LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "ἀνακλητικός"
- ἀνακλητικός, -ή, -όν (ἀνακαλέω), αυτός που προτρέπει, παροτρύνει, συντελεί σε κάτι, σε Πλούτ. II. κατάλληλος για επανάκληση, τὸἀνακλητικὸν σαλπίζειν, ήχος οπισθοχώρησης, σε Ανθ.

