Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού

Αποτελέσματα για: "Ζ"

Βρέθηκαν 53 Λήμματα [31 - 40]

ζιγκ ζαγκ

επίρρημα
Η αστραπή κάνει ζιγκ ζαγκ στον ουρανό. Σχηματίζει γωνίες δεξιά κι αριστερά.
ζιγκ-ζαγκ

ζιζάνιο

[το], ουσιαστικό
1) Το ζιζάνιο είναι χόρτο που φυτρώνει μόνο του ανάμεσα σ' άλλα φυτά και τα εμποδίζει να μεγαλώσουν. 2) Ζιζάνιο λέμε κι ένα ζωηρό παιδί που κάνει αταξίες.
1) O κύριος Αλέκος καθάριζε όλο το απόγευμα τον κήπο από τα ζιζάνια.
ζι-ζά-νι-ο

ζόρι

[το], ουσιαστικό
Όταν κάνεις κάτι με το ζόρι, το κάνεις, επειδή σ' αναγκάζει κάποιος να το κάνεις χωρίς να το θέλεις.
ζό-ρι

ζούγκλα

[η], ουσιαστικό
Η ζούγκλα είναι ένα πολύ ζεστό και υγρό δάσος με πυκνά ψηλά χόρτα. Στη ζούγκλα ζουν πολλά άγρια ζώα.
ζού-γκλα

ζουζούνι

[το], ουσιαστικό
Το ζουζούνι είναι ένα μικρό έντομο.
Όταν το ζουζούνι πετάει, κάνει ένα δικό του θόρυβο. Ζουζουνίζει.
ζου-ζού-νι

ζουζουνίζω

ρήμα
ζουζούνι

ζουλώ

ζουλώ και ζουλάω, ζουλιέμαι, ρήμα
Όταν ζουλάς κάτι, το πατάς δυνατά με τα χέρια σου.
«Σταμάτα να ζουλάς την οδοντόκρεμα, Κώστα! Θα πεταχτεί όλη έξω» είπε η Αθηνά.
ζου-λώ

ζουμί

[το], ουσιαστικό
1) Όταν στύβουμε φρούτα ή βράζουμε λαχανικά, παίρνουμε το ζουμί τους. 2) Όταν βράζουμε κρέας, παίρνουμε το ζουμί του.
1) χυμός 2) ζωμός
Όταν τα φρούτα είναι ζουμερά, έχουν πολύ ζουμί.
ζου-μί

ζυγαριά

[η], ουσιαστικό
Με τη ζυγαριά μετράμε πόσο βαρύ είναι κάτι.
O Κώστας ανέβηκε στη ζυγαριά για να δει πόσα κιλά είναι.
ζυ-γα-ριά

ζυγίζω

ρήμα
1) Όταν ζυγίζεις κάτι, μετράς πόσο βαρύ είναι. 2) O Κώστας ζυγίζει 40 κιλά. Είναι 40 κιλά.
1) O μανάβης ζύγισε τα κεράσια στη ζυγαριά για να δει πόσα κιλά είναι.
ζυ-γί-ζω