Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "πνύξ"

Βρέθηκε 1 λήμμα
πνύξ, γεν. πυκνός (όχι πνυκός), , η Πνύκα, ο τόπος στην Αθήνα όπου γίνονταν οι συγκεντρώσεις του λαού, ἐκκλησίαι, σε Αριστοφ.· ἐν πυκνὶ ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ, σε Δημ. Ήταν σκαμμένη στην πλευρά μικρού λόφου δυτικά της Ακρόπολης και είχε σχήμα ημικυκλίου όπως το θέατρο.