Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "Ὑμέναιος"

Βρέθηκε 1 λήμμα
ὑμέναιος[ῠ], ( Ὑμήν), I. 1. υμέναιος, γαμήλιο ή νυφικό τραγούδι, που τραγουδιόταν από τους συνοδούς της νύφης καθώς την οδηγούσαν στο σπίτι του γαμπρού, σε Ομήρ. Ιλ., Τραγ. 2. γάμος, σε Σοφ., Ευρ.· και σε πληθ., σε Σοφ., Ευρ. II. = Ὑμήν, ο Υμήν, ο θεός του γάμου, στον οποίο αναφέρονταν τα γαμήλια τραγούδια, Ὑμὴν ὦ Ὑμέναι' ἄναξ, σε Ευρ.· Δωρ., Ὑμὰν ὦ Ὑμέναιε, σε Θεόκρ.