Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Λεξικό Α'-Γ' Δημοτικού
Πλοήγηση
0
Φάκελος
Αποτελέσματα για: "Ζ"
ζιγκ ζαγκ
επίρρημα Η αστραπή κάνει ζιγκ ζαγκ στον ουρανό. Σχηματίζει γωνίες δεξιά κι αριστερά. ζιγκ-ζαγκ
ζιζάνιο
[το], ουσιαστικό 1) Το ζιζάνιο είναι χόρτο που φυτρώνει μόνο του ανάμεσα σ' άλλα φυτά και τα εμποδίζει να μεγαλώσουν. 2) Ζιζάνιο λέμε κι ένα ζωηρό παιδί που κάνει αταξίες. 1) O κύριος Αλέκος καθάριζε όλο το απόγευμα τον κήπο από τα ζιζάνια. ζι-ζά-νι-ο
ζόρι
[το], ουσιαστικό Όταν κάνεις κάτι με το ζόρι, το κάνεις, επειδή σ' αναγκάζει κάποιος να το κάνεις χωρίς να το θέλεις. ζό-ρι
ζούγκλα
[η], ουσιαστικό Η ζούγκλα είναι ένα πολύ ζεστό και υγρό δάσος με πυκνά ψηλά χόρτα. Στη ζούγκλα ζουν πολλά άγρια ζώα. ζού-γκλα
ζουζούνι
[το], ουσιαστικό Το ζουζούνι είναι ένα μικρό έντομο. Όταν το ζουζούνι πετάει, κάνει ένα δικό του θόρυβο. Ζουζουνίζει. ζου-ζού-νι
ζουζουνίζω
ρήμα ζουζούνι
ζουλώ
ζουλώ και ζουλάω, ζουλιέμαι, ρήμα Όταν ζουλάς κάτι, το πατάς δυνατά με τα χέρια σου. «Σταμάτα να ζουλάς την οδοντόκρεμα, Κώστα! Θα πεταχτεί όλη έξω» είπε η Αθηνά. ζου-λώ
ζουμί
[το], ουσιαστικό 1) Όταν στύβουμε φρούτα ή βράζουμε λαχανικά, παίρνουμε το ζουμί τους. 2) Όταν βράζουμε κρέας, παίρνουμε το ζουμί του. 1) χυμός 2) ζωμός Όταν τα φρούτα είναι ζουμερά, έχουν πολύ ζουμί. ζου-μί
ζυγαριά
[η], ουσιαστικό Με τη ζυγαριά μετράμε πόσο βαρύ είναι κάτι. O Κώστας ανέβηκε στη ζυγαριά για να δει πόσα κιλά είναι. ζυ-γα-ριά
ζυγίζω
ρήμα 1) Όταν ζυγίζεις κάτι, μετράς πόσο βαρύ είναι. 2) O Κώστας ζυγίζει 40 κιλά. Είναι 40 κιλά. 1) O μανάβης ζύγισε τα κεράσια στη ζυγαριά για να δει πόσα κιλά είναι. ζυ-γί-ζω

