιπας είπε στη Χιονάτη: «Θέλω να ζήσω όλη μου τη ζωή μαζί σου. Θα ζήσουμε μαζί μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος».
ζωντανός, ζω, ζωηρός
ζω-ή

ζωηρός, ζωηρή, ζωηρό

επίθετο
1) «Αυτό το παιδί είναι ζωηρό» είπε η δασκάλα. Κάνει αταξίες, δεν είναι φρόνιμο. 2) O Κώστας προχωρούσε με ζωηρό βήμα. Δεν ήθελε ν' αργήσει. Με γρήγορο βήμα. 3) Το κόκκινο είναι ζωηρό χρώμα. Είναι έντονο και φωτεινό χρώμα.
ζω-η-ρός