Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "καλύβη"

Βρέθηκε 1 λήμμα
κᾰλύβη[ῠ], (καλύπτω), I. καλύβα, καμπίνα, θαλαμίσκος, κελί, Λατ. tugurium, σε Ηρόδ., Θουκ. κ.λπ. II. καταφύγιο, παραπέτασμα, σε Ανθ.