LIDDELL & SCOTT
Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
(Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος 2007)
Αποτελέσματα για: "δέκατος"
- δέκατος, -η, -ον (δέκα), I. δέκατος στη σειρά, σε Όμηρ. κ.λπ. II. 1.δεκάτη (ενν. μερίς), ἡ, φόρος δέκα τοις εκατό, σε Ηρόδ. κ.λπ. 2. δεκάτη (ενν. ἡμέρα), ἡ, δέκατη στη σειρά ημέρα, σε Όμηρ.· στην Αθήνα, δέκατη ημέρα μετά τη γέννηση, στην οποία δινόταν το όνομα του παιδιού· τὴν δ. θύειν, γιορτάζω με γλέντι την ημέρα της ονοματοθεσίας, σε Αριστοφ.· τὴν δ. ἑστιᾶσαι ὑπὲρ τοῦ υἱοῦ, σε Δημ.

