Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Ἀφροδίσια"

Βρέθηκαν 3 λήμματα [1 - 3]
Ἀφροδίσια, -ων, τά, βλ. Ἀφροδίσιος.
ἀφροδῑσιάζω, μέλ. -άσω, απολαμβάνω τον πόθο για έρωτα, σε Πλάτ., Ξεν.
Ἀφροδῑσίας, , ιερό αφιερωμένο στην Αφροδίτη, όνομα νησιού, σε Ηρόδ.