Γραφικό

LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας

(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)

Αποτελέσματα για: "κάπτω"

Βρέθηκε 1 λήμμα
κάπτω (εκτετ. από τη √ΚΑΠ, βλ. κάπημέλ. κάψω· καταπίνω, σε Αριστοφ. κ.λπ.· πρβλ. κεκαφηώς.