Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "ταξιαρχέω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ταξιαρχέω, μέλ. ταξιαρχήσω, είμαι ταξίαρχος, σε Αριστοφ., Θουκ. κ.λπ.