
LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "διακαιω"
- δια-καίω, μέλ. -καύσω, καίω εντελώς, θερμαίνω υπερβολικά, σε Ηρόδ.· μεταφ., φλέγω, εξεγείρω, φουντώνω, εξάπτω, σε Πλούτ.